Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Τον στόχο που είχαν θέσει οι δανειστές για ολόκληρο το 2018 όσον αφορά την επιβολή αναγκαστικών μέτρων στους οφειλέτες με ληξιπρόθεσμα χρέη άνω των 500 ευρώ «έπιασε» η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων από το πρώτο κιόλας τρίμηνο του έτους. Με την προσθήκη 59.894 ατόμων στον κατάλογο όσων έχουν δεσμευμένους τραπεζικούς λογαριασμούς στο τρίμηνο Ιανουαρίου-Μαρτίου, ο αριθμός των φορολογούμενων υπό αναγκαστικά μέτρα έχει φτάσει πλέον σε 1.109.971 άτομα και αντιστοιχεί στο 64,51% του πληθυσμού των φορολογουμένων εις βάρος των οποίων μπορούν να κινηθούν οι σχετικές διαδικασίες. Για το πρώτο τρίμηνο της φετινής χρονιάς, οι δανειστές ζητούσαν το αντίστοιχο ποσοστό να βρίσκεται στο 53%, με προοπτική να αυξηθεί στο 59% μέχρι το τέλος του 2018.
Αναγκαστικά μέτρα μπορούν να ληφθούν εις βάρος όσων έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές άνω των 500 ευρώ. Από το σύνολο των 3.907.847 ατόμων με χρέη προς την εφορία, το συγκεκριμένο όριο ξεπερνούν 1.720.690 άτομα και απ’ αυτούς έχουν ήδη αναγκαστικά μέτρα -κυρίως δεσμευμένους τραπεζικούς λογαριασμούς- περίπου οι δύο στους τρεις. Ο ταχύτατος ρυθμός αύξησης των φορολογουμένων που εντάσσεται σε αυτή την κατηγορία οφείλεται κατά κύριο λόγο στην ενεργοποίηση του ειδικού λογισμικού που στέλνει σχεδόν αυτόματα στις τράπεζες τα αιτήματα για τη λήψη αναγκαστικών μέτρων (Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών ή ΣΜΤΛ&ΛΠ). Από το τέλος του 2015 μέχρι σήμερα, ο αριθμός των φορολογούμενων υπό αναγκαστικά μέτρα έχει αυξηθεί κατά 414.897 άτομα.
Η μαζικότητα των μέτρων αλλά και οι τεράστιες δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένας οφειλέτης για να αποδεσμεύσει τους λογαριασμούς του από τη στιγμή που αυτοί θα δεσμευτούν έχουν μετατρέψει το θέμα σε μείζον πρόβλημα τόσο για τη ρευστότητα στην αγορά όσο και για την ειλικρινή αποτύπωση των εισοδημάτων στις φορολογικές δηλώσεις. Η μεγάλη πλειονότητα των φορολογουμένων που έχουν δεσμευμένους τραπεζικούς λογαριασμούς είναι επαγγελματίες ή σύζυγοι επαγγελματιών οι οποίοι δεν έχουν μπει στη διαδικασία να ακολουθήσουν τη διαδικασία του «διαχωρισμού χρεών» μέσω των ΔΟΥ. Από τη στιγμή που θα γίνει η δέσμευση του λογαριασμού, ο οφειλέτης -με το ισχύον καθεστώς- θα πρέπει να μπει στη διαδικασία να αποπληρώσει τουλάχιστον το 50% (ή σε ορισμένες περιπτώσεις και το 70% των χρεών) προκειμένου να αποδεσμευτεί μέρος του τραπεζικού λογαριασμού.
Οι δείκτες απόδοσης της ΑΑΔΕ
Εντός στόχων κινείται η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων και με βάση τους περισσότερους από τους υπόλοιπους δείκτες που περιλαμβάνει το τεχνικό μνημόνιο. Στην εισπραξιμότητα των ελέγχων από το Κέντρο Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου, τα στοιχεία εμφανίζουν ένα εντυπωσιακό ποσοστό, το οποίο όμως δεν αποτυπώνεται σε μεγάλα νούμερα σε απόλυτους αριθμούς.
Υστέρηση καταγράφεται στην εισπραξιμότητα επί του νέου χρέους που δημιουργείται προς τις φορολογικές αρχές (σ.σ.: και το οποίο έχει ήδη φτάσει στα 3,555 δισ. ευρώ στο τρίμηνο), αλλά και στο ποσοστό ολοκλήρωσης των νέων ελέγχων που αφορούν υποθέσεις μεταγενέστερες του 2011 (σ.σ.: και οι οποίες παρουσιάζουν φορολογικά το μεγαλύτερο ενδιαφέρον μετά και την απόφαση του ΣτΕ που κατέστησε οριστική την παραγραφή στην 5ετία). Αναλυτικά:
1. Οι εισπράξεις έναντι του παλαιού ληξιπρόθεσμου χρέους της φορολογικής διοίκησης -το οποίο με βάση τα στοιχεία Μαρτίου ανήλθε στα 97,885 δισ. ευρώ χωρίς τους τόκους- ανήλθαν στα 985 εκατ. ευρώ, με τον στόχο να έχει οριστεί από το τεχνικό μνημόνιο στα 940 εκατ. ευρώ για τη συγκεκριμένη περίοδο. Ο στόχος για ολόκληρη τη χρονιά έχει οριστεί στα 2,8 δισ. ευρώ.
2. Η εισπραξιμότητα επί του νέου ληξιπρόθεσμου χρέους έχει φτάσει στο 12,5% όταν ο στόχος για τον Μάρτιο ήταν στο 15%, ενώ μέχρι το σύνολο του έτους θα πρέπει να φτάσει στο 24%.
Από τα πρώτα δύο αυτά στοιχεία προκύπτει ότι από τώρα και μέχρι το τέλος του έτους, οι φορολογικές αρχές θα πρέπει να εισπράξουν τουλάχιστον 4 δισ. ευρώ από τα παλαιά και νέα ληξιπρόθεσμα χρέη προκειμένου να επιτευχθούν οι μνημονιακοί στόχοι. Σε αυτό το νούμερο φτάνει ο πήχης αν ληφθεί υπ’ όψιν ότι εκκρεμούν εισπράξεις περίπου 1,9 δισ. ευρώ από τη δεξαμενή των παλαιών οφειλών και ότι τα «φρέσκα» χρέη του 2018 θα φτάσουν και πάλι στα 10-11 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση (εκ των οποίων θα πρέπει να εισπραχθούν συνολικά περίπου 2,5 δισ. ευρώ και μέχρι στιγμής έχουν συγκεντρωθεί περίπου 410 εκατ. ευρώ).
Η εισπραξιμότητα από τους ελέγχους του Κέντρου Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (ΚΕΜΕΕΠ) ανήλθε στο 57% όταν ο στόχος για το πρώτο τρίμηνο του 2018 ήταν να φτάσει στο 48%. Στο Κέντρο Ελέγχου Φυσικών Προσώπων Μεγάλου Πλούτου (ΚΕΦΟΜΕΠ) η εισπραξιμότητα έφτασε στο 140,6%, με τον στόχο να είναι στο μόλις 16%. Βέβαια, τα ποσοστά αυτά δεν μεταφράζονται σε πολύ υψηλές εισπράξεις. Το εντυπωσιακό 140,58% του ΚΕΦΟΜΕΠ αντιστοιχεί σε έσοδα μόλις 12,94 εκατ. ευρώ για το πρώτο τρίμηνο της φετινής χρονιάς όταν ολόκληρο το 2017 είχαν εισπραχθεί 56,99 εκατ. ευρώ.
Υπενθυμίζεται ότι το ΚΕΦΟΜΕΠ έχει υπό την αρμοδιότητά του τους ελέγχους των offshore εταιρειών, αλλά και τις λίστες με τα εμβάσματα. Στο ΚΕΜΕΕΠ, οι εισπράξεις στο πρώτο τρίμηνο ανήλθαν στα 146,05 εκατ. ευρώ όταν ολόκληρο το 2017 είχαν συγκεντρωθεί 119,26 εκατ. ευρώ.
Αλλάζει το σύστημα αποδέσμευσης λογαριασμών
Το υπουργείο Οικονομικών, η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων και η Ένωση Ελληνικών Τραπεζών έχουν ανακοινώσει ότι έχει ξεκινήσει η συνεργασία για να αλλάξει το σύστημα «αποδέσμευσης» των τραπεζικών λογαριασμών ειδικά για τους φορολογούμενους που εντάσσονται στις ρυθμίσεις της εφορίας για να τακτοποιήσουν τα χρέη τους. Με βάση τις ανακοινώσεις που έχει κάνει ο επικεφαλής της ΑΑΔΕ Γιώργος Πιτσιλής, εξετάζεται ένα νέο σύστημα το οποίο θα «επιβραβεύει» με σταδιακή αποδέσμευση του υπολοίπου του τραπεζικού λογαριασμού όσους είναι συνεπείς στην καταβολή των δόσεων της ρύθμισης. Αυτό το σύστημα, από πλευράς εισπράξεων φαίνεται να συμφέρει και τις φορολογικές αρχές. Με δεδομένη την έκταση που έχει λάβει το φαινόμενο των αναγκαστικών μέτρων, όσοι έχουν χρέη στην εφορία ή στα ασφαλιστικά ταμεία φροντίζουν την όποια ρευστότητα τους έχει απομείνει να την κρατούν εκτός τράπεζας. Έτσι, όταν γίνεται η λήψη των αναγκαστικών μέτρων η εφορία έρχεται συνήθως αντιμέτωπη με άδειους τραπεζικούς λογαριασμούς ή καταθέσεις με μικρά υπόλοιπα. Η διακίνηση χρήματος εκτός τραπεζικών λογαριασμών, εκτός του ότι «φρενάρει» την προσπάθεια επιστροφής των καταθέσεων στις τράπεζες, ενισχύει και τις «μαύρες συναλλαγές», καθώς οι οφειλέτες έρχονται σε συνεννόηση με τους πελάτες τους να πληρώνονται κάτω από τραπέζι.