Skip to main content

6 χρόνια «κουράγιο» με ομολογημένα λάθη και την οικονομία στο σημείο μηδέν

Από την έντυπη έκδοση 

Πριν από έξι χρόνια, στις 23 Απρίλιου 2010, ο τότε πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου επέλεξε το ακριτικό Καστελόριζο να ανακοινώσει την ένταξη της χώρας στον μηχανισμό στήριξης Ε.Ε.-ΔΝΤ-ΕΚΤ, μια κίνηση προσωρινού χαρακτήρα, όπως υποστήριζαν, η οποία όμως εξελίχθηκε σε έναν εφιάλτη, που διαρκεί ακόμη, χωρίς να διαφαίνεται έως και σήμερα οδός διαφυγής.

Τα τραγικά λάθη στον σχεδιασμό του πρώτου μνημονίου από την τότε τρόικα και σήμερα θεσμούς, με βασικότερο την υποεκτίμηση της ύφεσης που θα επέφεραν τα μέτρα που οι ίδιοι επέβαλαν, οδήγησαν την ελληνική οικονομία στο πιο βαθύ τούνελ της παγκόσμιας οικονομικής ιστορίας, ενώ αρκετοί ξένοι οικονομολόγοι μιλούν για ένα «οικονομικό πείραμα».

Μετά τον Όλι Ρεν και το Καστελόριζο, την Κυριακή 2 Μαΐου, ο τότε υπουργός Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου παρουσίασε το πρόγραμμα της προσαρμογής της οικονομίας και ανακαλύψαμε δύο νέους όρους, το «μνημόνιο» και την «τρόικα». Την ίδια μέρα οι επικεφαλής της τρόικας, Σερβάς Ντερούς της Κομισιόν, Κλάους Μαζούχ της ΕΚΤ και Πολ Τόμσεν του ΔΝΤ, σε συνέντευξή Τύπου παρουσίασαν τη δική τους άποψη για το πρόγραμμα, εμφανιζόμενοι σχετικά αισιόδοξοι, πως αν εφαρμοστούν τα συμφωνηθέντα η ελληνική οικονομία σε λιγότερο από μία διετία θα εξερχόταν της κρίσης και της ύφεσης. Το ίδιο αισιόδοξος εμφανιζόταν και ο κ. Παπακωνσταντίνου και συνολικά το οικονομικό επιτελείο, ο οποίος μάλιστα είχε δηλώσει πως από τα τέλη του 2010 (!) θα υπήρχαν σημάδια ανάκαμψης. Η οποία δεν ήρθε ακόμη…

Πολιτικές λιτότητας

Για τη σκληρότητα των πολιτικών που θα εφαρμόζονταν είχε προϊδεάσει ο τότε επίτροπος Όλι Ρεν, όταν την 1η Μαρτίου 2010, ευρισκόμενος στην Αθήνα, έκλεισε τη συνέντευξη Τύπου, με αφορμή το ελληνικό ζήτημα, με τη φράση στα ελληνικά «Έλληνες, καλό κουράγιο». Αργότερα, ακολούθησε το Καστελόριζο, με την επίσημη ανακοίνωση της ένταξης στον μηχανισμό από τον Γιώργο Παπανδρέου.

Στο κενό όλες οι παρεμβάσεις

Στην εξαετία αυτή, το ΑΕΠ κατέρρευσε, τα εισοδήματα εξανεμίστηκαν, το χρέος διογκώθηκε, η ανεργία τριπλασιάστηκε και για την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων ή οριακών ελλειμμάτων απαιτούνται κάθε χρόνο πρόσθετα μέτρα αρκετών δισ. ευρώ. Ακόμη και όταν η οικονομία πήγαινε να «σηκώσει» κεφάλι, όπως το 2014, οι θεσμοί έρχονταν και πίεζαν για νέες παρεμβάσεις, που οδήγησαν αφενός σε ύφεση, αφετέρου σε πολιτικές εξελίξεις. Εκτός από τις δημοσιονομικές παρεμβάσεις, οι πιστωτές επέβαλαν και πιστωτική ασφυξία στις ελληνικές τράπεζες με αποτέλεσμα η ροή δανείων προς την πραγματική οικονομία να είναι αρνητική από τον Δεκέμβριο του 2010 για πρώτη φορά, τουλάχιστον μετά το 1981.

Έκτοτε ο ρυθμός παραμένει σταθερά αρνητικός βασικά λόγω της αβεβαιότητας, αλλά και των «κόκκινων» δανείων, το ύψος των οποίων φτάνει σε 100 δισ. ευρώ. Η μη αποπληρωμή των συγκεκριμένων δανείων στερεί πόρους από τις τράπεζες, ώστε να συνεχίσουν να χρηματοδοτούν την οικονομία. Με τα μέτρα που ελήφθησαν το καλοκαίρι του 2015 και εκείνα που θα ληφθούν με το κλείσιμο της 1ης αξιολόγησης (συνολικά 7,2 δισ. ευρώ), το συνολικό ποσό υπερβαίνει τα 70 δισ. ευρώ, συναθροιζόμενο με τα 65 δισ. ευρώ που κόστισαν τα δύο πρώτα μνημόνια, αλλά και τα μέτρα που ελήφθησαν στους πρώτους μήνες του 2010, σε μια προσπάθεια να αποφευχθούν τα μνημόνια. Μετά τον καταιγισμό των μέτρων, η οικονομία εξακολουθεί να βρίσκεται στο ίδιο αδιέξοδο, με τους δανειστές να επιμένουν για περισσότερα μέτρα, τα οποία βαθαίνουν την ύφεση, παρά το γεγονός ότι αναγνωρίζουν και οι ίδιοι πως έκαναν λάθη, τα οποία όμως δεν διορθώνουν και επιμένουν στην ίδια πολιτική. Μάλιστα, αυτή τη φορά ζητούν και τη νομοθέτηση προληπτικών μέτρων, για το 2018(!), τα οποία θα εφαρμοστούν εάν δεν επιτευχθεί ο στόχος για πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ.

Η κυβέρνηση, από την πλευρά της, δηλώνει πως δεν θα νομοθετήσει τα μέτρα γιατί κάτι τέτοιο δεν προβλέπεται από την ελληνική νομοθεσία, αλλά μπορεί να δεσμευτεί ότι θα τα λάβει εάν συνοδευτεί με αναδιάρθρωση του χρέους. Στις επόμενες μέρες αναμένεται να διαφανεί πώς θα κλείσει και αυτός ο συμβιβασμός, την ίδια στιγμή που η οικονομία βιώνει μια παρατεταμένη αβεβαιότητα, που επιφέρει επενδυτική άπνοια, συρρίκνωση της κατανάλωσης και απουσιάζει κάθε προοπτική για επάνοδο σε ανάπτυξη. Με την προσμέτρηση και της υφεσιακής επίπτωσης των επικείμενων μέτρων, είναι αβέβαιη η ανάκαμψη της οικονομίας στο β’ εξάμηνο του 2016, όπως προβλέπουν το υπουργείο Οικονομικών και αναλυτές.

Τα μέτρα συντηρούν την ύφεση

Η εξέλιξη των βασικών οικονομικών μεγεθών από το 2010 μέχρι και σήμερα μιλά από μόνη της σε ό,τι αφορά την… επιτυχία των μνημονίων. Έχει αντιμετωπιστεί μόνο το δημοσιονομικό έλλειμμα, το οποίο έχει συρρικνωθεί λόγω των αλλεπάλληλων μέτρων, όπως και το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, ο ισοσκελισμός του οποίου οφείλεται στην πτώση της κατανάλωσης που επέφερε η μείωση των εισοδημάτων.

Η εξέλιξη του δημόσιου χρέους, που υποτίθεται πως μαζί με το έλλειμμα ήταν ο βασικός στόχος των μνημονίων, αποδεικνύει την αποτυχία των συγκεκριμένων πολιτικών, αφού έπειτα από δύο αναδιαρθρώσεις εξακολουθεί να είναι μη βιώσιμο. Στα υπόλοιπα μεγέθη το αποτύπωμα των μνημονίων είναι βαθύ, όπως προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής.

Το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 50 δισ. ευρώ σε σύγκριση με το 2010, ενώ σε σύγκριση με το 2008 η μείωση φτάνει στο ποσό των 66 δισ. ευρώ. Το ύψος του ΑΕΠ το 2015 διαμορφώθηκε σε 176 δισ. ευρώ από 226 δισ. ευρώ το 2010 και 242 δισ. ευρώ το 2008. Η ύφεση ξεκίνησε δειλά το 2008 με 0,3%, για να κλιμακωθεί στα επόμενα χρόνια σε 4,3% το 2009, σε 5,5% το 2010, σε 9,1% το 2011, σε 7,3% το 2012, σε 3,2% το 2013. Το 2014 καταγράφηκε ρυθμός ανάπτυξης 0,7%, αλλά λόγω του αποπληθωρισμού το ύψος του ΑΕΠ μειώθηκε σε 177,6 δισ. ευρώ από 180,4 δισ. ευρώ το 2013.

Το 2015 το ΑΕΠ κατέγραψε μείωση 0,2%, ενώ συρρικνώθηκε περαιτέρω και σε ονομαστικές τιμές στο ποσό των 176 δισ. ευρώ από 177,6 δισ. ευρώ το 2014. Τεράστιο όμως ήταν και το λάθος της τρόικας στις προβλέψεις της για το ΑΕΠ. Σύμφωνα με τις κοινές εκτιμήσεις τρόικας και κυβέρνησης, το ΑΕΠ θα μειωνόταν 4% το 2010, 2,6% το 2011 και από το 2012 η οικονομία θα περνούσε στην ανάπτυξη με αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,1%! Μάλιστα, ο τότε υπουργός Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου προέβλεπε ανάκαμψη της οικονομίας από το τέταρτο τρίμηνο του 2010!

Επενδύσεις και ανεργία

Η επενδυτική δαπάνη από 57,4 δισ. ευρώ που ήταν το 2008 συρρικνώθηκε σε περίπου 20 δισ. ευρώ το 2015, καταγράφοντας μείωση 37,4 δισ. ευρώ. Η ανεργία εκτοξεύτηκε στα ύψη. Το 2008 ήταν στο 7,3%, για να ακολουθήσει αύξηση με σχεδόν γεωμετρική πρόοδο και το 2015 να κλείσει στο 24,9%. Στην εξαετία του μνημονίου, 2010-2015, οι άνεργοι αυξήθηκαν κατά 800.000 άτομα.

Ελλειμμα

Το έλλειμμα του προϋπολογισμού Γενικής Κυβέρνησης διαμορφώθηκε στο 15,2% του ΑΕΠ το έτος 2009 και αποτέλεσε το κλειδί που άνοιξε την πόρτα των μνημονίων.

Παρά τα μέτρα δεκάδων δισ. ευρώ, η ταχύτητα μείωσής του ήταν αργή. Το 2010 υποχώρησε στο 11,2% του ΑΕΠ, το 2011 στο 10,2% του ΑΕΠ, το 2012 μειώθηκε στο 8,8% του ΑΕΠ, το 2013 αυξήθηκε στο 12,4% του ΑΕΠ, με το ποσό της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, το 2014 υποχώρησε στο 3,6% και το 2015 στο 3,2% του ΑΕΠ. Το πρωτογενές αποτέλεσμα του προϋπολογισμού ήταν αρνητικό έως και το 2013, με το υψηλότερο πρωτογενές έλλειμμα, 10,1% του ΑΕΠ, να καταγράφεται το έτος 2010. Το 2014 σημειώθηκε πλεόνασμα 0,4% του ΑΕΠ και το 2015 0,7% του ΑΕΠ. Οι εκτιμήσεις κυβέρνησης και τρόικας το 2010 προέβλεπαν χαμηλότερα ελλείμματα, από τις πραγματοποιήσεις, με συνέπεια να εντείνουν τις πιέσεις για επιπλέον μέτρα.

Χρέος 

Το δημόσιο χρέος αποτέλεσε τη μεγαλύτερη ήττα των πολιτικών της τελευταίας εξαετίας. Στο τέλος του 2009 το δημόσιο χρέος έφτανε σε 300,9 δισ. ευρώ ή στο 126,7% του ΑΕΠ, αυξανόμενο κατά 18 μονάδες του ΑΕΠ σε σύγκριση με το 2008. Έκτοτε η πορεία του είναι ανησυχητική και επιδεινώθηκε με την πτώση του ΑΕΠ, με αποτέλεσμα να αυξηθεί ο λόγος χρέους/ΑΕΠ.

Το 2010 το χρέος αυξάνεται σε 330,4 δισ. ευρώ ή στο 146,2% του ΑΕΠ, το 2011 καταγράφει και νέα αύξηση στα 356 δισ. ευρώ ή στο 172% του ΑΕΠ και κρίνεται πλέον πως απαιτείται αναδιάρθρωση, γιατί αλλιώς δεν βγαίνει. Το 2012 πραγματοποιείται το PSI, αλλά με τον τρόπο και τη διαδικασία που έγινε το όφελος ήταν ελάχιστο και δεν εξασφάλισε τη βιωσιμότητα του χρέους. Όπως αποκάλυψε η Τράπεζα της Ελλάδος στο βιβλίο «το χρονικό της μεγάλης κρίσης 2008-2013», το καθαρό όφελος από τα δύο «hair cut» του ελληνικού χρέους που πραγματοποιήθηκαν το 2012, συνολικού ύψους 137,9 δισ. ευρώ, ήταν μόλις 51,2 δισ. ευρώ.

Το πιο εντυπωσιακό λάθος ήταν η ένταξη στο «κούρεμα» και των ομολόγων των ασφαλιστικών ταμείων (χάθηκαν περίπου 14 δισ. ευρώ), τα οποία αποτελούν ενδοκυβερνητικό χρέος και δεν μετρούν στο χρέος γενικής κυβέρνησης!

28 δισ. το τίμημα των μνημονίων για το Χ.Α.
Απολογισμός: Απώλειες 40% στην κεφαλαιοποίηση και 66 αποχωρήσεις εισηγμένων μεταξύ των στοιχείων της εξαετίας

Της Ιουλίας Ζαφόλια 
[email protected]

Με καθίζηση της τάξης του 40% -που μεταφράζεται σε περισσότερα των 28 δισ. ευρώ- στην κεφαλαιοποίηση του Χ.Α., αποχωρήσεις 66 εισηγμένων εταιρειών και απώλειες άνω του 67% για τον γενικό δείκτη «γιόρτασε» το ελληνικό Χρηματιστήριο την επέτειο 6 ετών από την ημέρα που ο τότε πρωθυπουργός της χώρας, Γιώργος Παπανδρέου, ανακοίνωσε από το Καστελόριζο την προσφυγή της Ελλάδας στον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης, που κατέληξε στην υπογραφή του πρώτου μνημονίου.

Στο ίδιο διάστημα, οι εισηγμένες εταιρείες άντλησαν από το Χρηματιστήριο περί τα 58 δισ. ευρώ, με το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος αυτού του ποσού να αφορά τις ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών.

Την ανακοίνωση αυτή ακολούθησαν 5 κάλπες (4 βουλευτικές εκλογές και 1 δημοψήφισμα), άλλα δύο μνημόνια και ένα… μικρότερο προ των θυρών. Η ιστορία αποδεικνύει πως οι αιφνιδιασμοί δεν αρέσουν στην εγχώρια αγορά, είτε ονομάζονται εκλογικές αναμετρήσεις είτε δημοψηφίσματα.

Στο μεταξύ, ήρθε και η επίσημη υποβάθμιση της αγοράς από διεθνείς οίκους (MSCI, FTSE), εξέλιξη που, παρά το θετικό προσωρινά ισοζύγιο, προκάλεσε αρκετούς κλυδωνισμούς στην πορεία των μετοχών. Υπενθυμίζεται πως η Ελλάδα ήταν η πρώτη ανεπτυγμένη χώρα που υποβαθμίστηκε σε αναδυόμενη από τον MSCI.

Στις 23 Απριλίου 2010 η κεφαλαιοποίηση της αγοράς βρισκόταν πάνω από τα 71 δισ. ευρώ (στα 71,6 δισ.), ενώ σήμερα κινείται πέριξ των 43 δισ. ευρώ. Στο ίδιο διάστημα ο γενικός δείκτης χάνει 67,39%, αυτός της μεγάλης κεφαλαιοποίησης υποχωρεί κατά 81,24%, ενώ συντριβή υπέστη ο δείκτης των τραπεζών που τα τελευταία 6 έτη έχασε 99,73%.

Το 93,48% της συνολικής κεφαλαιοποίησης του Χ.Α. μοιράζεται στους τίτλους της Κύριας Αγοράς, ενώ σχεδόν 6% αφορά αυτούς της μεγάλης κεφαλαιοποίησης.

Ανάκαμψη με επανεκκίνηση της αγοράς

«Έξι χρόνια συμπληρώθηκαν από την επίσημη είσοδο της χώρας στα μνημόνια και στη δημοσιονομική προσαρμογή. Δυστυχώς στα έξι αυτά χρόνια το επενδυτικό ενδιαφέρον για την ελληνική κεφαλαιαγορά περιορίσθηκε χρόνο με τον χρόνο, είτε αφορά τις εισηγμένες εταιρείες είτε αφορά τους επενδυτές είτε τους επαγγελματίες του χώρου.

Η πτώση του γενικού δείκτη και ταυτόχρονα του ημερήσιου τζίρου αποτυπώνει πλήρως τη συνεχή συρρίκνωση της κεφαλαιαγοράς, η οποία για πρώτη φορά τις τελευταίες δεκαετίες λειτουργεί μέσα σε ένα πλαίσιο capital controls, κάτι που έμμεσα επιβαρύνει ακόμα περισσότερο τη λειτουργία της» επισημαίνει στη «Ν» ο πρόεδρος του ΣΜΕΧΑ και μέλος του δ.σ. της Ελληνοαμερικανικής Χρηματιστηριακής Σπύρος Κυρίτσης και συνεχίζει: «Αποτέλεσμα της αρνητικής εικόνας των έξι αυτών ετών είναι ότι σήμερα το Χρηματιστήριο λειτουργεί με έναν ημερήσιο τζίρο αισθητά μειωμένο σε σχέση με αυτόν του 2009, με τη συντριπτική πλειοψηφία του ημερήσιου τζίρου συγκεντρωμένη σε 5-6 εταιρείες, με έναν μέσο ημερήσιο αριθμό επενδυτών που δεν ξεπερνά τους 1.000 και με συνεχιζόμενη την τάση εξόδου εταιρειών, χωρίς δυστυχώς καμία νέα εισαγωγή ή αύξηση κεφαλαίου με μετρητά εισηγμένης εταιρείας.

Είναι δύσκολο να βρεθούν κάποιες θετικές εξελίξεις της αγοράς τα τελευταία έξι χρόνια. Η κορυφαία αυτών αναμφίβολα είναι οι ανακεφαλαιοποιήσεις των συστημικών τραπεζών, οι οποίες καλύφθηκαν ως επί το πλείστον από ξένους επενδυτές (ή και το ΤΧΣ) και η όλη διαδικασία υλοποιήθηκε μέσω του Χρηματιστηρίου.

Η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας θα στηριχθεί στην ανάπτυξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες χρειάζονται νέα κεφάλαια για να χρηματοδοτήσουν τα επενδυτικά τους σχέδια.

Με τα γνωστά προβλήματα του τραπεζικού τομέα, η ελληνική κεφαλαιαγορά είναι βέβαιο ότι θα αποτελέσει έναν συμπληρωματικό, αξιόπιστο και αποτελεσματικό μηχανισμό άντλησης ιδιωτικών κεφαλαίων.

Αυτό που χρειάζεται είναι ένα συγκεκριμένο στρατηγικό σχέδιο και συγκεκριμένες πρωτοβουλίες για την επανεκκίνηση της κεφαλαιαγοράς, νέα προϊόντα, σταθερό φορολογικό πλαίσιο και αξιόπιστα επενδυτικά σχήματα.

Είμαι απόλυτα πεπεισμένος ότι η ελληνική κεφαλαιαγορά θα διαδραματίσει στο άμεσο μέλλον τον ρόλο που της αναλογεί. Αυτό που χρειάζεται είναι να διαμορφώσουμε από τώρα τα ανωτέρω, ώστε η ώρα της ανάκαμψης να μας βρει έτοιμους».

Δοκιμή ανοδικής τάσης

Ο διευθύνων σύμβουλος της Fast Finance ΑΕΠΕΥ Ηλίας Ζαχαράκης σημειώνει: «Ο γενικός δείκτης τον Σεπτέμβριο του 2014 γύρισε πτωτικά έπειτα από περίπου δύο χρόνια ανόδου με αφορμή τις πολιτικές εξελίξεις. Για πρώτη φορά ύστερα από δύο περίπου χρόνια η αγορά δοκιμάζει να αλλάξει τη μεσοπρόθεσμη πτωτική της τάση.

Συνήθως μια πρώτη διάσπαση μπορεί να μας δώσει μία έξαρση τιμών και αμέσως μετά να κάνει μία διόρθωση, η οποία όμως είναι ευκαιρία για αγορά. Περιμένουμε και το κλείσιμο μήνα για να δούμε πώς θα διαμορφωθεί το σερί, μιας και αν τα καταφέρει θα είναι η πρώτη φορά από το 2014 που θα έχουμε σημάδι αλλαγής μεσοπρόθεσμης τάσης.

Χρειάστηκε να χαθεί ο έλεγχος του τραπεζικού κλάδου από τη χώρα, αλλά και να περάσουν όλες εκείνες οι πολιτικές δυνάμεις από την εξουσία που πίστευαν πως η κατάσταση μπορεί να αλλάξει με εύκολους τρόπους.

Μπροστά μας, φυσικά, έχουμε σημαντικά προβλήματα, μιας και από τη μία η αξιολόγηση μας ανοίγει τον δρόμο να αποφύγουμε πολύ χειρότερες καταστάσεις, βοηθάει σημαντικά ειδικά τον τραπεζικό κλάδο να πάρει ανάσες, παρ’ όλα αυτά ο τρόπος με τον οποίο αποφασίστηκε να κλείσει η συμφωνία δεν μας φαίνεται ότι είναι και ο πιο κατάλληλος για να υπάρχει εύκολη βιωσιμότητα των μέτρων στο μέλλον, αλλά και καλές πιθανότητες για μία σοβαρή ανάπτυξη που θα μας βοηθήσει πιο γρήγορα στην ανάκαμψη της πολύπαθης οικονομίας. Σίγουρα στην πορεία θα υπάρξουν σημαντικές ακόμα παρεμβάσεις».

Την εντονότερη συναλλακτική δραστηριότητα στην εξαετία παρουσίασαν: Εθνική Τράπεζα (19,06% του συνολικού τζίρου), Alpha Bank (11,7%), Πειραιώς (9,8%), ΟΠΑΠ (9,4%), ΟΤΕ (9,14%). Η αντίστοιχη κατάταξη των κεφαλαιοποιήσεων διαμορφώνεται ως εξής: Coca Cola (6,6 δισ. ευρώ), ΟΤΕ (4,1 δισ.), Αlpha Bank (3,5 δισ.), Εθνική (2,7 δισ. ευρώ), Πειραιώς (2,3 δισ.).