Από την έντυπη έκδοση
Tης Δανάης Αλεξάκη
dalexaki@naftemporiki.gr
Τα δύσκολα είναι μπροστά για το καλάθι της νοικοκυράς, με τους τιμοκαταλόγους χονδρικής βασικών καταναλωτικών ειδών να αναπροσαρμόζονται συνεχώς, προβλέποντας αυξήσεις από 3% έως 25%. Η ενεργειακή κρίση, που δεν εμφανίζει σημάδια αποκλιμάκωσης, οδηγεί την αγορά στην εκτίμηση ότι «το πρώτο τρίμηνο του 2022 το “κύμα” ανατιμήσεων θα είναι πιο βαρύ απ’ ό,τι έχει καταγραφεί μέχρι στιγμής, με την κορύφωσή του να αναμένεται τον Απρίλιο.
Στον βαθμό που ενεργοποιηθούν οι μηχανισμοί επιδότησης του κόστους ενέργειας τόσο για προμηθευτές όσο και για λιανέμπορους εκτιμάται ότι θα υπάρξει μια αποκλιμάκωση στον πληθωρισμό στο ράφι, η οποία, ωστόσο, αναμένεται -στην παρούσα τουλάχιστον φάση- με τον ερχομό της άνοιξης».
Η προσπάθεια που κατέβαλε από το Αύγουστο του 2021 η αγορά, ήτοι βιομηχανία και λιανεμπόριο, επικεντρώθηκε σε πρώτη φάση στην καθυστέρηση της μετακύλισης αυξήσεων στο ράφι, που επιτεύχθηκε σε κάποιο βαθμό μέσα από την αποθεματοποίηση. Στη συνέχεια, μέσα κυρίως από την εντατικοποίηση των προσφορών, λιανέμποροι και προμηθευτές επιδίωξαν να «αντισταθμίσουν» εν μέρει την επιβάρυνση στον καταναλωτή.
Με βάση τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η «Ν» και αφορούν την εξέλιξη των ανατιμήσεων στα τιμολόγια χονδρικής για 16 κατηγορίες βασικών καταναλωτικών προϊόντων στο διάστημα Αυγούστου 2021 έως και την πρώτη εβδομάδα του Ιανουαρίου 2022, το εύρος των αυξήσεων κυμαίνεται μεταξύ 3% και 25%.
Από τις «ήπιες» αυξήσεις της τάξεως του 3,5%-5% στις ανατιμολογήσεις χονδρικής του περσινού Αυγούστου, το περσινό φθινόπωρο ξεκίνησε με ανατιμήσεις έως και 9%, ωστόσο, κατηγορίες όπως τα γαλακτοκομικά, το ελαιόλαδο, ξηροί καρποί και υποπροϊόντα δημητριακών κατέγραψαν υψηλότερες «επιδόσεις», με τα ποσοστά της αύξησης να αγγίζουν διψήφιο νούμερο, 15%, 20 και 30%, τη στιγμή που στα οπωροκηπευτικά η αύξηση ξεπέρασε ακόμα και το 50%.
Αντίστοιχα και τον Οκτώβριο το εύρος των ανατιμήσεων στη χονδρική κυμάνθηκε μεταξύ 2% και 12%, ενώ τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο, εν μέσω εορταστικού κλίματος, μια διευρυμένη λίστα κωδικών που περιλαμβάνει γαλακτοκομικά-τυροκομικά, άλευρα, ζυμαρικά, καφέδες, αρτοσκευάσματα, καλλυντικά και απορρυπαντικά περιλαμβάνουν επιβάρυνση από 1,5% έως και το 12,5% στις τιμές χονδρικής.
Έως και 20% με τη νέα χρονιά
Η νέα χρονιά έφερε εκ νέου αλλαγές στους τιμοκαταλόγους χονδρικής και ήδη τα στελέχη των σούπερ μάρκετ κάνουν λόγο για αύξηση που αγγίζει το 20% σε κάποιες κατηγορίες.
Το γάλα, τα ζυμαρικά, το ελαιόλαδο, ο καφές, η φέτα, το κρέας, τα αρτοσκευάσματα, τα απορρυπαντικά και τα κατεψυγμένα αλιεύματα και λαχανικά εκτιμάται ότι αποτελούν το «top 10» των προϊόντων που έχουν δεχθεί τις ισχυρότερες, μέχρι στιγμής, πληθωριστικές πιέσεις, σε ό,τι αφορά τα τρόφιμα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σε ορισμένες περιπτώσεις οι αυξήσεις της χονδρικής έχουν ήδη περάσει σταδιακά στο ράφι και σε κάποιες ακόμα όχι, ενώ επίσης κάποιοι κωδικοί που έχουν ήδη υποστεί αναπροσαρμογή στους τιμοκαταλόγους χονδρικής τους προηγούμενους μήνες, επαναπροσαρμόζονται εκ νέου στην έναρξη του 2022.
Σταδιακά στον καταναλωτή
«Οι αυξήσεις στα τιμολόγια χονδρικής δεν περνούν σε καμία περίπτωση αυτούσιες στον καταναλωτή, αλλά σταδιακά και εν προκειμένω από το προσεχές διάστημα και μέχρι το τέλος του Ιανουαρίου. Ωστόσο, τα περιθώρια πλέον είναι ασφυκτικά και η ευελιξία κάθε αλυσίδας και προμηθευτή είναι ιδιαίτερα περιορισμένη. Το κόστος ενέργειας αλλά και η παρατεταμένη περίοδος των αυξημένων τιμών στις πρώτες ύλες βρίσκουν την αγορά με περιορισμένη δυνατότητα ελιγμών. Κανένας δεν επιθυμεί την ακρίβεια. Η ακρίβεια δεν ευνοεί την κατανάλωση. Η πρόθεση του κλάδου είναι η εξεύρεση τρόπου για την καλύτερη δυνατή διαχείριση της κατάστασης και την αποφυγή ενός “τσουνάμι” ανατιμήσεων που θα πλήξει ενδεχομένως και ανεπανόρθωτα την κατανάλωση», αναφέρουν εκπρόσωποι της αγοράς, προσθέτοντας ότι «η πιστότητα στη μάρκα είναι πάντα εύθραυστη υπόθεση.
Σε μια περίοδο κατά την οποία ο καταναλωτής θέτει το κριτήριο της τιμής σε προτεραιότητα, δεδομένου ότι το εισόδημα των νοικοκυριών δέχεται σημαντικές επιβαρύνσεις από το κόστος μετακίνησης, θέρμανσης κ.λπ., η θωράκιση των μεριδίων αγοράς αποτελεί νούμερο ένα ζήτημα τόσο για τη βιομηχανία όσο και για τις αλυσίδες».
Προσαρμοστικότητα
Σε αυτό το πλαίσιο, ένα ζήτημα στο οποίο πρέπει να εστιάσει η αγορά, αφορά το ψυχολογικό όριο των αυξήσεων που αντέχει κάθε κατηγορία προϊόντος και δη τροφίμων, καθώς ο καταναλωτή κατά την περίοδο των lockdown «εκπαιδεύτηκε» στο να αναπτύσσει μια αυτόματη προσαρμογή στην αντικατάσταση προϊόντων, λόγω των ελλείψεων.
Πλέον, αυτή η «προσαρμοστικότητα» μπορεί εύκολα να επεκταθεί και για τον παράγοντα τιμή.