Skip to main content

Aμερικανικές τράπεζες: Η μεταβλητότητα απογειώνει τα κέρδη

Άκρως δυναμικές επιδόσεις συνεχίζουν να παρουσιάζουν οι επενδυτικές τράπεζες των ΗΠΑ, με την έντονη μεταβλητότητα στις διεθνείς αγορές να αποδεικνύεται «σύμμαχος» και όχι αντίπαλος. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα της JPMorgan Chase, η οποία είδε τόσο τα έσοδα όσο και τα κέρδη της το πρώτο τρίμηνο του 2018 να εκτινάσσονται σε επίπεδα-ρεκόρ. 

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα, τα έσοδα αυξήθηκαν σε εννέα από τα έντεκα βασικά τμήματα της επενδυτικής τράπεζας. Τα έσοδα από πράξεις σε χρηματοοικονομικές αγορές ήταν αυξημένα κατά 13% σε σχέση το αντίστοιχο διάστημα του 2017. Άλμα 26% στα 2,02 δισ. δολάρια έκαναν τα έσοδα από συναλλαγές μετοχών, υπερβαίνοντας με άνεση τον πήχη των προσδοκιών των αναλυτών. Αυξημένα κατά 8% στα 4,55 δισ. δολάρια ήταν τα έσοδα από συναλλαγές ομολόγων, ενώ τα έσοδα από άλλες πράξεις σταθερού εισοδήματος έμειναν αμετάβλητα. 

Τα συνολικά έσοδα αυξήθηκαν 10% στα 28,5 δισ. δολάρια, ενώ οι δαπάνες ενισχύθηκαν μόνο 5% στα 16,1 δισ. δολάρια. Τα καθαρά κέρδη έκαναν «άλμα» στα 8,7 δισ. δολάρια ή 2,37 δολάρια ανά μετοχή από 6,45 δισ. δολάρια ή 1,65 δολ. ανά μετοχή.

Παρόμοια η εικόνα και για τη Citigroup. Τα έσοδά της από συναλλαγές μετοχών έκαναν άλμα 38%, υπερκαλύπτοντας έτσι την πτώση 7% των εσόδων από πράξεις στην αγορά σταθερού εισοδήματος. Άνοδο 7% παρουσίασαν και τα έσοδα από τις δραστηριότητες καταναλωτικών δανείων, φτάνοντας 8,4 δισ. δολάρια. Τα έσοδά της ανήλθαν στα 18,872 δισ. δολάρια, έναντι προβλέψεων για 18,86 δισ. δολ., ενώ τα κέρδη της ανήλθαν στα 1,68 δολ. ανά μετοχή, έναντι προσδοκιών για κέρδη 1,61 δολ. ανά μετοχή. 

Καλύτερες των προβλέψεων ήταν, εν τω μεταξύ, και οι επιδόσεις της Wells Fargo, η οποία είναι εκ των κορυφαίων χορηγών στεγαστικών δανείων στις ΗΠΑ. Η τράπεζα εμφάνισε καθαρά κέρδη ύψους 5,94 δισ. δολαρίων ή 1,12 δολαρίων ανά μετοχή, έναντι προβλέψεων σε πρόσφατη δημοσκόπηση του Reuters για κέρδη 1,06 δολ. ανά μετοχή. Τα έσοδά της υποχώρησαν στα 21,9 από 22,3 δισ. δολάρια, αλλά ήταν υψηλότερα των προσδοκιών. 

naftemporiki.gr