Ευρωπαϊκή διάσκεψη για το σύνολο των ευρωπαϊκών χρεών και δημιουργία ενός κοινοβουλευτικού θεσμικού οργάνου εντός της Ευρωζώνης, για τη διαχείριση του δημόσιου ελλείμματος και των δημοσίων επενδύσεων, καθώς και την απομείωση του συνολικού ευρωπαϊκού χρέους, προτείνει ο Τομά Πικετί.
«Για να αποφύγουμε την κρίση στην Ευρώπη, έχουμε ανάγκη να γίνουν δύο πράγματα: Καταρχάς μια διάσκεψη για το χρέος, όχι μόνο το ελληνικό, αλλά και αυτό άλλων χωρών, γιατί αν απομονώσουμε το ελληνικό θέμα δεν θα πρέπει να εκπλαγούμε που θα διαμαρτυρηθούν οι άλλες χώρες, όπως η Πορτογαλία, η Ισπανία, η Ιταλία κ.ά.», υποστηρίζει ο Γάλλος οικονομολόγος σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Le Monde.
«Αυτό όμως δεν αρκεί γιατί δεν θα πρέπει να συνεχίσουμε εκ νέου τη συσσώρευση χρεών», σημειώνει, λέγοντας ότι χρειάζεται και ένα δεύτερο στοιχείο, «η δημιουργία μιας Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης της Ευρωζώνης, όπου κάθε χώρα θα εκπροσωπείται από εθνικούς βουλευτές ανάλογα με τον πληθυσμό της».
Σύμφωνα με τον Πικετί, αυτό το θεσμικό όργανο, εφόσον προηγηθεί η κάθαρση των λογαριασμών του παρελθόντος και ξαναμπεί ο μετρητής του χρέους στο μηδέν ή πολύ χαμηλότερα απ’ ό,τι σήμερα, θα καθορίσει το κοινό επίπεδο για το δημόσιο έλλειμμα και τις δημόσιες επενδύσεις.«Και όταν λέμε “κοινό επίπεδο για το δημόσιο έλλειμμα και τις δημόσιες επενδύσεις” εννοούμε τους ρυθμούς με τους οποίους θα απομειώσουμε το συνολικό αυτό χρέος, καθώς και τους ρυθμούς των επενδύσεων», εξηγεί.
«Είναι εντελώς φυσιολογικό το να πάρουμε από κοινού τέτοιες αποφάσεις, από τη στιγμή που έχουμε ένα κοινό νόμισμα. Θα πρέπει, όμως, όλα αυτά να γίνουν με δημοκρατικό τρόπο, στο φως της ημέρας, και όχι με αυτές τις αδιαφανείς συσκέψεις που κανένας δεν ξέρει τι λέγεται», επισημαίνει ο οικονομολόγος.
Ερωτηθείς, αν πιστεύει ότι η πρότασή του θα μπορούσε να επιτύχει, ο Πικετί αναφέρει: «Πιστεύω ότι θα έχουμε λιγότερη λιτότητα. Πιστεύω ότι εφόσον έχουμε δημοκρατικές διαβουλεύσεις για το επίπεδο του ελλείμματος, θα έχουμε μικρότερη λιτότητα. Βεβαίως, πολλά άτομα στη Γερμανία φοβούνται για αυτή τη δημοκρατία και τις δημοκρατικές επιλογές σχετικά με το έλλειμμα. Όμως δεν μπορούμε, έτσι απλά, να παρακάμψουμε τη δημοκρατία, με άκαμπτα κριτήρια για το επίπεδο του ελλείμματος, που δεν επιτρέπουν την προσαρμογή».
Όσον αφορά στο χρέος, υποστηρίζει: «Όλο αυτό το χρέος, είναι ένα χρέος προς εμάς τους ίδιους. Είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι η ευρωζώνη στο σύνολό της κατέχει περισσότερα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία μέσα στον υπόλοιπο κόσμο, απ’ ό,τι ο υπόλοιπος κόσμος σ’ εμάς. Επομένως είναι ένα χρέος εσωτερικό, πράγμα πολύ σημαντικό γιατί υπάρχει μεγάλη σύγχυση σε αυτό το θέμα».
Μάλιστα, αναφέρεται και σε παραδείγματα από το παρελθόν: «Το 1945 η Γαλλία και η Γερμανία είχαν ένα δημόσιο χρέος που ξεπερνούσε το 200% του ΑΕΠ. Το 1950-55 το μειώσαμε (με αναδιάρθρωση ) κάτω από το 30% του ΑΕΠ. Το γεγονός αυτό ουδόλως εμπόδισε στη συνέχεια τη βιωσιμότητα της οικονομίας. Το αντίθετο μάλιστα. Αυτή η εξυγίανση, αυτή η διαγραφή των χρεών είναι αυτή που βοήθησε».
Ως προς το «ποιος πληρώνει για τη διαγραφή», απαντά πως η απομείωση του χρέους «θα πρέπει να γίνεται με μια ανακατανομή όσο το δυνατόν λιγότερο άδικη και να μη μεταφέρουμε το βάρος στους πιο αδύνατους, όπως κάναμε στην Ελλάδα. Γιατί οι πλούσιοι Έλληνες μετέφεραν τα κεφάλαιά τους στις γαλλικές και γερμανικές τράπεζες. Με δεδομένη δε την έλλειψη διαφάνειας και ευρωπαϊκής συνεργασίας στον φορολογικό τομέα, είναι άκαιρο το να θέλουμε να δίνουμε μαθήματα».
Ο Τομά Πικετί παραδέχεται πάντως ότι «το ελληνικό κράτος θα πρέπει να εκμοντερνιστεί» σημειώνοντας πως «το γεγονός ότι έχουμε μια νέα πολιτική δύναμη που δεν άσκησε εξουσία κατά το παρελθόν είναι ένα καλό στοιχείο».
«Τώρα θα ήταν εντελώς υποκριτικό το να λέμε ότι οι Έλληνες μόνοι τους είναι ικανοί να υποχρεώσουν τις μεγάλες πολυεθνικές να πληρώνουν τους φόρους τους. Ακόμα και η Γαλλία και η Γερμανία εξαπατήθηκαν από το Λουξεμβούργο και τον κ. Γιούνκερ, που όταν ήταν πρωθυπουργός φορολογούσε με 2% τις πολυεθνικές. Η Ελλάδα μόνη της δεν μπορεί να λύσει όλα τα φορολογικά προβλήματα της Ευρώπης», τονίζει, υποστηρίζοντας πως «ως προς τα φορολογικά, η τωρινή κυβέρνηση είναι αναμφίβολα σε καλύτερη θέση για να προχωρήσει, από την προηγούμενη του Αμνώνη Σαμαρά».