Από την έντυπη έκδοση
Του Βασίλη Αγγελόπουλου
[email protected]
Ενοποίηση ΚΑΔ, ώστε να μπορούν πολίτες αλλά και επιχειρήσεις να έχουν εφεξής τη δυνατότητα να ρυθμίζουν συνολικά τις οφειλές τους τόσο απέναντι στη φορολογική διοίκηση όσο και απέναντι στον ασφαλιστικό φορέα τους, επιδιώκει το υπουργείο Εργασίας. Στο πλαίσιο αυτό εκδόθηκε εγκύκλιος από τον υφυπουργό Κοινωνικών Υποθέσεων, Πάνο Τσακλόγλου, με την οποία ζητείται από την ΑΑΔΕ να σταλούν όποιοι ΚΑΔ δεν έχουν ενσωματωθεί έως τώρα στην ενιαία διαδικασία. Πρόκειται για ΚΑΔ που υπάγονται κυρίως στους τομείς της βιομηχανίας, του χρηματοπιστωτικού κλάδου, των ασφαλιστικών εταιρειών και της ενέργειας.
Σύμφωνα με την εγκύκλιο, ενοποιούνται οι εντασσόμενοι ΚΑΔ που μπορούν να υπαχθούν στην ευνοϊκή ρύθμιση χρεών που προβλέπει τμηματική καταβολή έως και 72 μηνιαίων δόσεων τόσο για την ΑΑΔΕ όσο και για τον ΕΦΚΑ.
Η κρίσιμη περίοδος είναι από τον Απρίλιο του 2020 έως και τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς. Γι’ αυτό το χρονικό διάστημα εντοπίστηκε ότι είχαν εκδοθεί υπουργικές αποφάσεις που είχαν εντάξει ΚΑΔ στο σκέλος των ρυθμίσεων που αφορούν τη φορολογία, όχι όμως και σε ανάλογες παρεμβάσεις ως προς την καταβολή ασφαλιστικών εισφορών. Έτσι, κρίθηκε απαραίτητο από το υπουργείο Εργασίας να ζητήσει από την ΑΑΔΕ τους ΚΑΔ που υπολείπονται, ώστε να ενταχθούν κι αυτές οι επιχειρήσεις στην ίδια διαδικασία, για να υπάρχει ισονομία ως προς τις ρυθμίσεις.
Τόσο η εγκύκλιος αυτή όσο και η πιθανή παράταση της προθεσμίας (η οποία λήγει στις 31 Ιανουαρίου) για την ένταξη στις 36-72 δόσεις σκοπεύουν να αντιμετωπίσουν τη χαμηλή προσέλευση των οφειλετών του ΕΦΚΑ για την υπαγωγή τους στη ρύθμιση.
Τι δείχνουν οι αριθμοί
Και αυτό διότι η ρύθμιση των 72 δόσεων για οφειλές την περίοδο της πανδημίας από μη καταβολή ασφαλιστικών εισφορών δεν έχει, έως τώρα, τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Με 15 μέρες να υπολείπονται για την ολοκλήρωση της διαδικασίας, στη συγκεκριμένη ρύθμιση έχουν ενταχθεί μόλις 13.000 μη μισθωτοί ασφαλισμένοι. Την ίδια στιγμή δεν έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία ταυτοποίησης των οφειλών για τα νομικά πρόσωπα, δηλαδή τις επιχειρήσεις που υπάγονται στο μητρώο του πρώην ΙΚΑ, κάτι που δεν αναμένεται να συμβεί πριν από τις 20 Ιανουαρίου, στην καλύτερη περίπτωση.
Αρμόδιοι υπηρεσιακοί παράγοντες εκτιμούν ότι είναι πιθανό να δοθεί η ευκαιρία και στις επιχειρήσεις να ενταχθούν στη διαδικασία, αλλά υπάρχει πολύ λίγος χρόνος, δηλαδή μόλις μερικές ημέρες, για να το πράξουν. Στο πλαίσιο αυτό, έχει ήδη ξεκινήσει η συζήτηση στη Σταδίου 29 ανάμεσα σε επιτελικά στελέχη του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων για το ενδεχόμενο να δοθεί παράταση για την υποβολή ηλεκτρονικών αιτήσεων, σε μια προσπάθεια να αυξηθεί ο αριθμός όσων θα ενταχθούν στη ρύθμιση.
Υπενθυμίζεται ότι τα φυσικά πρόσωπα που έχουν δημιουργήσει χρέη και δυνητικά θα μπορούσαν να κάνουν χρήση των ευεργετικών διατάξεων της εν λόγω ρύθμισης ενδέχεται να υπερβαίνουν τις 700.000. Σε αυτά πρέπει να προστεθούν και οι δεκάδες χιλιάδες επιχειρήσεις που ακόμα αδυνατούν να κάνουν χρήση της διαδικασίας.
Αξίζει να επισημανθεί ότι στη ρύθμιση αυτή μπορούν να ενταχθούν όλες οι οφειλές που προέκυψαν από τον Φεβρουάριο του 2020 μέχρι και τον Ιούνιο του 2021, εξαιτίας της λήψης των έκτακτων μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Οι οφειλές ρυθμίζονται σε 36 άτοκες δόσεις ή σε 72 έντοκες, με επιτόκιο 2,5% ανά έτος. Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι τις 31 Ιανουαρίου 2022. Οι επόμενες δόσεις της ρύθμισης καταβάλλονται έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα κάθε επόμενου μήνα καταβολής της πρώτης δόσης. Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης της ρύθμισης είναι 50 ευρώ.
Από την ημερομηνία υπαγωγής δεν υφίσταται περαιτέρω επιβάρυνση πρόσθετων τελών, προσαυξήσεων και τόκων λόγω μη εκπρόθεσμης καταβολής.
Η ρύθμιση δεν επηρεάζεται από τυχόν τρέχουσες οφειλές ή παράλληλες ρυθμίσεις, ενώ παύει να ισχύει στην περίπτωση που δεν καταβληθεί ποσό το οποίο αντιστοιχεί σε δύο δόσεις. Όσοι οφειλέτες, ωστόσο, δεν υπαχθούν στη ρύθμιση ή δεν ανήκουν σε κλάδους επιχειρήσεων που χαρακτηρίστηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας ως πληττόμενοι ή έκλεισαν με κρατική εντολή και έχουν μη ρυθμισμένες ασφαλιστικές οφειλές, κινδυνεύουν να βρεθούν αντιμέτωποι με κατασχέσεις κινητών και ακίνητων περιουσιακών στοιχείων.