Skip to main content

‘Ερευνα: Πώς επηρεάζει ο πόλεμος τις ελληνικές επιχειρήσεις και τον τουρισμό

Κάθετη πτώση της εισαγωγικής και εξαγωγικής δραστηριότητας σε σχέση με τις δύο εμπόλεμες χώρες διαπιστώνει πανελλαδική έρευνα για τις «Επιπτώσεις του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας στις ελληνικές επιχειρήσεις και στον τουρισμό». 

Πώς επηρεάζονται εισαγωγές- εξαγωγές

Το 63% του δείγματος είναι μικτές επιχειρήσεις, το 28% εξαγωγικές και το 7% εισαγωγικές.

Το 21% πραγματοποιεί εισαγωγές από τη Ρωσία (34% γούνες/γουνοδέρματα, 16% λιπάσματα, ορυκτά ή χημικά, 13 σιτάρι και σιμιγδάλι, 9% ζωοτροφές, 6% σίδηρος/μεταλλεύματα, 6% πλαστικά, 19% άλλο), αναφέροντας μέση μεταβολή των εισαγωγών μετά τον πόλεμο μείωση κατά 65%. Αξίζει να σημειωθεί ότι όσες επιχειρήσεις κατέγραψαν μείωση ήταν της τάξης του 80% (η οποία μετριάστηκε στη μέση μείωση καθώς υπήρχαν επιχειρήσεις που δεν είχαν μείωση). Η μέση συμμετοχή των συγκεκριμένων δραστηριοτήτων στον κύκλο εργασιών των επιχειρήσεων είναι στο 25%

Το 54% πραγματοποιεί εξαγωγές προς τη Ρωσία (35% ενδύματα, εξαρτήματα και άλλα είδη από γουνοδέματα, 13% τρόφιμα/λαχανικά, 11% μάρμαρα, 5% καλλυντικά/φαρμακευτικά, 5% πλαστικά, 4% μηχανές/συσκευές για ανύψωση, φόρτωση, εκφόρτωση, 4% τσιμέντα, κονιάματα, σκυροδέματα, 4% γλυκά, 2% χρώματα-βερνίκια, 2% ιατρικός εξοπλισμός, 19% άλλο), αναφέροντας μέση μεταβολή των εισαγωγών μετά τον πόλεμο μείωση κατά 73%. Αξίζει να σημειωθεί ότι όσες επιχειρήσεις κατέγραψαν μείωση ήταν της τάξης του 90% (η οποία μετριάστηκε στη μέση μείωση καθώς υπήρχαν επιχειρήσεις που δεν είχαν μείωση). Η μέση συμμετοχή των συγκεκριμένων δραστηριοτήτων στον κύκλο εργασιών των επιχειρήσεων είναι στο 29%

Το 17% πραγματοποιεί εισαγωγές από την Ουκρανία (26% σιτάρι/σιμιγδάλι, 11% ελάσματα, 11% ξηροί καρποί, 7% σιδηροκράματα, 7% γούνες/γουνοδέρματα, 7% καλαμπόκι, 48% άλλο) αναφέροντας μέση μεταβολή των εισαγωγών μετά τον πόλεμο μείωση κατά 65%. Η μέση συμμετοχή των συγκεκριμένων δραστηριοτήτων στον κύκλο εργασιών των επιχειρήσεων είναι στο 12%. 

Το 45% πραγματοποιεί εξαγωγές προς την Ουκρανία (20%  γούνες/γουνοδέρματα, 17% φρούτα-λαχανικά, 16% συσκευασμένα τρόφιμα, 12% μάρμαρα/σωλήνες/δομικά υλικά, 6% καλλυντικά-φάρμακα, 4% τσιμέντα, κονιάματα, σκυροδέματα, 3% σωλήνες από χαλκό, 3% ιατρικός εξοπλισμός και μηχανήματα, 1% λιπάσματα, 19% άλλο) αναφέροντας μέση μεταβολή των εισαγωγών μετά τον πόλεμο μείωση κατά 68%. Η μέση συμμετοχή των συγκεκριμένων δραστηριοτήτων στον κύκλο εργασιών των επιχειρήσεων είναι στο 15%. 

Στην πτώση εισαγωγικής και εξαγωγικής δραστηριότητας που καταγράφεται στην έρευνα διαπιστώνεται  έμφαση των προβλημάτων στη Βόρεια Ελλάδα και σε συγκεκριμένους κλάδους δραστηριότητας. Για παράδειγμα, το 30% των ερωτηθέντων που απάντησαν ότι η τυχόν πτώση των εμπορικών συναλλαγών με Ρωσία ή/και Ουκρανία θα επηρεάσει τη βιωσιμότητα της επιχείρησης «πάρα πολύ» προέρχεται από τη Βόρεια Ελλάδα. Αντίστοιχα, το 39% των ερωτηθέντων που απάντησαν ότι η τυχόν πτώση των εμπορικών συναλλαγών με Ρωσία ή/και Ουκρανία θα επηρεάσει τη βιωσιμότητα της επιχείρησης «πάρα πολύ» διαθέτουν τον κατώτατο αριθμό εργαζομένων (1-10 εργαζόμενους). 

Ωστόσο, ο κίνδυνος «σκληρών» συνεπειών, όπως απολύσεις, αναστολή λειτουργίας κτλ., είναι περιορισμένος και εντοπίζεται κυρίως στις πολύ μικρές επιχειρήσεις και σε συγκεκριμένους κλάδους. Προκειμένου να αντιμετωπίσουν την κατάσταση, οι επιχειρήσεις με εισαγωγική/εξαγωγική δραστηριότητα με Ρωσία/Ουκρανία προχωρούν στην αναζήτηση εναλλακτικών χωρών ή εναλλακτικών οδών/ τρόπων για την εισαγωγή/εξαγωγή προϊόντων ή στη διοχέτευση των προϊόντων τους στην εσωτερική αγορά.

Παράλληλα, καταγράφεται τάξη αύξησης των τιμών των προϊόντων τους πάνω από τα επίπεδα του τρέχοντος πληθωρισμού για την αντιμετώπιση του αυξημένου κόστους, λόγω των μεγάλων αυξήσεων στα κόστη ενέργειας και πρώτων υλών κτλ.

Τέλος, η επιδότηση του κόστους ενέργειας είναι το δημοφιλέστερο μέτρο στήριξης από την Πολιτεία, σύμφωνα με τις επιχειρήσεις που συμμετείχαν στην έρευνα, και ακολουθούν η αναστολή φορολογικών/ ασφαλιστικών υποχρεώσεων (κυρίως μεταξύ των πολύ μικρών επιχειρήσεων).

Πώς επηρεάζονται οι τουριστικές επιχειρήσεις 

Γενικά, η συμμετοχή Ρώσων/Ουκρανών τουριστών στην πελατειακή βάση των τουριστικών επιχειρήσεων είναι μικρή και αναμένεται πολύ μικρή επίδραση στη βιωσιμότητα των τουριστικών επιχειρήσεων από την ανακοπή του τουριστικού ρεύματος από τις δύο εμπόλεμες χώρες.

Ήδη, οι τουριστικές επιχειρήσεις προσδοκούν αναπλήρωση των όποιων απωλειών, μέσω στόχευσης σε άλλες αγορές του εξωτερικού, αλλά και στην εσωτερική αγορά, ενώ εκτιμούν ότι θα υπάρξει αποκατάσταση της ροής τουριστών από Ρωσία/Ουκρανία, εφόσον τερματιστεί η πολεμική σύγκρουση, από την επόμενη κιόλας σεζόν.

Παράλληλα, καταγράφεται σημαντική αύξηση του κόστους λειτουργίας  για τις  τουριστικές  επιχειρήσεις, με  αποτέλεσμα  να  αναμένεται αύξηση  τιμών των υπηρεσιών τους, λίγο πάνω από τα επίπεδα του τρέχοντος πληθωρισμού, για την αντιμετώπιση αυξημένου κόστους ενέργειας και πρώτων υλών κτλ. Ωστόσο, οι τάσεις αύξησης των τιμών εμφανίζονται πιο ήπιες σε καταλύματα και τουριστικά γραφεία, λόγω “κλειδωμένων” συμφωνιών. Τέλος, η επιδότηση του κόστους ενέργειας καταγράφεται και εδώ ως το δημοφιλέστερο μέτρο στήριξης από την Πολιτεία.

Ρώσοι τουρίστες εξωτερικού

Πρόκειται για υψηλότερης κοινωνικο-οικονομικής τάξης άτομα. Η ασφάλεια του προορισμού, η σχέση τιμής – αξίας (value for money) και το δίπτυχο “ήλιος & θάλασσα” είναι τα βασικά κριτήρια επιλογής προορισμού διακοπών στο εξωτερικό, ενώ οι σχέσεις της Ρωσίας με τη  χώρα προορισμού αξιολογείται πολύ πιο χαμηλά. Οργανώνουν τις διακοπές τους στο εξωτερικό κυρίως μέσω τουριστικών γραφείων και η Ελλάδα βρίσκεται μεταξύ των δημοφιλέστερων προορισμών του εξωτερικού για την πραγματοποίηση των διακοπών τους. Αναμένεται να υπάρξει σημαντική μείωση στη ροή Ρώσων τουριστών προς το εξωτερικό, λόγω του πολέμου και το πλήγμα από τις μειωμένες ροές κατά τη φετινή σεζόν φαίνεται να αφορά κυρίως στις Ευρωπαϊκές χώρες της Μεσογείου, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας. Μεσο-μακροπρόθεσμα, ωστόσο, δεν διαφαίνεται μέχρι στιγμής κάποια σοβαρή επίπτωση στην εικόνα της Ελλάδας, ως τουριστικού προορισμού, από την επιδείνωση των σχέσεων των δύο χωρών, λόγω του πολέμου. 

«Η έρευνα καταδεικνύει ότι τόσο οι ελληνικές  εμπορικές επιχειρήσεις όσο και οι επιχειρήσεις εισαγωγών-εξαγωγών από και προς τις δύο εμπόλεμες χώρες, Ρωσία και Ουκρανία, μπορούν να αντεπεξέλθουν στο νέο περιβάλλον με αλλαγές στην εμπορική τους πολιτική. Παράλληλα οι Τουριστικές επιχειρήσεις της χώρας, που εξαρτώνται από τους επισκέπτες της Ρωσίας και τις Ουκρανίας, πρέπει να δοθεί χρόνος ώστε να περιοριστούν οι οικονομικές συνέπειες», σχολίασε ο Πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος Γιάννης Μασούτης.

Η ταυτότητα της έρευνας

Την έρευνα πραγματοποίησε η Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων Ελλάδος (ΚΕΕΕ) σε συνεργασία με την Palmos Analysis πραγματοποίησε, μέσω τηλεφωνικών-online συνεντεύξεων με τους ιδιοκτήτες-διευθυντικά στελέχη 155 επιχειρήσεων με συναλλαγές με Ρωσία και Ουκρανία και μέσω τηλεφωνικών συνεντεύξεων με  ιδιοκτήτες/διευθυντικά στελέχη 331 τουριστικών επιχειρήσεων. Οι συνεντεύξεις αφορούν το διάστημα Μάιος-Ιούνιος. Επιπρόσθετα, έγιναν σε «βάθος συνεντεύξεις» με 15 εκπροσώπους Υπουργείων, Φορέων & Οργανισμών, ενώ την περίοδο 8-13/6/2022 διεξήχθη on line έρευνα (μέσω δομημένων on line panels με τη χρήση του συστήματος CAWI) σε 407 Ρώσους πολίτες, κατοίκους μεγάλων ρωσικών πόλεων, που πραγματοποιούν διακοπές στο εξωτερικό.