Skip to main content

Ο «ακτιβιστής» κ. Ντράγκι και η μάχη κατά του γερμανικού δόγματος

Της Νατάσας Στασινού
[email protected]

Μόλις τέσσερις μήνες πριν από την εκπνοή της θητείας του στην διοίκηση της ΕΚΤ, ο Μάριο Ντράγκι εμφανίζεται αποφασισμένος για ορισμένες από τις πιο τολμηρές κινήσεις. Στα οχτώ χρόνια, που κρατάει το τιμόνι της κεντρικής τράπεζας έχει επανειλημμένα αντισταθεί στις πιέσεις των Γερμανών, έχει δοκιμάσει αχαρτογράφητα ύδατα και έχει αποδείξει ότι το ευρώ είναι «πολύ σληρό για να πεθάνει».

Ωστόσο το τελευταίο διάστημα έχουμε «μία έξαρση ακτιβισμού» από τον 71χρονο Ιταλό τραπεζίτη, όπως χαρακτηριστικά σχολιάζει η Wall Street Journal, η οποία πέτυχε να κερδίσει ένα μίγμα οργής και θαυμασμού από τον Ντόναλντ Τραμπ, αλλά και να εγείρει νομικά και πρακτικά ερωτήματα για τις δυνάμεις των όπλων, που απομένουν στη διάθεση της ΕΚΤ. 

Eκει που όλοι περίμεναν ότι ο κεντρικός τραπεζίτης θα επιλέξει απλώς να διατηρήσει αμετάβλητα στα σημερινά ιστορικά χαμηλά επίπεδα τα επιτόκια έως ότου πει «αντίο», αφήνοντας στον διάδοχό του να αποφασίσει ποια κατεύθυνση θα ακολουθήσει για να αντιμετωπίσει την πληθώρα των προκλήσεων, όλα άλλαξαν. Ο Ντράγκι έστειλε το σήμα πως οι τρεις τελευταίες συνεδριάσεις της θητείας του, τον Ιούλιο, το Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο, θα έχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον και καθορστικές αποφάσεις, που όπως σχολίαζε πρόσφατα και το Reuters «θα δένουν τα χέρια του διαδόχου του». 

O άνθρωπος που το 2012 με το «ό,τι χρειαστεί» έβαλε φρένο στις κερδοσκοπικές επιθέσεις κατά του ευρώ και των πιο ευάλωτων μελών του και που ήρθε αντιμέτωπος με μαζικές προσφυγές από τη γερμανική πλευρά για τις επιλογές του, δεν μπορούσε να αφήσει την αβεβαιότητα για το μέλλον της νομισματικής πολιτικής να προστεθεί στα βαρίδια των εμπορικών αντιπαραθέσεων, των γεωπολιτικών εντάσεων και του Brexit, που δοκιμάζουν σήμερα την ευρωπαϊκή οικονομία. 

Πλέον οι αγορές θεωρούν σχεδόν βέβαιη την μείωση του καταθετικού επιτοκίου από το -0,4% στο -0,5% έως τα τέλη του έτους, ενώ πολλοί είναι εκείνοι που προσδοκούν και έναν δεύτερο γύρο ποσοτικής χαλάρωσης. Με τον πρώτο ο Σούπερ Μάριο έριξε 2,6 τρισ. ευρώ στο σύστημα και απέτρεψε τα χειρότερα. Αν και τα αποτελέσματα ήταν σαφώς πιο εντυπωσιακά για τις αγορες από ό,τι για την πραγματική οικονομία, οι περισσότεροι αναγνωρίζουν ότι χωρίς το QE οι συνθήκες θα ήταν ακόμη πιο επώδυνες για την Ευρωζώνη.

«Το γεγονός ότι ο κ. Ντράγκι μπορεί να επιβάλλει ακόμη τη στρατηγική του, παρά το γεγονός ότι αποχωρεί τον Οκτώβριο αποκαλύπτει τον μεγάλο βαθμό στήριξης που απολαμβάνει στους κόλπους του Δ.Σ. της ΕΚΤ» τονίζει στη WSJ o Γεργκ Κρέμερ, επικεφαλής οικονομολόγος της Commerzbank.

Eίναι γεγονός ότι όλα αυτά τα χρόνια ο μεγάλος αντίπαλος του Ντράγκι ήταν ένας. Ο Γερμανός Γενς Βάιντμαν. Δεν ήταν λίγες οι φορές που ο «κυνηγός» (όπως σημαίνει το Weidmann στα γερμανικά) έμεινε μόνος απέναντι σε όλους. Τάχθηκε κατά τόσο του πρώτου προγράμματος αγοράς ομολόγων το οποίο θεωρούσε έμμεση κρατική ενίσχυση και κατά συνέπεια παράνομο όσο και του παρατεταμένου QE στη συνέχεια, ενώ έχει διαμαρτυρηθεί εντόνως και για τις «παρενέργειες» των εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων σε τράπεζες και αποταμιευτές. 

Θα έλεγε κανείς ότι είναι παράδοξο να διαμαρτύρεται η Γερμανία για την χαλαρή νομισματική πολιτική από τη στιγμή που αυτή και το φθηνό ευρώ που συνεπάγεται την έχουν ωφελήσει όσο καμία άλλη χώρα ίσως εξαιτίας και της μεγάλης εξάρτησής της από τις εξαγωγές. 

Το Βερολίνο έχει δηλώσει ότι φοβάται τόσο τις πιέσεις των αρνητικών καταθετικών επιτοκίων σε γερμανικές τράπεζες, ασφαλιστικές και τους αποταμιευτές της χώρας όσο και τον λεγόμενο «ηθικό κίνδυνο», δηλαδή το ενδεχόμενο τα κράτη να εφησυχάζουν και να αποφεύγουν αναγκαίες μεταρρυθμίσεις αφήνοντας στην ΕΚΤ να κάνει τη δουλειά. 

Η μετωπική σύγκρουση Βερολίνου- Φραγκφούρτης έχει όμως και αλλού τις ρίζες της: στο φάντασμα του πληθωρισμού, που κατατρύχει τους Γερμανούς, ακόμη και σήμερα, που είναι μακριά από το στόχο. Γιατί στο παρελθόν η έκρηξή του άνοιξε «βαθύ» τραύμα, που δεν έχει κλείσει. Δεν είναι τυχαίο ότι κάποια στιγμή ο τέως υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, έφτασε στο σημείο να αποδώσει στην πολιτική Ντράγκι μερίδιο της ευθύνης για την άνοδο του ακροδεξιού ΑfD.

Ο Ιταλός βγήκε νικητής από τη μάχη αυτή και τώρα ο διάδοχός του θα πρέπει να ακολουθήσει ανάλογη ρότα τουλάχιστον για τον πρώτο χρόνο της θητείας του. Ποιος θα είναι αυτός; Για λίγο ο Βάιντμαν φαινόταν να είναι μεταξύ των φαβορί. Οι τελευταίες πληροφορίες θέλουν τους Ευρωπαίους να δίνουν τη θέση σε έναν Γάλλο. 

naftemporiki.gr