Από την έντυπη έκδοση
Των Έφης Τριήρη
και Ραλλούς Αλεξοπούλου
Απόλυτα στοχευμένη σε συγκεκριμένους τομείς και όχι σε όλους θα πρέπει να είναι η υποστηρικτική δημοσιονομική πολιτική, όπως διαμήνυσαν οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης, εφιστώντας ταυτόχρονα την προσοχή ότι οι υπερχρεωμένες χώρες, όπως Ελλάδα και Ιταλία, έχουν λιγότερα περιθώρια ελιγμών με τις δαπάνες του προϋπολογισμού. Οι δηλώσεις τους αντικατοπτρίζουν τις συστάσεις που δίνει το ΔΝΤ στην έκθεσή του που παρουσίασε στο Eurogroup και η οποία κάνει λόγο για στοχευμένες πολιτικές.
«Το Eurogroup συμφωνεί ότι μία πιο μέτρια υποστηρικτική δημοσιονομική στάση είναι η κατάλληλη σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, με τους κινδύνους για επιβράδυνση της οικονομίας να παραμένουν υπαρκτοί, ενώ κάποιοι αρχίζουν ήδη να εκδηλώνονται» αναφέρεται στο ανακοινωθέν.
Οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης παραμένουν αισιόδοξοι ως προς τις προοπτικές της οικονομίας, παρά τη μετάλλαξη Όμικρον, και συμφώνησαν να συνεχίσουν μετρίως υποστηρικτική πολιτική το επόμενο έτος. Οι υπουργοί δεν ανησυχούν ιδιαίτερα για τον αντίκτυπο από τη νέα μετάλλαξη, παρότι εκδηλώνονται ανησυχίες για επιβολή νέων περιοριστικών μέτρων, συμφωνώντας ότι η οικονομία της Ευρωζώνης ανακάμπτει πιο γρήγορα απ’ ό,τι αναμενόταν και επικαλούμενοι τις τελευταίες προβλέψεις της Κομισιόν για αύξηση 5% του ΑΕΠ το 2021 και 4,3% το 2022. Παρότι ο βαθμός της αβεβαιότητας είναι ιδιαίτερα υψηλός και οι κίνδυνοι σημαντικοί, το Eurogroup εξακολουθεί να προβλέπει επιστροφή της οικονομίας της Ευρωζώνης στα προ της πανδημίας επίπεδα έως τα τέλη του έτους σε τριμηνιαίους όρους. Για να αντισταθμίσουν την αβεβαιότητα, οι υπουργοί θα συνεχίσουν να διοχετεύουν ρευστότητα στην οικονομία, έως έναν ωστόσο συγκεκριμένο βαθμό, καθότι «έχει μάθει να προσαρμόζεται στην πανδημία και έχει γίνει πιο ανθεκτική», όπως είπαν.
Αναφορικά με τον πληθωρισμό, οι υπουργοί τον χαρακτήρισαν προσωρινό, εναρμονιζόμενοι με τις θέσεις της ΕΚΤ, της Κομισιόν και του ΔΝΤ, οι οποίοι δεν βλέπουν να υπάρχουν δευτερογενείς επιπτώσεις που είναι οι αυξήσεις των μισθών.
Λίγο νωρίτερα, η έκθεση του ΔΝΤ ανέφερε ότι οι κυβερνήσεις της Eυρωζώνης θα πρέπει να συνεχίσουν τις δαπάνες για να στηρίξουν την ανάκαμψη της οικονομίας από την πανδημία του κορονοϊού, αλλά με ολοένα πιο στοχευμένο τρόπο και να προχωρήσουν στη σταθεροποίηση των δημοσιονομικών τους μόνο όταν η ανάκαμψη μπει σε σταθερό έδαφος. Ωστόσο, το ΔΝΤ σημείωσε ότι, ενώ η σταθεροποίηση των δημοσιονομικών θα μπορούσε να περιμένει, θα πρέπει να βρεθεί ένας αξιόπιστος τρόπος για το πώς θα γίνει αυτή η σταθεροποίηση στο μέλλον και αυτό θα πρέπει να γίνει τώρα. «Οι δημοσιονομικές πολιτικές θα πρέπει να αναδιαμορφωθούν όταν η ανάπτυξη θα έχει εισέλθει σε σταθερό μονοπάτι, όμως τώρα είναι η ώρα για να ανακοινωθούν τα σχέδια για τη μεσοπρόθεσμη σταθεροποίηση των δημοσιονομικών», υπογραμμίζεται στην έκθεση του ΔΝΤ.
Επίσης, το ΔΝΤ θεωρεί ότι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και οι επενδύσεις, συμπεριλαμβανομένης της ψηφιοποίησης και των φιλικών προς το περιβάλλον υποδομών, παραμένουν πολύ σημαντικές για την ενίσχυση της ανάπτυξης και την ενδυνάμωση των αντοχών της οικονομίας.
Εγκρίθηκε η εκταμίευση της δόσης των 767 εκατ. ευρώ
Ένα ακόμα βήμα πιο κοντά στην έξοδο από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, αλλά και για την περαιτέρω βελτίωση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους έκανε η Ελλάδα μετά και την απόφαση του Eurogroup για εκταμίευση της 6ης δόσης, ύψους 767 εκατ. ευρώ, που αφορά τα κέρδη για τη διακράτηση ελληνικών ομολόγων από ευρωπαϊκές κεντρικές τράπεζες (SMP’s & ANFA’s). Στην ανακοίνωση του Eurogroup για την Ελλάδα προστέθηκε και η πρόθεση της χώρας το 2022 να προχωρήσει στην πρόωρη εξόφληση του ΔΝΤ και μέρους των δανείων του πρώτου μνημονίου, συνολικού ύψους 7,1 δισ. ευρώ.
Στο γεγονός ότι παρά τις δύσκολες συνθήκες η Ελλάδα υλοποίησε τις δεσμεύσεις της, αν και παρατηρούνται κάποιες καθυστερήσεις σε ορισμένους τομείς, αναφέρθηκαν τόσο ο Ευρωπαίος επίτροπος Οικονομικών Πάολο Τζεντιλόνι όσο και ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας Κλάους Ρέγκλινγκ. Μάλιστα, ο κ. Ρέγκλινγκ συμπλήρωσε ότι η Ελλάδα, όπως και όλες οι χώρες, έχει να αντιμετωπίσει κινδύνους και αβεβαιότητες που σχετίζονται με την πανδημία και την ενεργειακή κρίση, «όμως έχει αποδείξει ότι μπορεί να τα καταφέρει».
Αναφορικά με τις καθυστερήσεις στην υλοποίηση κάποιων δεσμεύσεων, στην ανακοίνωση του Eurogroup για την Ελλάδα σημειώνεται ότι «ενθαρρύνουμε τις ελληνικές αρχές να συνεχίσουν και να εντείνουν τις προσπάθειές τους όσον αφορά τη μεταρρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα και την εκκαθάριση των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς ιδιώτες». Παράλληλα, το Eurogroup καλεί τις ελληνικές αρχές να επιταχύνουν τις διαδικασίες στους τομείς της Δικαιοσύνης και της Υγείας.
Την ικανοποίησή του για το αποτέλεσμα εξέφρασε ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, καθώς, όπως τόνισε, παρά τις αντίξοες συνθήκες που προκάλεσαν η πανδημία και οι καταστροφικές πυρκαγιές του καλοκαιριού, η Ελλάδα προχώρησε στην υλοποίηση μεταρρυθμίσεων και διαρθρωτικών αλλαγών.
«Πιστοποιήθηκε η πρόοδος που έχει επιτευχθεί στην απλοποίηση της αδειοδοτικής διαδικασίας για την πραγματοποίηση επενδύσεων, στις αποκρατικοποιήσεις, στη διοίκηση των κρατικών επιχειρήσεων, στην κοινωνική πρόνοια, στη δημόσια διοίκηση, στο Κτηματολόγιο, στη φορολογία των ακινήτων».
Το Eurogroup εξέφρασε την ικανοποίησή του για την πρόθεση της χώρας να προχωρήσει την πρόωρη αποπληρωμή του υπολοίπου των δανείων του ΔΝΤ, ύψους 1,7 δισ. ευρώ, αλλά και σημαντικού μέρους από τα διμερή δάνεια του πρώτου μνημονίου το οποίο αφορά τις δόσεις για τα έτη 2022 και 2023, ύψους 5,28 δισ. ευρώ. Οι συγκεκριμένες ενέργειες αναμένεται να πραγματοποιηθούν το 2022 με στόχο να μειωθεί περαιτέρω το κόστος εξυπηρέτησης του ελληνικού χρέους βελτιώνοντας ταυτόχρονα το προφίλ του. Ιδιαίτερα ικανοποιημένη για την επερχόμενη κίνηση της Ελλάδας εμφανίστηκε η επικεφαλής του ΔΝΤ Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, δηλώνοντας ότι «η αποπληρωμή του Ταμείου οδηγεί στο συμβολικό κλείσιμο μιας δύσκολης περιόδου για τον ελληνικό λαό και την ελληνική οικονομία».
Στα θετικά του χθεσινού Eurogroup και η αναφορά του Ευρωπαίου επιτρόπου Οικονομικών ότι τις επόμενες εβδομάδες η Ελλάδα αναμένεται να προχωρήσει στην κατάθεση του αιτήματος για την καταβολή της πρώτης δόσης από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Υπενθυμίζεται ότι η έξοδος της Ελλάδας από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, σύμφωνα με τις αποφάσεις του Eurogroup τον Ιούνιο του 2018, τοποθετείται τον Ιούνιο του 2022. Ωστόσο, ερωτηματικό παραμένει ποιες αποφάσεις θα ληφθούν, καθώς εκκρεμεί η καταβολή μίας δόσης που αφορά τα κέρδη από τη διακράτηση ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ κι άλλες κεντρικές ευρωπαϊκές τράπεζες.
Η συγκεκριμένη δόση δεν εκταμιεύθηκε το 2019, εν μέρει λόγω των εκλογών. Σύμφωνα με πληροφορίες, έχουν ήδη γίνει οι πρώτες συζητήσεις για το πώς θα αντιμετωπιστεί το συγκεκριμένο ζήτημα κι ένα από τα σενάρια που εξετάζονται είναι η πιθανότητα καταβολής και των δύο δόσεων το καλοκαίρι με την ολοκλήρωση της 14ης αξιολόγησης της Ελλάδας.