Skip to main content

Ποιες υποθέσεις μπαίνουν στο στόχαστρο της ΑΑΔΕ το τελευταίο δίμηνο του έτους

Shutterstock

Αγώνας δρόμου για να φύγουν εγκαίρως τα «ραβασάκια» με τον «λογαριασμό», αφού σύμφωνα με το ΣτΕ το δικαίωμα του Δημοσίου να επιβάλλει φόρους και πρόστιμα θα χάνεται αν δεν κοινοποιείται στον φορολογούμενο η καταλογιστική πράξη, εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος

Από την έντυπη έκδοση

Αγώνα δρόμου ξεκινά το τελευταίο δίμηνο του έτους ο ελεγκτικός μηχανισμός για να μη «χαθούν» χιλιάδες υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος, ΦΠΑ, ακινήτων και άλλων φορολογικών αντικειμένων, που μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2022 περνούν στο «απυρόβλητο».

Οι φάκελοι των εν λόγω υποθέσεων έχουν ήδη διαβιβαστεί στις εφορίες και τα Ελεγκτικά Κέντρα προκειμένου να γίνουν οι απαιτούμενοι έλεγχοι και στη συνέχεια να φύγουν τα ειδοποιητήρια με τον «λογαριασμό», αφού η όλη διαδικασία πρέπει να «τρέξει» μετά και την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, στην οποία αναφέρεται ότι το δικαίωμα του Δημοσίου να επιβάλλει φόρους και πρόστιμα θα χάνεται εάν εντός του προβλεπόμενου χρονικού διαστήματος για την παραγραφή δεν κοινοποιήσει στον φορολογούμενο την καταλογιστική πράξη.

Αναλυτικότερα οι υποθέσεις που παραγράφονται στις 31 Δεκεμβρίου 2022 είναι οι ακόλουθες:

1. Οι φορολογικές υποθέσεις, φορολογίας εισοδήματος και ΦΠΑ, του φορολογικού έτους 2016 για τις οποίες έχουν υποβληθεί αρχικές εμπρόθεσμες δηλώσεις, ή για τις οποίες έχουν υποβληθεί αρχικές εκπρόθεσμες δηλώσεις το αργότερο μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2021.

Επισημαίνεται ότι οι συγκεκριμένες υποθέσεις υπάγονται στον κανόνα της πενταετούς παραγραφής, αλλά επί της ουσίας στα 5 + 1 έτη, με δεδομένο ότι η πενταετής προθεσμία αρχίζει να μετράει ένα έτος μετά τη φορολογική χρήση.

Πολύ απλά αυτό σημαίνει ότι για τη χρήση του 2016 η φορολογική δήλωση έπρεπε να υποβληθεί μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2017 και η προθεσμία που έχουν οι φορολογικές αρχές για τη διενέργεια ελέγχου ξεκίνησε να «τρέχει» από την 1η Ιανουαρίου 2017 και εκπνέει στις 31 Δεκεμβρίου 2022. Όποια επιχείρηση δεν ελεγχθεί για τη χρήση του 2016 μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2022 δεν θα μπορεί να ελεγχθεί από την 1η Ιανουαρίου 2023.

Ο έλεγχος μπορεί να επεκταθεί και σε υποθέσεις του έτους 2015, μόνο υπό την προϋπόθεση ότι έχουν ανακύψει νέα συμπληρωματικά στοιχεία.

2. Οι υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος που αφορούν το φορολογικό έτος ή χρήση του 2013, αλλά οι επιτηδευματίες «ξέχασαν» να υποβάλουν έγκαιρα φορολογικές δηλώσεις και τις υπέβαλαν εντός του 2019. Θα πρέπει να αναφερθεί ότι και για τις συγκεκριμένες υποθέσεις η βασική προθεσμία παραγραφής, που είναι 5 χρόνια, έληξε κανονικά στις 31 Δεκεμβρίου 2019, με βάση και τον ανωτέρω κανόνα που ισχύει, εφόσον υποβαλλόταν εμπρόθεσμη φορολογική δήλωση.

Ωστόσο, επειδή υποβλήθηκε εκπρόθεσμη δήλωση το 2019, η προθεσμία παραγραφής επεκτείνεται για μια τριετία ακόμη και φτάνει στα 8 έτη.

3. Οι υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος και ΦΠΑ της χρήσης του 2011, για τις οποίες προέκυψαν «συμπληρωματικά» στοιχεία. Στην περίπτωση που οι φοροελεγκτικές αρχές έχουν εντοπίσει, μετά τη λήξη της κανονικής πενταετούς περιόδου παραγραφής, «συμπληρωματικά» στοιχεία, όπως για παράδειγμα εικονικά τιμολόγια, από τα οποία προκύπτει ότι υπήρξε απόκρυψη εισοδήματος και φοροδιαφυγή, ο χρόνος της μη παραγραφής επεκτείνεται στη δεκαετία. Με βάση τις ισχύουσες διατάξεις, από τα συμπληρωματικά στοιχεία εξαιρούνται οι καταθέσεις σε τράπεζες του εσωτερικού.

4. Οι υποθέσεις ΦΠΑ της φορολογικής χρήσης του έτους 2011 για τις οποίες δεν υποβλήθηκε εκκαθαριστική δήλωση ΦΠΑ. Στις υποθέσεις αυτές ισχύει 10ετής περίοδος παραγραφής που άρχισε να «τρέχει» από την 1η Ιανουαρίου 2012.

5. Οι υποθέσεις του έτους 2006. Η ισχύουσα νομοθεσία προβλέπει ότι στις περιπτώσεις που για κάποιο έτος δεν υποβλήθηκε δήλωση φορολογίας εισοδήματος ή υποβλήθηκε εκπρόθεσμη αρχική δήλωση φορολογίας εισοδήματος, η προθεσμία παραγραφής είναι 15ετής.

Αυτό ουσιαστικά σημαίνει ότι η εφορία έχει το δικαίωμα να διενεργήσει ελέγχους και να επιβάλει πρόστιμα και προσαυξήσεις μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2022 για τις υποθέσεις του φορολογικού έτους 2006.
Με βάση απόφαση του ΣτΕ, η 15ετία είναι το μέγιστο χρονικό όριο παραγραφής, ακόμη και αν υποβληθεί εκπρόθεσμη δήλωση στο 13ο, 14ο ή 15ο έτος, από το έτος υποχρέωσης.

6. Οι υποθέσεις του 2007 που αφορούν δηλώσεις ΦΜΑΠ οι οποίες ή δεν είχαν υποβληθεί για ολόκληρη ή για μέρος της ακίνητης περιουσίας, αλλά και για δηλώσεις Ειδικού Φόρου Ακινήτων που υπόκεινται σε 15ετή παραγραφή.

7. Οι υποθέσεις του 2012 που αφορούν νομικά πρόσωπα που δεν είχαν υποβάλει δηλώσεις ΦΑΠ ή φυσικά πρόσωπα που δεν είχαν υποβάλει δηλώσεις Ε9.

8. Οι υποθέσεις Φόρου Συγκέντρωσης Κεφαλαίου που αφορούν το 2007 και όσους «ξέχασαν» να υποβάλουν δήλωση, για τους οποίους ισχύει 15ετής παραγραφή, αλλά και για το έτος 2012 και για όσους είχαν υποβάλει ανακριβείς δηλώσεις για τις οποίες ισχύει 10ετής παραγραφή.

Για να μη χαθούν λοιπόν σημαντικά έσοδα για το Δημόσιο έχουν ήδη δοθεί σαφείς οδηγίες και εντολές στον ελεγκτικό μηχανισμό να «τρέξει» τον έλεγχο όλων των υποθέσεων, ενώ εφιστάται ιδιαίτερα η προσοχή στις περιπτώσεις που ο έλεγχος δεν μπορούσε να έχει πρόσβαση πληροφοριών, όπως για παράδειγμα εισοδήματα εξωτερικού τα οποία δεν είχαν περάσει ποτέ από το ελληνικό τραπεζικό σύστημα και προφανώς δεν έχουν δηλωθεί, μπορούν να ελεγχθούν σε βάθος 10ετίας.

Στο πλαίσιο αυτό οι ελεγκτές όλων των Ελεγκτικών Κέντρων καλούνται να ανοίξουν τραπεζικούς λογαριασμούς και να συσχετίσουν δηλωθέντα εισοδήματα με τις καταθέσεις και τα περιουσιακά στοιχεία που αποκτήθηκαν τα τελευταία χρόνια.

Στην περίπτωση βέβαια που εντοπιστούν κινήσεις κεφαλαίων που δεν έχουν δηλωθεί στη φορολογία, από Ελλάδα προς το εξωτερικό, η παραγραφή είναι πενταετής καθώς πρόκειται για πληροφορίες που ο ελεγκτικός μηχανισμός θα μπορούσε να έχει πρόσβαση.

Βασικός κανόνας και τυχόν παράταση

Ο βασικός κανόνας που ισχύει, σύμφωνα και με απόφαση (υπ’ αριθμ. Α5185/9.5.2022) του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, είναι ότι το δικαίωμα του Δημοσίου για την κοινοποίηση φύλλου ελέγχου παραγράφεται, κατ’ αρχήν, με την πάροδο πενταετίας από το τέλος του έτους εντός του οποίου λήγει η προθεσμία για την επίδοση της δήλωσης φόρου εισοδήματος, αλλά κατά παρέκκλιση του κανόνα αυτού η παραγραφή καθίσταται δεκαετής, μεταξύ άλλων, στην περίπτωση στην οποία η διαπίστωση της παράβασης στηρίζεται σε στοιχεία («συμπληρωματικά») που περιήλθαν στην αρμόδια για τον καταλογισμό φορολογική αρχή μετά την πενταετία.