Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
To πρώτο βήμα υλοποίησης ενός ευρύτερου σχεδίου που προβλέπει την άμεση έκδοση και δεύτερου ελληνικού ομολόγου -μεγαλύτερης διάρκειας από τη 10ετία αυτή τη φορά-, αλλά και την πρόωρη αποπληρωμή οφειλών, συνιστά η χθεσινή έκδοση του πρώτου για το 2022 ελληνικού τίτλου.
Με την έκδοση του δεκαετούς καλύφθηκε το ένα τέταρτο του ετήσιου πλάνου δανεισμού (τα 3 από τα 12 δισ. ευρώ), ενώ στόχος του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) είναι μέσα στο πρώτο τρίμηνο του έτους να έχει καλυφθεί πάνω από το 50% του πλάνου, ήτοι να έχει δανειστεί η χώρα περισσότερα από 6 δισ. ευρώ μέσα από δύο ή και περισσότερες εκδόσεις.
Μπορεί η αύξηση του κόστους δανεισμού να είναι ήδη γεγονός -η χώρα δανείστηκε χθες με επιτόκιο της τάξεως του 1,836%, έναντι 0,81% πέρυσι τον Ιανουάριο, ήτοι μια ολόκληρη ποσοστιαία μονάδα παραπάνω-, ωστόσο, η απόφαση το πρόγραμμα δανεισμού να υλοποιηθεί εμπροσθοβαρώς είναι ειλημμένη καθώς η φετινή χρονιά είναι γεμάτη από αβεβαιότητες.
Αυξημένο ενδιαφέρον
Από τη χθεσινή έκδοση ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους κρατάει το αυξημένο ενδιαφέρον των αγορών -οι προσφορές έφτασαν στα 15 δισ. ευρώ- και την ποιοτική σύνδεση του χαρτοφυλακίου των αγοραστών.
Όσο για το υψηλότερο του περσινού κόστους δανεισμού, έρχεται να καταγραφεί σε μια ιδιαίτερη συγκυρία κατά την οποία ακόμη και η Γερμανία δανείζεται πλέον με θετικό επιτόκιο ύστερα από τρία ολόκληρα χρόνια. Είναι προφανές ότι τα βλέμματα και των αγορών είναι στραμμένα στο μέτωπο του πληθωρισμού το οποίο με τη σειρά του μπορεί να προκαλέσει αλλαγή στη νομισματική πολιτική.
Προς το παρόν, στην Ευρώπη, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανθίσταται σε αυτό το ενδεχόμενο αλλά ουδείς μπορεί να αποκλείσει -ανάλογα και με την εξέλιξη των τιμών- να σημειωθεί μια πρώτη αύξηση του κεντρικού επιτοκίου προς το τέλος του χρόνου.
Χθες, πάντως, ο υπουργός Οικονομικών εμφανίστηκε καθησυχαστικός ως προς το συγκεκριμένο θέμα υποστηρίζοντας ότι ναι μεν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προβλέπει ότι το φαινόμενο του πληθωρισμού θα έχει μεγαλύτερη ένταση σε σχέση με το τι αναμενόταν αρχικά, από την άλλη όμως πρόσθεσε ότι δεν βλέπει ότι η ΕΚΤ θα προχωρήσει σε άμεση αύξηση των επιτοκίων.
Προβληματισμός
Το περιβάλλον αύξησης του κόστους του χρήματος προκαλεί διαφορετικά επίπεδα προβληματισμού ανάλογα με το ποιο κομμάτι της οικονομικής δραστηριότητας επηρεάζει. Έτσι, η χθεσινή σημαντική αύξηση στο κόστος έκδοσης του 10ετούς ομολόγου δεν δημιουργεί ιδιαίτερο πονοκέφαλο στο οικονομικό επιτελείο και στον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου χρέους, για δύο λόγους:
Πρώτον, όλες οι εκθέσεις βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους έχουν θέσει ως παράμετρο σαφώς υψηλότερο κόστος δανεισμού από αυτό με το οποίο εξακολουθεί να δανείζεται η χώρα.
Δεύτερον, το κόστος εξυπηρέτησης του ελληνικού χρέους είναι ήδη «κλειδωμένο» για πολλά χρόνια στα επίπεδα των 5 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση, ακριβώς διότι το σύνολο του χρέους τοκίζεται με σταθερό επιτόκιο. Η πιθανή αύξηση όμως των επιτοκίων από την ΕΚΤ δεν θα αφήσει αδιάφορα ούτε τα νοικοκυριά ούτε τις επιχειρήσεις καθώς το πρόσθετο κόστος θα μετακυλιστεί αυτομάτως σε όσους έχουν συνάψει δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο.
Τα περισσότερα από τα παλαιά δάνεια τοκίζονται με κυμαινόμενο επιτόκιο, σε αντίθεση με τις δανειακές συμβάσεις οι οποίες συνάπτονται αυτή την περίοδο και στην πλειοψηφία τους είναι με σταθερό επιτόκιο.
Με την άντληση των 3 δισ. ευρώ, με το που θα ολοκληρωθεί η εκκαθάριση του 10ετούς ομολόγου που εκδόθηκε χθες, τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας θα προσεγγίσουν τα 38-40 δισ. ευρώ, καθώς πλέον στο «καλάθι» των διαθεσίμων προστίθενται και τα SDR που δικαιούται η χώρα εξαιτίας της συμμετοχής της στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Αυτά, μάλιστα, θα χρησιμοποιηθούν και για την αποπληρωμή των τελευταίων οφειλών της χώρας προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, κάτι που τοποθετείται χρονικά μέσα στον Μάρτιο.