Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Εάν κοιτάξει κανείς τα ποσοστά ανεργίας στη ζώνη του ευρώ, με ελάχιστες εξαιρέσεις, θα έχει την αίσθηση πως τα μέλη της νομισματικής ένωσης έχουν αφήσει για τα καλά πίσω τους την κρίση και δεν απειλούνται από μία νέα. Αντιθέτως ζουν και πάλι ημέρες ευημερίας. Το ποσοστό ήταν τον Οκτώβριο 7,5%- το χαμηλότερο από τον Ιούλιο του 2008, πριν ακόμη η κατάρρευση της Lehman Brothers πυροδοτήσει παγκόσμιους κραδασμούς, πιστωτική ασφυξία και ύφεση. Στη Γερμανία είναι μόλις 3,1%, ενώ σε Ελλάδα και Ισπανία παραμένει υψηλό, αλλά αισθητά μειωμένο. Και κάπου εδώ υπάρχει ένα αλλά…
Η Ευρωζώνη αναπτύσσεται με τους ασθενέστερους ρυθμούς από την εποχή της παγκόσμιας κρίσης και δύο από τις μεγαλύτερες οικονομίες της, η Γερμανία και η Ιταλία, έχουν αποφύγει μετά βίας την ύφεση, ενώ στο σύνολό τους σχεδόν τα υπόλοιπα μέλη κατεβάζουν ταχύτητα. Οι αποταμιεύσεις είναι σε άνοδο (παρά τα εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια), η κατανάλωση υπό πίεση και ο πληθωρισμός υποτονικός. Για πόσο λοιπόν μπορεί να κρατήσει σε ένα τέτοιο περιβάλλον η ισχυρή εικόνα της αγοράς εργασίας; Είναι εφικτό η απασχόληση να συνεχίσει να τονώνεται σε τέτοιες συνθήκες;
Όλοι ουσιαστικά περιμένουν να συνεχιστούν οι «ενέσεις» από την κεντρική τράπεζα, που με τη νέα της επικεφαλής, Κριστίν Λαγκάρντ, θα υλοποιήσει έναν δεύτερο γύρο ποσοτικής χαλάρωσης. Η ίδια η ΕΚΤ ξεκαθαρίζει ότι αυτό δεν είναι αρκετό και καλεί τις κυβερνήσεις να δράσουν τώρα- άλλες με αύξηση των δαπανών και άλλες με διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Το αίτημα για περισσότερες δημόσιες επενδύσεις έχει επανέλθει στο προσκήνιο. Αλλά εκείνοι που έχουν τα μεγαλύτερα περιθώρια για κάτι τέτοιο εμφανίζονται διστακτικοί.
Σε πρόσφατη έκθεσή της η Citi καταγράφει ήδη πιέσεις στην αγορά εργασίας. Δεν χάνονται βεβαίως θέσεις εργασίας. Αλλά ο ρυθμός αύξησής τους έχει υποχωρήσει σημαντικά, μαζί με το ΑΕΠ και πλέον είναι ο βραδύτερος από το 2013. Αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με την αδυναμία του μεταποιητικού κλάδου, που αιμορραγεί. Είναι και μία φυσική εξέλιξη του οικονομικού κύκλου. Όσο χαμηλότερο το ποσοστό ανεργίας τόσο μικρότερα και τα περιθώρια για τους ρυθμούς αύξησης της απασχόλησης.
Το τρίτο τρίμηνο του 2019 η απασχόληση στη ζώνη του ευρώ αυξήθηκε μόλις 0,1% σε σχέση με το προηγούμενο, στη μικρότερη αύξηση των τελευταίων έξι ετών. Σε ετήσια βάση αυξήθηκε 1%, με τον ρυθμό να είναι στο ήμισυ της περιόδου 2017-2018.
Οι ρυθμοί έχουν υποχωρήσει σε αρκετές από τις οικονομίες, που τα τελευταία χρόνια είχαν τη μεγαλύτερη συμβολή στην αύξηση των θέσεων εργασίας. Στην Ισπανία από 2,4% την περίοδο 2017-2018 έπεσε στο 1,8% το τρίτο τρίμηνο του 2019. Στη Γερμανία είχαμε αντίστοιχη πτώση από το 1,4% στο 0,7% και στην Πορτογαλία βουτιά από το 2,8% στο 0,8%. Στην Ολλανδία ο ρυθμός αύξησης της απασχόλησης ήταν στο τρίτο τρίμηνο 1,1% ενώ την περίοδο 2017-2018 ήταν κατά μέσο όρο στο 2,2% και στην Ιρλανδία έχουμε επιβράδυνση από το 3,1% στο 1,8% παρά τους ισχυρότατους ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας. Στην Ελλάδα καταγράφεται επιτάχυνση της απασχόλησης, αλλά το ποσοστό της ανεργίας παραμένει υπερδιπλάσιο του μέσου όρου της Ευρωζώνης, οπότε ο δρόμος είναι πραγματικά μακρύς.
Αν και το μεγάλο βαρίδι για το ΑΕΠ της Ευρωζώνης είναι η βιομηχανία που έχει πέσει θύμα των εμπορικών εντάσεων και γεωπολιτικών αβεβαιοτήτων, για την απασχόληση το μεγάλο αγκάθι δεν βρίσκεται εκεί. Και τούτο γιατί η βιομηχανία, που στο σύνολο της νομισματικής ένωσης καλύπτει μόνο το 15% των θέσεων εργασίας, έχει δει τους ρυθμούς απασχόλησης να μειώνονται ελαφρά μόνο στο 1% από 1,3% την περίοδο 2017-2018.
Η μεγαλύτερη κάμψη, σύμφωνα με την ανάλυση της Citi, προέρχεται από τον κλάδο «επαγγελματικές, επιστημονικές και τεχνικές δραστηριότητες». Η συμβολή του στις θέσεις εργασίας δεν είναι μεν πολύ μεγάλη. Είναι επίσης κοντά στο 15%. Αλλά η επιβράδυνση στους ρυθμούς της απασχόλησης είναι απότομη, από το 3% την περίοδο 2014-2018 σε 1,4% το τρίτο τρίμηνο του 2019. Στο εμπόριο, τα ταξίδια και τις υπηρεσίες εστίασης (25% του δυναμικού) έχουμε επιβράδυνση από το 1,6% στο 1,2%.
Οι αναλυτές της Citi εξηγούν πως σε περίπτωση νέας ύφεσης ή κρίσης είναι οι θέσεις εργασίας στον τομέα υπηρεσιών εκείνες που είναι πιο ευάλωτες. Στη μεταποίηση τα εργατικά χέρια είναι πιο δύσκολο να αντικατασταθούν ενώ οι εργαζόμενοι σε πολλές περιπτώσεις προστατεύονται από ισχυρότερες κλαδικές συμβάσεις.
Αυτό δεν σημαίνει ότι όλα είναι καλά για την απασχόληση στη μεταποίηση. Εάν είναι οι εξωτερικές πιέσεις εκείνες που θα επιμείνουν (εμπορικός πόλεμος, γεωπολιτικές εντάσεις) το πλήγμα στις θέσεις εργασίας του κλάδου θα είναι αισθητό. Και σε μία τέτοια περίπτωση δεν αποκλείεται να δούμε το ποσοστό της ανεργίας στην Ευρωζώνη να αρχίσει να αυξάνεται και πάλι, ύστερα από έξι διαδοχικά χρόνια πτώσης, προειδοποιεί η Citi.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι το 2000 είχε χρειαστεί να περάσουν έξι τρίμηνα από το απόγειο της απασχόλησης έως ότου περάσουμε και πάλι σε αύξηση της ανεργίας. Την περίοδο 2007-2008 ο χρόνος αυτός περιορίστηκε σε τέσσερα τρίμηνα. Και το 2011 σε τρία. Στον τρέχοντα οικονομικό κύκλο η αύξηση της απασχόλησης έφτασε στο απόγειό της το τέταρτο τρίμηνο του 2017.
Ωστόσο oυδέν κακόν αμιγές καλού. Όπως σχολιάζει η Citi, αν φτάσουμε όντως σε αύξηση της ανεργίας, αυτή θα είναι μία εξέλιξη, που θα μπορούσε επιτέλους να κινητοποιήσει τις κυβερνήσεις για δημοσιονομική τόνωση.