Skip to main content

ΤτΕ: Πρόοδος στα κόκκινα δάνεια, μεικτή η εικόνα στους δείκτες ανθεκτικότητας των ελληνικών τραπεζών

Σε τροχιά ανάκαμψης παρέμεινε το ελληνικό τραπεζικό σύστημα το 2018, καθώς η έξοδος από τα μνημόνια και η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας συνέβαλαν στην εμπέδωσε της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Αυτό προκύπτει από την επισκόπηση της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία πάντως επισημαίνει ότι περαιτέρω μείωση των κόκκινων δανείων, η βελτίωση της χρηματοδότησης και της ρευστότητας αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση προκειμένου οι τράπεζες να καταφέρουν να απελευθερώσουν πολύτιμα κεφάλαια  για την πραγματική οικονομία.

Tα πιστωτικά ιδρύματα έχουν πετύχει την πλήρη απεξάρτησή τους από το μηχανισμό έκτακτης ρευστότητας (ΕLA), γεγονός που σηματοδοτεί την ομαλοποίηση της χρηματοδότησής τους. Παράλλα έχουν καταβάλλει σημαντικές προσπάθειες στο μέτωπο της μείωσης του κόκκινων δανείων. Αυτά περιορίστηκαν στα τέλη του 2018 σε 81,8 δισ. ευρώ ή 45,4% του συνόλου, έναντι ποσοστού 47,2% ή 94,4 δισεκ. ευρώ το 2017.

«Η μείωση του αποθέματος των μη εξυπηρέτουμενων δανείων, που έχει επιτευχθεί ενισχύει το επιχείρημα ότι συνολικά ο πιστωτικός κίνδυνος σε επίπεδο συστήματος έχει μειωθεί σε σχέση με τα προηγούμενα έτη και επιπρόσθετα ότι η περαιτέρω ταχεία αποκλιμάκωση καθίσταται πλέον καθοριστικής σημασίας» αναφέρει η ΤτΕ  και επισημαίνει την ανάγκη για υιοθέτηση μίας συστημικής λύσης προκειμένου οι τράπεζες να προχωρήσουν στον αναγκαίο μετασχηματισμό του επιχειρηματικού σχεδίου, την αύξηση της αποδοτικότητάς τους και συνεπώς και στη διασφάλιση των αναγκαίων συνθηκών για τη δημιουργία εσωτερικού κεφαλαίου.

Όπως υπογραμμίζει η κεντρική τράπεζα η επιτυχής αντιμετώπιση του προβλήματος των κόκκινων δανείων όχι μόνο θα ελαφρύνει το βάρος για τους δανειολήπτες, αλλά και – κυρίως – θα επιτρέψει στα πιστωτικά ιδρύματα να απελευθερώσουν κεφάλαια, τα οποία θα μπορέσουν να κατευθυνθούν στις πιο δυναμικές και εξωστρεφείς επιχειρήσεις. Με αυτό τον τρόπο θα συμβάλουν στη συνολική αναδιάρθρωση της οικονομίας υπέρ των κλάδων παραγωγής εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών, με αποτέλεσμα την άνοδο της συνολικής παραγωγικότητας και του δυνητικού ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης.

 Μεικτή η εικόνα των οικονομικών μεγεθών 

Το 2018 οι δείκτες ανθεκτικότητας των ελληνικών τραπεζικών ομίλων παρουσίασαν μεικτές τάσεις. Παρατηρήθηκε μείωση της λει 
τουργικής κερδοφορίας, αλλά κατεγράφη οριακή αύξησή της πριν από φόρους και διακοπτόμενες δραστηριότητες. Ειδικότερα, τα καθαρά έσοδα από τόκους μειώθηκαν κατά 13,5% σε σχέση με το προηγούμενο έτος.

Τα έσοδα από τόκους μειώθηκαν ταχύτερα από τα έξοδα για τόκους, με συνέπεια την μείωση του καθαρού επιτοκιακού περιθωρίου, επηρεαζόμενα και από την επίδραση της εφαρμογής του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 9 (ΔΠΧΑ 9). Τα καθαρά έσοδα από μη τοκοφόρες εργασίες, ωστόσο, ενισχύθηκαν κατά 27% σε ετήσια βάση, ενώ τα λειτουργικά έξοδα σημείωσαν οριακή μείωση.

Σημαντική εξέλιξη αποτελεί επίσης η αποκλιμάκωση του κόστους του πιστωτικού κινδύνου το 2018, η οποία αντανακλά την πρόοδο που έχει συντελεστεί στη διαχείριση των ΜΕΔ και τη βελτίωση του μακροοικονομικού περιβάλλοντος. Επισημαίνεται όμως ότι οι εν λόγω προβλέψεις παραμένουν στο 2% της καθαρής αξίας δανείων των τραπεζών. Συγκεκριμένα, οι τράπεζες σχημάτισαν μειωμένες προβλέψεις για τον πιστωτικό κίνδυνο (κατά 32,9% σε σχέση με το 2017).  

Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, οι τραπεζικοί όμιλοι κατέγραψαν οριακά κέρδη προ φόρων, έναντι σημαντικών ζημιών τα προηγούμενα έτη, και οι δείκτες αποδοτικότητας του ενεργητικού (ROA) και των ιδίων κεφαλαίων (ROE) των τραπεζικών ομίλων βελτιώθηκαν.

Εντούτοις, για ακόμη μία χρονιά, οι τράπεζες επιβαρύνθηκαν με ζημίες από διακοπτόμενες δραστηριότητες και παρά τη θετική επίδραση της φορολογίας, κατέγραψαν ζημίες μετά από φόρους ύψους 81 εκατ. ευρώ, οι οποίες ήταν ωστόσο σημαντικά μειωμένες έναντι του 2017. Η κεφαλαιακή επάρκεια των ελληνικών τραπεζικών ομίλων υποχώρησε το 2018 εξαιτίας της σταδιακής εφαρμογής του ΔΠΧΑ 9 και της καταγραφής ζημιών μετά από φόρους, παραμένοντας, ωστόσο, σε ικανοποιητικό επίπεδο.

Η κεφαλαιακή  βάση

Ο Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας σε ενοποιημένη βάση υποχώρησε στο 16,0% το Δεκέμβριο του 2018 από 17,0% το Δεκέμβριο του 2017. Μεγαλύτερη ωστόσο υποχώρηση εμφάνισε ο Δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 (Common Equity Tier 1 – CET1) σε 15,3% το Δεκέμβριο του 2018, από 17,0% το Δεκέμβριο του 2017, χωρίς να είναι υπολογισμένος σε πλήρη εφαρμογή (fully loaded) της επίδρασης υιοθέτησης του ΔΠΧΑ 9.  

Οι συνθήκες ρευστότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων βελτιώθηκαν με τη διεύρυνση των πηγών χρηματοδότησης, όπως έκδοση καλυμμένων ομολογιών και τιτλοποιήσεων στις εγχώριες και διεθνείς χρηματαγορές. Σε αυτό συνετέλεσε και η έγκριση από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), στις 22 Νοεμβρίου 2018, της ενεργοποίησης σχεδίου ελάφρυνσης του χρέους για την Ελλάδα, που προέβλεπε μείωση των επιτοκίων και αναβολές αποπληρωμής.

Αξίζει να επισημανθεί ότι η συνολική πορεία των καταθέσεων από τα νοικοκυριά έδειξε δείγματα σταθεροποίησης καθ’ όλη τη διάρκεια του 2018 και το α΄ τρίμηνο του 2019, παρά τη διατήρηση των επιτοκίων καταθέσεων σε πολύ χαμηλά επίπεδα.  

naftemporiki.gr