Skip to main content

Το «καύσιμο» 2,4 τρισ. για το αμερικανικό επιχειρείν

Σε μία περίοδο μεταβλητότητας και αβεβαιότητας στις διεθνείς αγορές μετοχών, οι επιχειρήσεις των ΗΠΑ στρέφονται για άντληση πολύτιμου ρευστού στα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια. Βρίσκουν σε αυτά ολοένα και μεγαλύτερο στήριγμα για την ανάπτυξή τους. 

Σύμφωνα με στοιχεία της Dealogic, που δημοσιεύει σήμερα η Wall Street Journal, πέρυσι οι αμερικανικές επιχειρήσεις άντλησαν ιδιωτικά κεφάλαια ύψους 2,4 τρισ. δολαρίων. Το ποσό ήταν κατά 300 δισ. δολάρια υψηλότερο σε σχέση με τα 2,1 τρισ. δολάρια, που αντλήθηκαν απο τις δημόσιες αγορές. Μεταξύ των μεθόδων άντλησης ιδιωτικών κεφαλαίων ξεχωρίζουν τα private placements, των οποίων η αξία ανήλθε το 2017 στα 1,6 τρισ. δολάρια. 

Αξίζει να σημειωθεί ότι η περσινή χρονιά δεν ήταν η πρώτη, κατά την οποία τα ιδιωτικά κεφάλαια ήταν περισσότερα από εκείνα, που αντλήθηκαν από τις αγορές. Τα πρώτα υπερίσχυσαν για πρώτη φορά το 2011. Ωστόσο πέρυσι το χάσμα μεταξύ των δύο ήταν μεγαλύτερο από ποτέ. Oι εταιρείες καταφεύγουν στα ιδιωτικά κεφάλαια θέλοντας να υπερβούν τα ρυθμιστικά εμπόδια, που υπάρχουν στις αρχικές και δευτερεύουσες δημόσιες εγγραφές, αλλά και σε μία προσπάθεια να περιορίσουν την εξάρτησή τους από τις αγορές μετοχών και ομολόγων. 

Όπως εξηγούσαν αναλυτές στη Wall Street Journal τα ιδιωτικά κεφάλαια φαίνεται να ενθαρρύνουν την καινοτομία, καθώς επιτρέπουν στις επιχειρήσεις να αναλάβουν το ρίσκο επένδυσης σε νέα προϊόντα και αγορές, χωρίς να υποχρεώνονται να δηλώνουν άμεσα τον αντίκτυπο των εγχειρημάτων τους στα οικονομικά αποτελέσματα. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι στη μέθοδο αυτή άντλησης ρευστού στηρίζεται περισσότερο από κάθε άλλο κλάδο η Σίλικον Βάλεϊ. 

Όσο βέβαια ενισχύεται η σπουδαιότητα των ιδιωτικών κεφαλαίων τόσο μειώνονται οι εισηγμένες. Αν και η κεφαλαιοποίηση των αγορών έχει αυξηθεί αισθητά, ο αριθμός των εισηγμένων εταιρειών είναι σήμερα περίπου 50% χαμηλότερος σε σχέση με το 1996, σύμφωνα με τη WSJ. 

naftemporiki.gr