Την ανάγκη διεύρυνσης των χρηματοδοτήσεων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και των ποσοστών κινδύνου ορισμένων δράσεων, ώστε να κινητοποιηθούν και ιδιωτικά κεφάλαια, επεσήμανε, ο κοινοβουλευτικός υφυπουργός του Ομοσπονδιακού Υπουργείου Οικονομίας και Ενέργειας Ούβε Μπεκμέγιερ, μιλώντας, σήμερα, σε επετειακή εκδήλωση του Ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου για τη συμπλήρωση 90 χρόνων από την ίδρυσή του.
Ο ίδιος υπογράμμισε το ενδιαφέρον της Γερμανίας να στηρίξει την Ελλάδα στην προσπάθειά της αυτή, αλλά και του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου, το οποίο, όπως είπε, ως φορέας αντιλαμβάνεται με εξαιρετικό τρόπο το καθήκον του και δη εδώ και 90 χρόνια.
Ο Γερμανός υφυπουργός επέμεινε στην άποψή του ότι η Ελλάδα δεν έχει ακόμη ξεπεράσει την κρίση, υπογραμμίζοντας ότι «ακόμα και αν το 2014 σημειώνεται μια ανάπτυξη της οικονομίας, αυτή είναι 25% χαμηλότερη από τα επίπεδα προ κρίσης, ενώ η ανεργία βρίσκεται σε ύψη ρεκόρ, η εγχώρια ζήτηση είναι χαμηλή και οι επενδύσεις στάσιμες».
Πρόσθεσε δε ότι «θεσμικές μεταρρυθμίσεις – ειδικότερα σε ότι αφορά την αγορά εργασίας, τη δικαιοσύνη και τη δημόσια διοίκηση – μόνο μακροπρόθεσμα θα δώσουν αισθητά δείγματα μιας οικονομικής ανάπτυξης».
Ακόμη είπε πως χωρίς πολιτική ή νομική αξιοπιστία, η απόδοση του κεφαλαίου ακόμα και της καλύτερης επένδυσης, δεν θεωρείται βέβαιη.
«Το κράτος οφείλει να θέσει τις κατάλληλες βάσεις για ένα ομαλό πολιτικό πλαίσιο» ανέφερε επιμένοντας ιδιαίτερα στη μείωση της γραφειοκρατίας, στη διασφάλιση της απονομής δικαιοσύνης και της επιβολής των νόμων, στη βελτίωση της φορολογίας, με σκοπό μια δικαιότερη φορολόγηση και κατανομή φορολογικών βαρών, στην κατάργηση των προνομίων και της εύνοιας ομάδων του λαού και στην προώθηση της επιστημονικής έρευνας και της καινοτομίας.
Ο Γερμανός υφυπουργός δέχθηκε ότι με βάση το δείκτη σχετικά με την επιχειρηματικότητα, που έχει καθιερώσει η Παγκόσμια Τράπεζα, η Ελλάδα έχει ανέβει από τη θέση 100, όπου βρισκόταν πριν από λίγα χρόνια, στη θέση 61, ωστόσο, όπως είπε, η πορεία της χώρας προς τους „Top-Performer“ είναι ακόμα μακρά.
Επεσήμανε την ανάγκη αναπτυξιακής ώθησης λέγοντας πως η ύφεση θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με επενδύσεις και με τη δημιουργία θέσεων εργασίας.
Η ανταγωνιστικότητα αποτελεί κεντρικό θέμα, διότι η ελληνική οικονομία είναι σε θέση να αναπτυχθεί μόνο εφόσον, προσφέρει προϊόντα, που μπορούν να πουληθούν στην παγκόσμια αγορά, είπε και πρόσθεσε πως η Γερμανία προτίθεται να συνεισφέρει στις κοινές προσπάθειες των θεσμών της Ε.Ε. και των κρατών-μελών της, ώστε η Ελλάδα να γίνει και πάλι ανταγωνιστική.
Στο σημείο αυτό έκανε αναφορά για τις έως τώρα πρωτοβουλίες της Γερμανίας για τη στήριξη της Ελλάδας, πρωτοβουλίες που αφορούν:
- στη συμμετοχή του Ομοσπονδιακού Υπουργείου Οικονομίας και Ενέργειας και της Πρεσβείας της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας στην Αθήνα, ώστε το Germany Trade and Invest να συνεργαστεί με το Enterprise Greece Invest and Trade για την προώθηση των εξαγωγών,
- στη στήριξη με 100 εκατ. ευρώ του Institution for Growth ώστε στις αρχές του επόμενου έτους να μπορέσουν να δοθούν τα πρώτα δάνεια σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις,
- στην παροχή εγγυήσεων σε πιστώσεις εξαγωγών για εξαγωγές προς την Ελλάδα και όγκο κάλυψης για το 2013 το 1,15 δισ. ευρώ και
- στη δυνατότητα συνεργασίας των δύο χώρων στον τομέα της καινοτομίας και της επιστημονικής έρευνας.
Πρόσθεσε ακόμη ότι το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομίας και Ενέργειας, στο πλαίσιο της Task-force της Ε.Ε., υποστηρίζει τη μεταρρύθμιση της τοπικής αυτοδιοίκησης και την ανάπτυξη του τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Τέλος, αναφερόμενος στην ευρωπαϊκή κρίση, εκτίμησε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετώπισε τα προηγούμενα χρόνια τη χειρότερη κρίση από την ίδρυσή της, μια δημοσιονομική και οικονομική κρίση, αλλά και μια κρίση νομιμοποίησης.
Είπε πως καθήκον της Ευρώπης είναι να προσφέρει απασχόληση και να γίνει εκ νέου ένας τόπος ανάπτυξης, ενώ μιλώντας ειδικότερα για την Ελλάδα, υπογράμμισε ότι τα περιθώρια των δημόσιων προϋπολογισμών για επιπλέον επενδύσεις είναι ελάχιστα και για το λόγο αυτό, θα πρέπει να βελτιωθούν οι όροι χρηματοδότησης για ιδιωτικές επενδύσεις.
«Ευχής έργο θα ήταν εάν η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων μπορούσε να διευρύνει τόσο τον όγκο χρηματοδοτήσεων της όσο και τα ποσοστά κινδύνου ορισμένων δράσεων. Αυτό θα δώσει πρόσβαση και σε ιδιωτικά κεφάλαια» τόνισε ο Γερμανός Υφυπουργός, θέτοντας θέμα αύξησης και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων.
«Μια Task-force υπό τη διεύθυνση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων θα υποβάλλει προτάσεις και θα ταυτοποιήσει βιώσιμες δράσεις και έργα» δήλωσε με έμφαση, θέτοντας όμως και ζητήματα θεσμικών μεταρρυθμίσεων και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ώστε να αντιμετωπιστούν ρυθμιστικά εμπόδια και κωλύματα επενδύσεων.