Skip to main content

Πολύ μακριά από την «κανονικότητα» οι εκπτώσεις

Από την έντυπη έκδοση

Του Φάνη Ζώη
[email protected]

Μακριά από τις επιδόσεις του 2019, παρά το γεγονός ότι η εικόνα των φετινών εκπτώσεων ήταν καλύτερη από εκείνη της αντίστοιχης περιόδου του 2021, παρέμειναν οι πωλήσεις των εμπορικών καταστημάτων της Αττικής.

Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα διευρυμένης έρευνας του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών και του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών που πραγματοποιήθηκε με τη συμμετοχή 417 σημείων πώλησης.

Το διεθνές περιβάλλον, η έλλειψη ρευστότητας, η άνοδος κόστους ενέργειας και μεταφορών, σε συνδυασμό με την άνοδο των τιμών στα είδη πρώτης ανάγκης, δημιουργούν τεράστιο έλλειμμα στο διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών και εμποδίζουν τη δυναμική ανάπτυξη των πωλήσεων, σύμφωνα με την έρευνα.

Ωφελημένοι και χαμένοι

Σε μεγάλο βαθμό το λιανεμπόριο βασίζεται στην καλή πορεία του τουρισμού, με τα τουριστικά μέρη, το κέντρο της Αθήνας και τα malls να έχουν τη μερίδα του λέοντος των καταναλωτών, ενώ τα συνοικιακά μαγαζιά φυτοζωούν.

Πιο συγκεκριμένα, 6 στις 10 επιχειρήσεις κατέγραψαν μικρότερες πωλήσεις φέτος σε σύγκριση με τις εκπτώσεις του 2019 (59,8%), ενώ περίπου 6 στις 10 επιχειρήσεις (57,7%) είδαν καλύτερες επιδόσεις από πλευράς τζίρου σε σύγκριση με το 2021, ενώ 3 στις 10 επιχειρήσεις επηρεάστηκαν άμεσα και θετικά ως προς τις πωλήσεις τους από τον τουρισμό.

Ταυτόχρονα 4 στα 10 καταστήματα που ασκούν δραστηριότητα σε σημεία που προσελκύουν τουριστική ροή, είτε στο κέντρο της Αθήνας, κοντά στον κύκλο της Ακρόπολης, είτε σε εμπορικά κέντρα (malls), ενίσχυσαν σημαντικά τον τζίρο τους από τους ξένους επισκέπτες. Το ευρύτερο κέντρο της πρωτεύουσας και πιο συγκεκριμένα οι συνοικιακές αγορές της Αθήνας, καθώς και οι περιφερειακές αγορές που αντιπροσωπεύουν το 63,5% του δείγματος και δεν επηρεάζονται από τον τουρισμό αντιμετώπισαν σοβαρό πρόβλημα. Όπως φαίνεται εκ του αποτελέσματος, το ελάχιστο διαθέσιμο εισόδημα των Ελλήνων καταναλωτών δεν μπόρεσε να τονώσει τον τζίρο.

Ο τζίρος των εκπτώσεων του 2022 σε σχέση με το 2019

– Καλύτερο τζίρο άνω του 51%: 0,0%

– Καλύτερο τζίρο από 26%-50%: 1,2%

– Καλύτερο τζίρο από 11%-25%: 1,7%

– Καλύτερο τζίρο έως και 10%: 11,3%

– Χειρότερο τζίρο έως και 10%: 22,1%

– Ίδιο τζίρο: 20,4%

– Χειρότερο τζίρο από 11%-25%: 22,3%

– Χειρότερο τζίρο από 26-50%: 13,7%

– Χειρότερο τζίρο από 51% και άνω: 1,7%

– Δεν ξέρω δεν απαντώ: 5,6%

Ο τζίρος των εκπτώσεων του 2022 σε σχέση με το 2021

– Καλύτερο τζίρο άνω του 51%: 1,4%

– Καλύτερο τζίρο από 26%-50%: 5,3%

– Καλύτερο τζίρο από 11%-25%: 20,1%

– Καλύτερο τζίρο έως και 10%: 30,9%

– Ίδιο τζίρο: 19,7%

– Χειρότερο τζίρο έως και 10%: 10,3%

– Χειρότερο τζίρο από 11%-25%: 6,5%

– Χειρότερο τζίρο από 26%-50%: 4,8%

– Χειρότερο τζίρο από 51% και άνω: 0,0%

– Δεν ξέρω δεν απαντώ: 1,0%

Ποιοι περιλαμβάνονται

Στο δείγμα της έρευνας περιλαμβάνονται αυτοαπασχολούμενοι, μικρές, μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις με δραστηριότητα στην Αθήνα, στις συνοικιακές και περιφερειακές αγορές, καθώς και σε όλες τις μεγάλες οργανωμένες αγορές (malls). Συμμετείχαν επιχειρήσεις εκ των οποίων το 53,5% δραστηριοποιείται στον τομέα ένδυσης, υπόδησης και πώλησης αθλητικών ειδών και αξεσουάρ και το 24% στην πώληση ηλεκτρικών, ηλεκτρονικών και τουριστικών προϊόντων. Εκτός των άλλων, όμως, συμμετείχαν επιχειρήσεις οπτικών, υφασμάτων και λευκών ειδών, καταστήματα πώλησης ρολογιών, κοσμημάτων και μπιζού, αλλά και σημεία διάθεσης ειδών δώρων και προϊόντων οικιακής χρήσης.

Να σημειωθεί ότι τα καταστήματα ένδυσης και υπόδησης διαδραματίζουν κυρίαρχο ρόλο στη διαμόρφωση του τζίρου στο λιανεμπόριο, αλλά και κατά τη διάρκεια των εκπτώσεων, δεδομένου ότι είναι και τα περισσότερα αριθμητικά όλων των υπόλοιπων κατηγοριών.

Προέλευση επιχειρήσεων

– Κέντρο Αθήνας: 46,3%

– Εμπορικές περιοχές εκτός δήμου Αθηναίων: 38,4%

– Συνοικιακές αγορές δήμου Αθηναίων: 15,3%.

Ρεαλιστική απεικόνιση της πραγματικότητας

Με αφορμή τη δημοσιοποίηση των στοιχείων της έρευνας, ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών Σταύρος Καφούνης δήλωσε: «Η έρευνα απεικονίζει απόλυτα την πραγματική κατάσταση στην αγορά και αποτελεί για μία ακόμα φορά ένα χρήσιμο εργαλείο στα χέρια μας.

Αυτοαπασχολούμενοι, μικρές, μεσαίες και μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο κέντρο, τις συνοικίες της Αθήνας, καθώς και στις περιφερειακές αγορές και σε όλα τα εμπορικά κέντρα (malls), δίνουν το στίγμα του λιανεμπορίου σε αυτή τη δύσκολη καμπή, που η αγορά προσπαθεί να ανακάμψει κάτω από ειδικές συνθήκες και την πίεση του πληθωρισμού.

H γλώσσα των αριθμών κατέγραψε συνοπτικά ότι 6 στους 10 είδαν φέτος καλύτερα ταμεία από το 2021, όμως αντίστοιχα 6 στους 10 απέχουν ακόμα αρκετά από το τελευταίο “κανονικό” 2019.

Επίσης, μία εξαιρετική πληροφορία που αποτυπώνει τις δυνατότητες προγραμματισμού για όλες τις επιχειρήσεις, έδειξε ότι μόνο τα μισά σημεία είδαν τις προσδοκίες -και άρα τον προγραμματισμό τους- να επιβεβαιώνεται, ενώ -όπως όλοι περιμέναμε- σχεδόν 4 στα 10 σημεία επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από τον τουρισμό.

Με αυτά τα δεδομένα, είναι ξεκάθαρο ότι πήγαμε καλύτερα από πέρσι, αλλά απέχουμε ακόμη αρκετά από το να ξεπεράσουμε το 2019, που αποτελεί για όλους τον μοναδικό στόχο.

Ο τουρισμός αδιαμφισβήτητα συνεισφέρει στην αύξηση των πωλήσεων, αλλά δεν πρέπει να στηριζόμαστε μόνο σε αυτόν, γιατί όσο απομακρυνόμαστε από περιοχές με τουριστική ροή και βασιζόμαστε μόνο στην εγχώρια κατανάλωση, τόσο δυσκολεύει η κατάσταση. Συνεπώς, σε ένα ασταθές διεθνές περιβάλλον, με την εισαγόμενη ακρίβεια να αφαιρεί εισόδημα από όλους και την αδυναμία σωστού προγραμματισμού, είναι αναγκαίο να ενισχυθεί και να συνεχιστεί η στήριξη σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Η απορρόφηση της αύξησης του ενεργειακού κόστους που θα βελτιώσει το διαθέσιμο εισόδημα, μέχρι να επανέλθει η πολυπόθητη ισορροπία στην οικονομία, είναι επιτακτική ανάγκη. Αλλιώς, όλα όσα με κόπο και θυσίες διατηρήσαμε μέχρι σήμερα, θα τα δούμε να καταρρέουν με καταστροφικές συνέπειες για την οικονομία και τη χώρα».