Skip to main content

Οι προτάσεις της Ελληνικής Ένωσης Επιχειρηματιών για την οικονομία

Mία σειρά από κρίσιμα θέματα, μέσω συγκεκριμένων και επίκαιρων προτάσεων, παρεμβάσεων και πρωτοβουλιών για την ενίσχυση της ελληνικής επιχειρηματικότητας, ανέδειξε η Ελληνική Ένωση Επιχειρηματιών (ΕΕΝΕ) στο 4ο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών.

Ξεχώρισαν, η πρωτοβουλία-γέφυρα που ανακοίνωσε το προεδρείο της ΕΕΝΕ για την ενίσχυση της συνεργατικότητας -clusters, νέοι συνεταιρισμοί και οριζόντιες συνέργειες των επιχειρηματικών και παραγωγικών φορέων του τόπου-, και, δεύτερων, οι δράσεις που συντονίζει, μέσω του διεθνούς βραχίονα της Ένωσης, την ΕΕΝΕ International, για τη μεγιστοποίηση της εξωστρέφειας των ελληνικών επιχειρήσεων.

Συγκεκριμένα, ο Πρόεδρος της ΕΕΝΕ, Δρ. Βασίλης Γ. Αποστολόπουλος, υπογράμμισε την ανάγκη για έναν επαναπροσδιορισμό του ελληνικού επιχειρείν, εστιάζοντας στην πολλαπλασιαστική αξία της καλής εταιρικής διακυβέρνησης και της επένδυσης στον εσωτερικό έλεγχο και το εξωτερικό «auditing», τονίζοντας πως δεν υπάρχουν περιθώρια για άλλες περιπτώσεις σκανδαλώδους κακοδιαχείρισης, ούτε για παρασιτικά και κρατικοδίαιτα μοντέλα στο ελληνικό επιχειρείν. Στην επιτακτική ανάγκη για την ανασύνταξη του ελληνικού επιχειρείν και την επιτάχυνση της ανάπτυξης, «προϋπόθεση επιτυχίας θα είναι η συνεργατικότητα και η έξυπνη διασύνδεση κλάδων, προϊόντων και υπηρεσιών», προσέθεσε χαρακτηριστικά.

Παράλληλα, ο Δρ. Αποστολόπουλος ανακοίνωσε μία νέα, ειδική κατηγορία μέλους στην ένωση, αυτή του «Συνδεδεμένου Θεσμικού Μέλους», «που θα ενισχύσει το διάλογο μεταξύ σημαντικών θεσμικών και επιχειρηματικών φορέων». Προσέθεσε, πως «το κεντρικό ζητούμενο είναι να μεγιστοποιήσουμε το αποτέλεσμα των προσπαθειών μας για μία αλλαγή στην ελληνική οικονομία και επιχειρηματικότητα, που θα διευκολύνει την επιτάχυνση της ανάπτυξης. Της καίριας και πρωταρχικής εθνικής προτεραιότητας».

Ο Πρόεδρος και ο Α’ Αντιπρόεδρος της ΕΕΝΕ, κ. Χριστιανός Χατζημηνάς, αναφέρθηκαν επίσης αναλυτικά στις διεθνείς αποστολές της Ένωσης σε σημαντικές Ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, εστιάζοντας στις προσπάθειες για τη μείωση του ύψους των πρωτογενών πλεονασμάτων και τις σημαντικές επαφές που πραγματοποιήθηκαν στο Γερμανικό Κοινοβούλιο. Υπογράμμισαν πως η ΕΕΝΕ ήταν ο πρώτος επιχειρηματικός φορέας που πραγματοποίησε τέτοια παρέμβαση, ενώ, συμπλήρωσαν πως δρομολογείται νέα σειρά Ευρωπαϊκών επαφών σε κορυφαίο επίπεδο. Ενώ ο Αντιπρόεδρος της ένωσης, εξήγησε τους άξονες στους οποίους θα εστιάσει η ΕΕΝΕ International το επόμενο διάστημα, την ειδική γέφυρα που χτίζεται με τις ΗΠΑ, καθώς και μια σειρά από πρωτοβουλίες ενίσχυσης της εξωστρέφειας του ελληνικού επιχειρηματικού οικοσυστήματος.

Στα πρακτικά του Συνεδρίου η ΕΕΝΕ κατέθεσε επίσης ένα Paper/Κοινή Τοποθέτηση με το Ινστιτούτο Εσωτερικών Ελεγκτών Ελλάδος (ΙΕΕΕ), με τίτλο: ‘Ο Εσωτερικός Έλεγχος & η Συμβολή του στην Εταιρική Διακυβέρνηση: Μία Επαναπροσέγγιση’. Παράλληλα, παρουσιάστηκε το conference report της 5ης Ετήσιας Οικονομικής Διάσκεψης της ΕΕΝΕ, με τίτλο «Από την ανάκαμψη στην Ταχύρρυθμη Ανάπτυξη: Στόχος Hellas 2021», σε επιμέλεια του Διευθυντή Στρατηγικής και Εξωτερικών Σχέσεων της ΕΕΝΕ, κ. Παύλου Ευθυμίου.

Ο Σύμβουλος Αειφορίας και Εταιρικής Υπευθυνότητας της ΕΕΝΕ, Καθηγητής Δρ. Νίκος Αυλώνας, που είναι και Πρόεδρος του Κέντρου Αειφορίας (CSE), παρουσίασε τις ανανεωμένες θέσεις και προτάσεις της ένωσης. Στο σχετικό Paper που κατατέθηκε, γίνεται αναφορά στην σημασία της Βιώσιμης Ανάπτυξης για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών Επιχειρήσεων, όπως και στις νέες διεθνείς τάσεις, βάσει της έρευνας  που έγινε σε Ευρώπη και Βόρεια Αμερική από το CSΕ με τη στήριξη της ΕΕΝΕ. Στα πλαίσια της συνέντευξης τύπου της Παρασκευής, υπογράφηκε και η «Διακήρυξη των Δελφών», μεταξύ της ΕΕΝΕ και της «Διεθνούς Πλατφόρμας για την Συνεργασία», ενός θεσμού που βρίσκεται υπό την Αιγίδα της Τουρκικής Προεδρίας και στοχεύει στην προαγωγή επιχειρηματικών συνεργασιών, τη γεφύρωση επενδύσεων και την διευκόλυνση αμοιβαία επωφελών «project» και συνεργειών. Η συμφωνία αυτή ήρθε σε συνέχεια της επιτυχούς αποστολής της ΕΕΝΕ τον Νοέμβριο στην Κωνσταντινούπολη.

Ένας σημαντικός αριθμός μελών της Ένωσης συμμετείχαν στις εργασίες του φόρουμ. Ξεχώρισαν οι παρεμβάσεις του Προέδρου της Ένωσης, Δρ. Βασίλη Αποστολόπουλου, σε πάνελ με θέμα την ηγεσία, όπου συμμετείχε σε συζήτηση στρογγυλής τράπεζας με τους, κκ. Κόκκαλη, Φέσσα, Θεοδωρόπουλο, Κυριακόπουλο, Βερέμη και Αμμολοχίτη.

Σε ειδικό πάνελ για τη φορολογία η ΕΕΝΕ τόνισε ότι υπάρχει μια κοινή πεποίθηση από πολλούς συμπολίτες μας ότι επί της ουσίας η χώρα, ως «ένα εκκρεμές», πήγε από το ένα άκρο της ασυδοσίας προ κρίσης στο άλλο άκρο, όπου επικρατεί μια υπέρμετρη τιμωρητικότητα, που δεν αφήνει εκατομμύρια φορολογούμενους να αλλάξουν σελίδα. Ωστόσο, η Ένωση σημειώνει ότι τα τελευταία 2-3 χρόνια υπάρχει μια σαφέστατη πρόοδος των ελεγκτικών αρχών και κυρίως της Ανεξάρτητης Αρχής Δημόσιων Εσόδων (ΑΑΔΕ) -της οποίας το έργο η ΕΕΝΕ αναγνωρίζει και υποστηρίζει – ώστε «το εκκρεμές» να επανέλθει στο φυσιολογικό του κέντρο. Οποιαδήποτε ευνοϊκή ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων χρεών του ιδιωτικού τομέα προς το Δημόσιο πρέπει να λαμβάνει υπόψιν και τους συνεπείς φορολογούμενους και να μην επιβραβεύει απλά τους ασυνεπείς, πάντα βέβαια χωρίς διάθεση τιμωρητικότητας, αλλά κυρίως, με τη βούληση να δοθεί μια δεύτερη ευκαιρία. Στόχος είναι να φύγουμε σταδιακά από την κατάσχεση και να πάμε προς στην επιπλέον φορολογία των μελλοντικών εισοδημάτων έναντι των ρυθμίσεων. 

Ως εκ τούτου, η ΕΕΝΕ αναφέρθηκε στην επιτακτική ανάγκη για μια ευνοϊκή ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών, με γενναία ευνοϊκή ρύθμιση κυρίως για μικρο-οφειλέτες (έως €10.000) που αποτελούν και το συντριπτικό ποσοστό των οφειλετών (3,75 εκ. φορολογούμενοι) ή 92% του συνόλου. Το οξύτατο πρόβλημα των ληξιπρόθεσμων οφειλών έχει ξεπεράσει τα €100 δις και αφορά πάνω από 4 εκ. φορολογούμενους. Η ΕΕΝΕ προτείνει την υιοθέτηση μίας καθολικής ρύθμισης για τους εν λόγω οφειλέτες – με κύριο χαρακτηριστικό τις 120 δόσεις – που θα είναι πιο γενναιόδωρη προς τους μικρο-οφειλέτες, προβλέποντας γενναία ρύθμιση οφειλών, αλλά και που θα προσφέρει επίσης ουσιαστική ρύθμιση οφειλών και για φορολογούμενους με μεγαλύτερες οφειλές, για ποσά άνω των €100.000. Στους οφειλέτες με μεγαλύτερα ποσά δεν θα προβλέπεται αναγκαστικά γενναία ρύθμιση οφειλών, αλλά οπωσδήποτε διαγραφή τόκων και προσαυξήσεων, και άλλων προστίμων με τη ρύθμιση των οφειλών τους. Σε αντιστάθμισμα αυτής της ρύθμισης, και για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά και με σκοπό τη σταδιακή απεμπλοκή από το μέτρο της κατάσχεσης, προτείνεται μία αύξηση φόρου της τάξεως του 5% που θα αφορά μελλοντικά εισοδήματα των φορολογούμενων (φυσικών και νομικών προσώπων) που βρίσκονται σε ρύθμιση έναντι του ποσού ή μέχρι να αποπληρωθούν. Δηλαδή, με απλά λόγια εάν δεν είναι εφικτό ακόμη και ένα κούρεμα, να μπορεί τουλάχιστον ένα μέρος της οφειλής να πιστώνεται έναντι των μελλοντικών εισοδημάτων με την προσαυξημένη κλίμακα του 5%.

Αντίστοιχα, για τα θέματα της Δημόσιας Διοίκησης και Απονομής Δικαιοσύνης, που αποτελούν βασικούς πυλώνες ενός σύγχρονου κράτους, η ΕΕΝΕ κατέθεσε επίσης πρακτικές προτάσεις και έξυπνες λύσεις για τη βελτίωση της δημόσιας διοίκησης, με έμφαση σε μέτρα τύπου «bypass», στο πνεύμα των ΚΕΠ. Οι χρονικές καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης είναι ίσως το μεγαλύτερο επενδυτικό αντικίνητρο για οποιονδήποτε ξένο κυρίως, αλλά  και Έλληνα επενδυτή επιχειρηματία. Στη βάση αυτή η ΕΕΝΕ τόνισε ότι η δικαιοσύνη χρειάζεται άμεσα πόρους για να κινηθεί πιο γρήγορα, προτείνοντας να δημιουργηθούν ευέλικτοι μηχανισμοί, όπως το επιτυχημένο παράδειγμα των ΚΕΠ, που να μπορούν να επιταχύνουν τη διαδικασία λήψης αποφάσεων, τουλάχιστον για οικονομικής φύσης θέματα, αλλά και να προμηθεύονται με εξπρές διαδικασίες τα ανάλογα υλικοτεχνικά μέσα (υπολογιστές, γραφεία κλπ) – πάντα βέβαια με τους ίδιους δικαστές και μέσα από την υπάρχουσα δικαιοσύνη.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκάλεσαν επίσης οι προτάσεις της Ένωσης για πρόσθετα αναπτυξιακά κίνητρα στις εισφορές και τη φορολογία των επιχειρήσεων, και συγκεκριμένα τους οριακούς συντελεστές στον επιπλέον παραγόμενο πλούτο, καθώς και η πρόταση για την επαναφορά των αντικειμενικών κριτηρίων σε εθελούσια βάση, που δύναται να συμβάλλει στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και να ανακουφίσει σημαντικά τους ελεγκτικούς μηχανισμούς.