Skip to main content

Τα έξι ζητούμενα στο μέτωπο της οικονομίας μέχρι το Πάσχα

Από την έντυπη έκδοση

Του Θάνου Τσίρου
[email protected]

Εξαιρετικά σφικτή είναι η «εαρινή ατζέντα» του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης. Μέσα στις επόμενες εβδομάδες -με την αρχή να γίνεται από την τρέχουσα- θα πρέπει να κλείσει η δεύτερη μεταμνημονιακή αξιολόγηση και να ενεργοποιηθούν τα πρώτα μεταμνημονιακά μέτρα διευθέτησης του χρέους, να προχωρήσει η τρίτη μεταμνημονιακή αξιολόγηση, να συνταχθεί το μεσοπρόθεσμο σχέδιο δημοσιονομικής στρατηγικής για την περίοδο μέχρι το 2023, να οριστικοποιηθεί το σχέδιο αντιμετώπισης των «κόκκινων» δανείων, να φτιαχτεί το πλαίσιο αντιμετώπισης των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου και να ληφθούν αποφάσεις για την αντιμετώπιση των αναδρομικών διεκδικήσεων από συνταξιούχους και δημοσίους υπαλλήλους.

«Κερασάκι στην τούρτα» είναι η οργάνωση μιας ακόμη εξόδου της χώρας στις αγορές, ώστε το ετήσιο πλάνο δανεισμού να ολοκληρωθεί πριν καν φτάσουμε στις κρίσιμες ευρωεκλογές της 26ης Μαΐου. Για το οικονομικό επιτελείο το ζητούμενο είναι μέσα στις επόμενες εβδομάδες -και σε κάθε περίπτωση πριν από το Πάσχα- να έχει ξεκαθαρίσει πλήρως το τοπίο στο «μέτωπο» της οικονομίας, καθώς η αμφιβολία μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες. Πόσο μάλλον όταν για την ελληνική οικονομία το ζητούμενο είναι να εξασφαλιστούν φέτος ισχυροί ρυθμοί ανάπτυξης άνω του 2%, παρά τις σαφείς τάσεις επιβράδυνσης στην Ευρώπη, αλλά και το γεγονός ότι βρισκόμαστε σε προεκλογική χρονιά. Το επιθυμητό για το οικονομικό επιτελείο είναι:

Η δόση του 1 δισ. ευρώ
 Στο Eurogroup της 5ης Απριλίου να εγκριθεί η δόση του 1 δισ. ευρώ – κάτι που προϋποθέτει σε πολύ μεγάλο βαθμό την κατάθεση του νομοσχεδίου για την πρώτη κατοικία μέσα στην εβδομάδα, ώστε η διαδικασία της ψήφισης να έχει ολοκληρωθεί πριν από τη συνεδρίαση του Euro Working Group της 25ης Μαρτίου. Η μεγάλη εκκρεμότητα αυτή τη στιγμή έχει να κάνει με τις προϋποθέσεις ένταξης των επαγγελματικών δανείων που έχουν δοθεί με προσημείωση της κύριας κατοικίας του επαγγελματία. Πρόκειται για δάνεια συνολικού ύψους περίπου 2 δισ. ευρώ για τα οποία οι θεσμοί ζητούν αυστηρότερα κριτήρια ένταξης (δηλαδή, ο οφειλέτης να μην μπορεί να ενταχθεί αν η αξία του ακινήτου ξεπερνά τα 100.000 ευρώ και όχι τα 250.000 ευρώ όπως θα ισχύει για τα υπόλοιπα δάνεια).

Τα «κόκκινα» δάνεια
 Μέσα στον Απρίλιο η Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να δώσει την απάντησή της επί της πρότασης διευθέτησης των «κόκκινων» δανείων που έχει κατατεθεί από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και το οποίο προβλέπει τη δημιουργία του σχήματος διαχείρισης στοιχείων του ενεργητικού (Asset Protection Scheme) στο οποίο και θα μεταβιβαστούν «κόκκινα» δάνεια συνολικού ύψους της τάξεως των 15 δισ. ευρώ.

Οι οφειλές σε εφορία, Ταμεία
Μέσα στον Απρίλιο να ξεκαθαρίσει πλήρως το θέμα της ρύθμισης των ληξιπρόθεσμων οφειλών τόσο προς την εφορία όσο και προς τα ασφαλιστικά ταμεία. Το θέμα προγραμματίστηκε να συζητηθεί με τους θεσμούς ως τμήμα της τρίτης μεταμνημονιακής αξιολόγησης, η οποία θα ξεκινήσει -πιθανότατα- στις αρχές Απριλίου. Η ελληνική πλευρά έχει δεσμευτεί ότι δεν θα αιφνιδιάσει τους δανειστές, καταθέτοντας εγκαίρως τα σχέδιά της τόσο για τη ρύθμιση των οφειλών προς την εφορία όσο και για τις οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία. Η κατάθεση των προτάσεων είναι πιθανό να γίνει μέσα στην τρέχουσα εβδομάδα ή την επόμενη. Στο υπουργείο Οικονομικών ολοκληρώνουν την πρόταση που προβλέπει τη ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς την εφορία σε έως και 120 δόσεις. Η ένταξη στη ρύθμιση θα έχει:

α) Συγκεκριμένη διάρκεια ζωής, κάτι που σημαίνει ότι οι οφειλέτες θα πρέπει να κάνουν τις σχετικές αιτήσεις μέσα σε μια ορισμένη χρονική περίοδο, πιθανότατα τριών μηνών.

β) Εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια για την ένταξη, ώστε να αποκλείονται οι κακοπληρωτές.

γ) Καθορισμό του αριθμού των δόσεων (οι οποίες θα φτάνουν έως και τις 120) ανάλογα με το εισόδημα.

δ) Διαγραφή προστίμων και προσαυξήσεων με την ολοκλήρωση της ρύθμισης (δηλαδή με την πλήρη αποπληρωμή), όχι όμως και του κεφαλαίου των φόρων.

Αντίστοιχα, το υπουργείο Εργασίας θέλει να ενεργοποιήσει την πολυδιαφημισμένη ρύθμιση που εξασφαλίζει διαγραφή οφειλών και από εισφορές, και από προσαυξήσεις, με αποτέλεσμα τα βεβαιωμένα χρέη να περιορίζονται ακόμη και πάνω από 70%. Το θέμα των ρυθμίσεων είναι πλέον κρίσιμο για το οικονομικό επιτελείο, καθώς το ξεκαθάρισμα του τοπίου εκτιμάται ότι θα αποτυπωθεί και στη συνολική πορεία των εσόδων. Η αβεβαιότητα δεν βοηθάει. Μετά την 28η Φεβρουαρίου, μάλιστα, η αναγκαιότητα του να γνωστοποιηθούν οι τελικές αποφάσεις έγινε ακόμη μεγαλύτερη, καθώς πολλές χιλιάδες αυτοαπασχολουμένων βρέθηκαν χωρίς ιατροφαρμακευτική περίθαλψη λόγω ληξιπρόθεσμων οφειλών.

Το πρωτογενές πλεόνασμα
Στις 23 Απριλίου, η Ελληνική Στατιστική Αρχή να πιστοποιήσει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα -σε μνημονιακούς όρους- έκλεισε πάνω από το όριο του 3,5% του ΑΕΠ (πληροφορίες αναφέρουν ότι θα διαμορφωθεί τουλάχιστον στο 3,8%). Το υπερπλεόνασμα του 2018, παρά τις αυξημένες δαπάνες για το έκτακτο μέρισμα και τα αναδρομικά των ειδικών μισθολογίων, θα διευκολύνει το οικονομικό επιτελείο και στις διαπραγματεύσεις της τρίτης μεταμνημονιακής αξιολόγησης, και στην κατάρτιση του μεσοπρόθεσμου σχεδίου δημοσιονομικής στρατηγικής (όπου αναγκαστικά θα μπουν για πρώτη φορά στο τραπέζι οι προβλέψεις για τον προϋπολογισμό του 2020), αλλά και στο θέμα των αναδρομικών διεκδικήσεων των δημοσίων υπαλλήλων για τα δώρα Χριστουγέννων και Πάσχα. Είναι πολύ πιθανό ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας θα εκδώσει τη σχετική απόφαση για την αντισυνταγματικότητα της κατάργησης των δώρων (1.000 ευρώ ανά υπάλληλο), υποχρεώνοντας έτσι την κυβέρνηση να δώσει τις πρώτες απαντήσεις επί του θέματος. Το οικονομικό επιτελείο βρίσκεται ήδη σε διαβουλεύσεις με τους δανειστές επί του θέματος, καθώς ειδικά το θέμα των δώρων απαιτεί διπλή λύση. Πρώτον, πρέπει να βρεθεί τρόπος χρηματοδότησης των αναδρομικών διεκδικήσεων (το κόστος ανέρχεται περίπου στα 700 εκατ. ευρώ ετησίως, αλλά πρέπει να ξεκαθαρίσει το έτος έναρξης των καταβολών) και δεύτερον, πρέπει να απαντηθεί το ερώτημα τι θα γίνει από εδώ και στο εξής. Διατήρηση των δώρων και στο μέλλον συνεπάγεται επιβάρυνση και των επόμενων προϋπολογισμών με το ποσό των 700 εκατ. ευρώ.

Η ημερομηνία των εκλογών
 Μέχρι το Πάσχα να έχει ξεκαθαρίσει και το θέμα της ημερομηνίας των βουλευτικών εκλογών, ώστε να μην υπάρχει ούτε αυτό το στοιχείο αβεβαιότητας. Κυβερνητικά στελέχη υποστηρίζουν ότι η πραγματοποίηση των εκλογών στον προγραμματισμένο από το Σύνταγμα χρόνο δεν συνιστά στοιχείο αβεβαιότητας για τις αγορές, καθώς είναι αναμενόμενο γεγονός.