Από την έντυπη έκδοση
Των Θάνου Τσίρου και Νίκου Μπέλλου
Επιβεβαιώνοντας την εκτίμηση περί αύξησης των μέτρων στήριξης για τη φετινή χρονιά στα 11,6 δισ. ευρώ -ή στο 6,5% του φετινού ΑΕΠ-, η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που συντάχθηκε μετά την ολοκλήρωση της 9ης μεταμνημονιακής αξιολόγησης βάζει και πάλι στο τραπέζι σειρά μεγάλων θεμάτων που θα πρέπει να αντιμετωπίσει η ελληνική κυβέρνηση μέσα στους επόμενους μήνες, όπως είναι οι δημοσιονομικές επιπτώσεις της κρίσης και οι πιέσεις που δέχονται οι τράπεζες από τα κόκκινα δάνεια.
Ταυτόχρονα, οι θεσμοί πιέζουν για την εφαρμογή του νέου πτωχευτικού κώδικα χωρίς καμία άλλη παράταση, όπως και για τους πλειστηριασμούς, ενώ η έκθεση σημειώνει πως οι νέες αντικειμενικές αξίες των ακινήτων θα πρέπει να ετοιμαστούν μέσα στον Μάρτιο ώστε, στη συνέχεια, να αναπροσαρμοστούν οι συντελεστές υπολογισμού του ΕΝΦΙΑ με δημοσιονομικά ουδέτερο τρόπο. Κάτι που σημαίνει ότι -τουλάχιστον με βάση τις συνεννοήσεις που έχουν γίνει μέχρι τώρα ανάμεσα στην κυβέρνηση και στην Κομισιόν- ο φετινός ΕΝΦΙΑ θα υπολογιστεί με τις νέες αντικειμενικές αξίες.
Ωστόσο, σύμφωνα με ανώτατο στέλεχος του ΥΠΟΙΚ, λόγω της πανδημίας, δεν είναι εύκολη η ολοκλήρωση της αναθεώρησης των αντικειμενικών αξιών, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο νέας αναβολής για την εφαρμογή των νέων τιμών ζώνης.
Σύμφωνα με την έκθεση η πανδημία συνεχίζει να έχει σημαντικό αρνητικό αντίκτυπο στην ελληνική οικονομία, ενώ μετά τη μεγάλη υποχώρηση της οικονομικής δραστηριότητας το δεύτερο τρίμηνο (-14,1%), η ανάκαμψη το τρίτο τρίμηνο χαρακτηρίζεται λιγότερο δυναμική σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρωζώνη και αυτό αποδίδεται στην κρίση που περνάει ο κλάδος του τουρισμού λόγω της πανδημίας.
Οι ισολογισμοί του ελληνικού εταιρικού τομέα
Η αβεβαιότητα αφορά επίσης την ταχύτητα ανάκαμψης του ιδιωτικού τομέα μετά τη λήξη των μέτρων στήριξης, τα οποία θα πρέπει να σχεδιαστούν προσεκτικά για να αποφευχθούν οι επιπτώσεις απότομων αναταράξεων (γκρεμών), που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε εταιρική δυσχέρεια, συμπεριλαμβανομένων των πτωχεύσεων.
Οι αδυναμίες στη δομή του ισολογισμού του ελληνικού εταιρικού τομέα συντελούν στους κινδύνους ανάκαμψης. Ακόμη θεωρούν πως οι γεωπολιτικές εντάσεις στην περιοχή και η παρατεταμένη κρίση μετανάστευσης προσθέτουν περαιτέρω αβεβαιότητα στις μακροοικονομικές προοπτικές. Από την άλλη πλευρά, οι προβλέψεις της Επιτροπής δεν ενσωματώνουν τον οικονομικό αντίκτυπο του Ταμείου Ανάκαμψης για την Ελλάδα, η εφαρμογή του οποίου «αναμένεται να δώσει σημαντική ώθηση στην ανάπτυξη».
Η έκθεση δεν λαμβάνει στην παρούσα φάση υπόψη στον οικονομικό αντίκτυπο τις θετικές επιπτώσεις του Ταμείου Ανάκαμψης για την οικονομία.
Ωστόσο, βλέπει σημαντική ώθηση στην ανάπτυξη από τους πόρους του Ταμείου, ενώ αναφέρει ότι η Κομισιόν βρίσκεται σε συνεχείς επαφές με την κυβέρνηση στο πλαίσιο της υποβολής του ελληνικού σχεδίου επενδύσεων από το Ταμείο.
Για τις μεταρρυθμίσεις σημειώνουν πως, παρά τις δύσκολες συνθήκες, οι αρχές κατάφεραν να προχωρήσουν ικανοποιητικά σε τομείς όπως η εκπαίδευση, η διαχείριση των κρατικών περιουσιακών στοιχείων, καθώς επίσης στις ιδιωτικοποιήσεις και στην πολιτική στον τομέα της ενέργειας.
Πάντως, διαπιστώνουν ότι ο συνολικός ρυθμός εφαρμογής φαίνεται να έχει επιβραδυνθεί σε διάφορους τομείς, κυρίως λόγω της πανδημίας, που έχει καθυστερήσει την εφαρμογή μέτρων για την τήρηση πολλών δεσμεύσεων. Καθυστέρηση επίσης διαπιστώνεται και στις μεταρρυθμίσεις του χρηματοπιστωτικού τομέα, ωστόσο επισημαίνει ότι έχει συμφωνηθεί ένα φιλόδοξο χρονοδιάγραμμα εν όψει της δέκατης έκθεσης του Μαΐου.
Η έκθεση αναφέρει ότι οι συνθήκες χρηματοδότησης στην Ελλάδα παραμένουν ευνοϊκές, ενώ η κυβέρνηση διαθέτει μεγάλο απόθεμα μετρητών.
Οι επισημάνσεις της Κομισιόν
Δημοσιονομικές επιδόσεις: Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένεται να δημοσιεύσει μέσα στην άνοιξη τις αναθεωρημένες εκτιμήσεις της για την πορεία του πρωτογενούς ελλείμματος μέσα στο 2021. Δεδομένου ότι η Ελλάδα μπορεί να κάνει χρήση της «ρήτρας διαφυγής», το έλλειμμα αναμένεται ότι θα κινηθεί υψηλότερα από το 3,4% του ΑΕΠ που ήταν η προηγούμενη εκτίμηση της Κομισιόν ή το 3,9% που έχει αναγραφεί ως πρόβλεψη στον φετινό προϋπολογισμό της Ελλάδας.
Ληξιπρόθεσμες οφειλές Δημοσίου: Το απόθεμα των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα έχει μειωθεί από τον Σεπτέμβριο και μετά, ωστόσο η Κομισιόν κρίνει ότι πρέπει να αναθεωρηθεί το χρονοδιάγραμμα που είχε οριστεί τον Οκτώβριο του 2019 δεδομένου ότι οι στόχοι που είχαν τεθεί δεν έχουν επιτευχθεί. Τον Δεκέμβριο του 2020 το απόθεμα των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του Δημοσίου ανερχόταν στα 979 εκατ. ευρώ. Το γεγονός ότι δεν επιτεύχθηκε ο στόχος, αποδίδεται στην πανδημία. Στο τέλος του χρόνου οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις που δεν συνδέονται με τις συντάξεις ανέρχονταν στα 485 εκατ. ευρώ. Πλέον, θα γίνει νέο πλάνο μηδενισμού μέσα στον Μάρτιο με ορίζοντα υλοποίησης το τέλος Ιουνίου. Όσον αφορά τις εκκρεμότητες που αφορούν τις συντάξεις, αυτές υπολογίζονται στα 500 εκατ. ευρώ και πλέον θα πρέπει να κλείσουν μέχρι το τέλος του χρόνου. Πάντως, για την επιτάχυνση της διαδικασίας αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου αναμένεται νομοθετική παρέμβαση μέσα στον Μάρτιο.
Ιδιωτικοποιήσεις: Επισημαίνει την ολοκλήρωση της συναλλαγής για τη Μαρίνα Αλίμου, ενώ θεωρεί καλές τις προοπτικές για την υλοποίηση του έργου του Ελληνικού τους επόμενους μήνες, καθώς αναμένεται πρόοδος και σε σχέση με την παραχώρηση της Εγνατίας.
Γίνεται επίσης αναφορά στις μεταρρυθμίσεις στον τομέα των δημόσιων οικονομικών και στις δημόσιες επενδύσεις, όπου τονίζεται ότι έχουν αποκτήσει την απαραίτητη δυναμική.
«Μέτρα προς τη σωστή κατεύθυνση»
«Η έκθεση αναγνωρίζει την άμεση και ορθή παρέμβαση της ελληνικής κυβέρνησης, από την αρχή της πανδημίας, για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που ανέκυψαν. Επιβεβαιώνει την αποτελεσματικότητα των μέτρων στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Η συνολική αξία των μέτρων ανήλθε στα 23,6 δισ. ευρώ το 2020, εκ των οποίων τα 15,3 δισ. ευρώ είναι δημοσιονομικές παρεμβάσεις – ξεπερνώντας τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Μέτρα τα οποία συνεχώς προσαρμόζονται, διευρύνονται και εμπλουτίζονται, ανάλογα με τις ανάγκες, φθάνοντας τα 11,6 δισ. ευρώ για το 2021 (από 7,5 δισ. ευρώ στον προϋπολογισμό)» δήλωσε με αφορμή τη δημοσίευση της έκθεσης ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, προσθέτοντας: «Μέτρα τα οποία -όπως υπογραμμίζει- κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση, γεγονός που αποτυπώνεται, μεταξύ άλλων, στην αξιοσημείωτη συγκράτηση της ανεργίας και στην ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων. Είναι, μάλιστα, χαρακτηριστικό ότι γίνεται ειδική αναφορά στη σημαντική τόνωση της ρευστότητας των μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων μέσω των χρηματοδοτικών εργαλείων που έχει σχεδιάσει και υλοποιεί η κυβέρνηση».
Η έκθεση, σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών, χαιρετίζει την προώθηση μεταρρυθμίσεων και την υλοποίηση διαρθρωτικών αλλαγών, παρά τις αντίξοες συνθήκες, σε τομείς όπως οι αποκρατικοποιήσεις, η εκπαίδευση, η ενεργειακή πολιτική, η Δημόσια Διοίκηση και το Λογιστικό Πλαίσιο της Γενικής Κυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένων και των Δημοσίων Επενδύσεων. «Καλωσορίζει επίσης την πρόοδο του προγράμματος “Ηρακλής” για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και την κυβερνητική πρόθεση επέκτασής του».