Στην απόφαση της Βρετανίας να αποχωρήσει από την Ε.Ε. αλλά και τις επιπτώσεις αυτής της εξέλιξης στις διεθνείς αγορές, εστιάζει ο Τζον Χάρντι, αναλυτής και επικεφαλής στρατηγικής συναλλάγματος της Saxo Bank.
Η Βρετανία, όπως υπενθυμίζει, ψήφισε υπέρ της εξόδου από την Ε.Ε., προκαλώντας ένα δυνατό σοκ στις αγορές το οποίο ενισχύθηκε από τις προσδοκίες για παραμονή, στις οποίες βασίστηκαν οι αγορές τις ημέρες πριν από το δημοψήφισμα. Ο σεισμός που ακολούθησε στην ισοτιμία της στερλίνας ξεπέρασε κατά πολύ το σημείο κορύφωσης της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης ή την «Μαύρη Τετάρτη» του 1992, όταν η λίρα αναγκάστηκε να αποχωρήσει από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών.
Σύμφωνα με τον ίδιο, μπορούμε να πούμε ότι οι περισσότερες απόψεις για την σημασία του Brexit μοιάζουν με την Ινδική παροιμία των τυφλών και του ελέφαντα, όπου κάποιοι τυφλοί αγγίζουν διαφορετικά σημεία ενός ελέφαντα, εκφράζοντας ο καθένας μια τελείως διαφορετική άποψη για το πώς μοιάζει αυτό που ψηλαφίζουν με τα χέρια τους, καταλήγοντας σε έναν έντονο καυγά για το ποιος έχει τελικά δίκιο.
Έτσι ακριβώς συμβαίνει και με το Brexit, τονίζει καιθ προσθέτει: «Μερικοί το αντιλαμβάνονται ως μια ξενοφοβική αντίδραση στη μεταναστευτική πολιτική και τα πρόσφατα τρομοκρατικά χτυπήματα. Άλλοι στρέφονται στο βάρος των υπερπροστατευτικών κανονισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο κόστος των εισφορών προς την Ένωση».
Αλλά η Ε.Ε. δεν είναι καν ο ελέφαντας εδώ. Ο ελέφαντας είναι η πολιτική της κυβέρνησης και των κεντρικών τραπεζών και η ατελείωτη πίεση για «παράταση και προσποίηση» (extend and pretend) για να βγουν από την όποια κρίση. Αυτές οι πολιτικές μας έφεραν με γοργούς ρυθμούς στη δύσκολη πραγματικότητα της ποσοτικής χαλάρωσης, των μηδενικών και, τώρα πλέον, των αρνητικών επιτοκίων, πολιτικές που ήταν θα αδιανόητες 10 χρόνια πριν, συνεχίζει στο ίδιο ύφος.
Ο αναλυτής της Saxo Bank επισημαίνει ότι η ύπουλη πορεία της ποσοτικής χαλάρωσης και των μηδενικών και αρνητικών επιτοκίων λειτούργησε ως ευλογία για τις ήδη ισχυρές ελίτ, καθώς, για όσους διαθέτουν κεφάλαια, οι αγορές μετοχών ευημερούν από το μηδενικό κόστος χρημάτων. Ωστόσο, με την πρόοδο της παγκοσμιοποίησης, η πίτα του εισοδήματος από την εργασία έχει συρρικνωθεί και η ξέφρενη πλημμελής κοστολόγηση του χρήματος έχει αυξήσει τις μη παραγωγικές εταιρείες και τις μη παραγωγικές συμπεριφορές στο οικονομικό περιβάλλον, με αποτέλεσμα να βλέπουμε εταιρείες με υψηλή κερδοφορία να δανείζονται με σχεδόν μηδενικό κόστος, μόνο για να αγοράσουν πίσω τις δικές τους μετοχές και να πλουτίσουν τους μετόχους τους.
To Brexit – εξηγεί – ήταν απλά μια εξαιρετική ευκαιρία για τους Βρετανούς ψηφοφόρους να δείξουν την αποδοκιμασία τους για το κατεστημένο, να πουν «Όχι», όχι μόνο στον πρωθυπουργό της χώρας Ντέιβιντ Κάμερον και την Ε.Ε., αλλά και στην τρέχουσα ιδεολογική δομή στο σύνολό της. Ένα από τα αξιοσημείωτα πράγματα σχετικά με το Brexit ήταν η αποτυχία της προτίμησης για το κατεστημένο, η τάση να υπερισχύσει το γνώριμο, ανεξάρτητα από το πόσο άσχημο είναι σε σχέση με το άγνωστο.
Πριν από το δημοψήφισμα, σημειώνει με νόημα, δεν υπήρχε ξεκάθαρο όραμα για το πώς θα ήταν η Βρετανία μετά το Brexit και είναι πια σαφές ότι με αυτό το αποτέλεσμα η Βρετανία θα χάσει αρχικά τη Σκωτία και ίσως και περισσότερα. Πριν από το δημοψήφισμα, πολλοί ήταν εκείνοι που χρησιμοποίησαν ως προηγούμενο το πρόσφατο δημοψήφισμα της Σκωτίας, αλλά και εκείνο του Κεμπέκ το 1995, για ανεξαρτησία από τον Καναδά, καθώς και στις δύο περιπτώσεις η τελική ψήφος έδειξε σημαντική άνοδο υπέρ τους κατεστημένου την ημέρα τη ψηφοφορίας, σε σχέση με τις έως τότε δημοσκοπήσεις. Το γεγονός ότι τόσοι πολλοί ψηφοφόροι ήταν διατεθειμένοι να βουτήξουν στο άγνωστο δείχνει σημάδια επανάστασης, καθώς σε αυτή την περίπτωση η Βρετανία έδωσε στο κατεστημένο τα παπούτσια στο χέρι, αποφαίνεται σχετικά.
Από εδώ και στο εξής – συνεχίζει – το Brexit εκφράζει έντονα το μέλλον του συναλλάγματος και όλων των αγορών σε δύο μέτωπα: στο πολιτικό ρίσκο και στον κίνδυνο οι κεντρικές τράπεζες να χάσουν τον έλεγχο.
Όσον αφορά το δεύτερο τα πρώτα στοιχεία έχουν ήδη φανεί με την ενίσχυση του γιεν, παρά το τεράστιο μέγεθος του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης της Τράπεζας της Ιαπωνίας. Πλέον, η Ιαπωνία πλησιάζει με ταχείς ρυθμούς σε σημείο καμπής, όπου οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αισθάνονται ότι πρέπει να διαφωνήσουν με τις πρόσφατες συμφωνίες των συνόδων κορυφής και να υποτιμήσουν για ακόμη μια φορά το γιεν. Θα μπορούσε αυτή η εξέλιξη να πυροδοτήσει την Ιαπωνική εκδοχή του Brexit; Και πως ακριβώς θα έμοιαζε κάτι τέτοιο; Ίσως σαν μια λαϊκή απόρριψη της Τράπεζας της Ιαπωνίας και των προσπαθειών της κυβέρνησης να υποτιμήσουν το νόμισμα; Σαν μια νέα κρίση κυρίαρχου χρέους;
Αλλού, τα ευρεία πλαίσια των δυνάμεων που οδήγησαν στο Brexit διαφαίνονται ολοένα και περισσότερο στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, όπου ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων, Ντόναλντ Τραμπ αντιπροσωπεύει την ομιλούσα απόρριψη του status quo. Το Brexit θα πρέπει, κυρίως, να μας διδάξει να μην εμπιστευόμαστε τις δημοσκοπήσεις μέχρι τη διεξαγωγή των εκλογών, στις 8 Νοεμβρίου. Οι επαναστάτες προφανώς προσέρχονται στις κάλπες περισσότερο απ’ότι αυτοί οι οποίοι απαξιώνουν σχετικά την εκλογική διαδικασία.
Με το βλέμμα στο 2017, ο ίδιος προβλέπει μια πιθανή γαλλική επανάσταση με όχημα τις επικείμενες εθνικές εκλογές. Οι αγορές συναλλάγματος θα παραμείνουν νευρικές, όσο τα σημάδια από τις κεντρικές τράπεζες δεν είναι τα ίδια με το παρελθόν και όσο όλοι μας προσπαθούμε να καταλάβουμε ποιο θα είναι το επόμενο βήμα. Πράγματι, το Brexit θα αποδειχθεί το προοίμιο για μια παγκόσμια επανάσταση ενάντια στο τρέχον οικονομικό κατεστημένο και τις οικονομικές πολιτικές.