Skip to main content

ΕΚΤ: Από την κακή εκκίνηση, στο «ό,τι χρειαστεί», το QE και την έξοδο

Από την έντυπη έκδοση

Της Νατάσας Στασινού 
[email protected] 

Έξι χρόνια μετά τη δέσμευση του Μάριο Ντράγκι να κάνει «ό,τι χρειαστεί» για να κρατήσει όρθια τη Zώνη του Eυρώ, που βίωνε μία άνευ προηγουμένου κρίση χρηματοπιστωτική, δημοσιονομική και κοινωνικο-οικονομική, και τρία χρόνια μετά την απόφασή του να δοκιμάσει τα αχαρτογράφητα τότε ύδατα της ποσοτικής χαλάρωσης, έφτασε η ώρα για την ΕΚΤ να αλλάξει ρότα. 

Αφήνοντας πίσω τις συγκρούσεις με το Βερολίνο, τις αμφισβητήσεις, αλλά και με το βλέμμα στα αποτελέσματα της πολιτικής, η κεντρική τράπεζα ετοιμάζεται να βάλει πίσω στη φαρέτρα τα πιο ισχυρά όπλα της.

Η έξοδος από την υπερβολικά χαλαρή νομισματική πολιτική δεν θα είναι εύκολη υπόθεση, ούτε χωρίς παρενέργειες. Είναι, όμως, σαφές πως σε ένα περιβάλλον έντονης αβεβαιότητας και διαρκών εκπλήξεων -πολιτικών και οικονομικών- τα βήματα θα είναι προσεκτικά. Αξίζει να θυμηθούμε πώς έφτασε έως εδώ η ΕΚΤ, αλλά και να επιχειρήσουμε μία εκτίμηση για το πώς και πόσο γρήγορα θα κινηθεί στο εξής.

H πρώτη, παράδοξη, αντίδραση της ΕΚΤ -υπό τον Ζαν Κλοντ Τρισέ τότε- στην παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση ήταν να αυξήσει το βασικό επιτόκιο δανεισμού τον Ιούλιο του 2008, εν μέσω των πρώτων αποκαλύψεων για τα «τοξικά» τιτλοποιημένα δάνεια τραπεζών, όπως η BNP Paribas. Ήταν η κατάρρευση της Lehman Brothers, που την ανάγκασε να αλλάξει πολιτική. Η πρώτη μείωση επιτοκίου ήρθε στις 8 Οκτωβρίου του 2008. Ωστόσο, η στροφή στη χαλάρωση διεκόπη απότομα με δύο αυξήσεις, τον Απρίλιο και τον Ιούλιο του 2011. Όλοι παραδέχονται σήμερα ότι οι αυξήσεις αυτές ήταν λάθος. Η κεντρική τράπεζα δεν είχε υπολογίσει σωστά πόσο βαθιά ήταν η κρίση χρέους και πόσο ισχυρή θα ήταν η επίθεση των αγορών στα πιο αδύναμα μέλη της νομισματικής ένωσης.

– Νοέμβριος 2011: Έχοντας μόλις αναλάβει το τιμόνι της ΕΚΤ, ο Μάριο Ντράγκι ανακοινώνει τη μείωση του βασικού επιτοκίου δανεισμού στο 1,25% από 1,5%. Προειδοποιεί δε ότι η Ευρωζώνη αντιμετωπίζει ένα «περιβάλλον υψηλής αβεβαιότητας».

– Ιούλιος 2012: Οι μειώσεις επιτοκίων συνεχίστηκαν, με σταθερά βήματα, αλλά χωρίς τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Το καλοκαίρι του 2012 ο Ιταλός τραπεζίτης οδηγεί το επιτόκιο στο μηδέν και δεσμεύεται να «κάνει ό,τι χρειαστεί» για να θωρακίσει το ευρώ, καθώς οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων εκτινάσσονται στα ύψη. Αποκτά το προσωνύμιο «Σούπερ Μάριο».

– Σεπτέμβριος 2012: Η ΕΚΤ παρουσιάζει το πρόγραμμα των απευθείας νομισματικών συναλλαγών (OMT)- το πρώτο αντισυμβατικό όπλο, που βγάζει από τη φαρέτρα της, εν μέσω γερμανικών αντιδράσεων. Πρόκειται την αγορά κρατικών ομολόγων της Ευρωζώνης -στη δευτερογενή αποκλειστικά αγορά- και υπό αυστηρότατες προϋποθέσεις. Οι Γερμανοί αντιδρούν.

– Ιούλιος 2013: Το Δ.Σ. της ΕΚΤ αποφασίζει να δίνει στο εξής κατευθυντήριες γραμμές (forward guidance) για τις κινήσεις των επιτοκίων και ευρύτερα την πολιτική του.

 Απρίλιος 2014: Ο Ντράγκι παρουσιάζει τα όπλα που έχει στη διάθεσή της η ΕΚΤ. Προλειαίνει το έδαφος για την ποσοτική χαλάρωση, για την οποία πάντως η οριστική απόφαση θα έρθει αρκετά αργότερα.

– Ιούνιος 2014: Η ΕΚΤ γίνεται η πρώτη μεγάλη κεντρική τράπεζα που οδηγεί το επιτόκιο (καταθετικό) σε αρνητικό έδαφος. Πρόκειται για ένα αντικίνητρο, με στόχο να αποθαρρυνθούν οι τράπεζες να «παρκάρουν» τα χρήματά τους στην ΕΚΤ αντί να τα διοχετεύουν στην πραγματική οικονομία. Παράλληλα προωθούνται δημοπρασίες φθηνών δανείων για τις τράπεζες.

– Ιανουάριος 2015: Το QE είναι πια εδώ. Η ΕΚΤ ανακοινώνει πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων και άλλου ενεργητικού, ακολουθώντας τα βήματα της Fed και άλλων κεντρικών τραπεζών, καθώς ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη είναι υπό το μηδέν για πρώτη φορά από την έναρξη της κρίσης.

– Μάρτιος 2015: Το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης τίθεται σε εφαρμογή.

– Μάρτιος 2016: Ένα χρόνο μετά την έναρξη του QE οι συνθήκες βελτιώνονται, αλλά απαιτείται πρόσθετη δράση. Το καταθετικό επιτόκιο μειώνεται περαιτέρω, ενώ αυξάνεται το ύψος των μηνιαίων αγορών ομολόγων από τα 60 δισ. στα 80 δισ. ευρώ.   

– Iούνιος 2016: Αρχίζει η αγορά εταιρικών ομολόγων, η οποία και πετυχαίνει να μειώσει αισθητά το κόστος δανεισμού των επιχειρήσεων- αν και τα αποτελέσματα είναι άνισα. Μεγάλοι ωφελημένοι οι ισχυρές επιχειρήσεις των μεγάλων οικονομιών της Ευρωζώνης.

– Απρίλιος 2017: Με την οικονομία της Ευρωζώνης να ανακάμπτει δυναμικά, η αντίστροφη μέτρηση αρχίζει. Μειώνεται το όριο των μηνιαίων αγορών ομολόγων στο πλαίσιο του QE και πάλι στα 60 δισ. ευρώ.

– Ιούνιος 2017: Μικρές αλλαγές στη ρητορική της ΕΚΤ, προετοιμάζουν το έδαφος για «μαχαίρι» στο QE.

– Οκτώβριος 2017: Το μηνιαίο όριο του QE αναπροσαρμόζεται στα 30 δισ. ευρώ, με ισχύ από τον Ιανουάριο έως και τον Σεπτέμβριο του 2018 και δυνατότητα παράτασης ή νέας επέκτασης εφόσον κριθεί αναγκαίο. H EKT δεσμεύεται επίσης να συνεχίσει την επανεπένδυση των κερδών από την ωρίμανση ομολόγων.

– Ιανουάριος 2018: Σε εφαρμογή η απόφαση για τη μείωση του μηνιαίου ορίου του QE στα 30 δισ. ευρώ.

– Μάρτιος 2018: Σε μία απροσδόκητη απόφαση η ΕΚΤ αφαιρεί από την ανακοίνωσή της τη δέσμευση να αυξήσει το ύψος του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης, εάν κριθεί αναγκαίο.

Μελλοντικά βήματα

  • Β’ τρίμηνο 2019: Το καταθετικό επιτόκιο αναμένεται να αυξηθεί κατά 10 ή 15 μονάδες βάσης, στο -0,3% ή -0,25%.
  • Γ’ τρίμηνο 2019: Το βασικό επιτόκιο δανεισμού προβλέπεται να αυξηθεί στο 0,25%.
  • Α’ τρίμηνο 2020: Συνεχίζονται οι αυξήσεις επιτοκίων.
  • Β’ τρίμηνο 2020: Αρχίζουν να εκπνέουν τα δάνεια από τις στοχευμένες δημοπρασίες της ΕΚΤ.
  • Β’ εξάμηνο 2020: Περιορίζονται οι επανεπενδύσεις των κερδών από την ωρίμανση των ομολόγων. Ενδεχομένως να σταματήσουν στα τέλη του έτους.