Skip to main content

Στο 27% ο στόχος για το μερίδιο ΑΠΕ έως το 2030

Από την έντυπη έκδοση 

Στον στόχο αύξησης έως το 2030 του μεριδίου των ΑΠΕ τουλάχιστον στο 27% της συνολικής ενεργειακής κατανάλωσης της Ε.Ε. συμφώνησαν τα υπουργεία Περιβάλλοντος και Ενέργειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο στόχος περιλαμβάνεται στην πρόταση οδηγίας για την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, με την οποία θεσπίζεται επίσης το κατάλληλο πλαίσιο και τα εργαλεία για την επίτευξή του.

Το συγκεκριμένο μερίδιο είναι βέβαια αυξημένο από το 20%, που είχε τεθεί ως στόχος από την Ε.Ε. για το 2020. Ωστόσο, απέχει πολύ από το 35%, το οποίο έχει προτείνει το Ευρωκοινοβούλιο, ενώ ακόμη και για τον Μιγκέλ Αρίας Κανιέτε, τον Ευρωπαίο επίτροπο αρμόδιο για τη Δράση για το Κλίμα και την Ενέργεια, δεν είναι αρκετά φιλόδοξο. Σύμφωνα με τον επίτροπο, θα μπορούσε κάλλιστα να τεθεί στο 30% της ενεργειακής κατανάλωσης, χωρίς πρακτικά αυτό να σημαίνει σημαντική αύξηση των απαραίτητων επενδύσεων, καθώς το κόστος των ΑΠΕ μειώνεται συνεχώς τα τελευταία χρόνια. 

Όσον αφορά τον εθνικό στόχο της Ελλάδας για το μερίδιο των ΑΠΕ στο ενεργειακό μίγμα έως το 2030, αυτός θα συγκεκριμενοποιηθεί από τον μακροχρόνιο ενεργειακό σχεδιασμό, ο οποίος θα πρέπει να είναι έτοιμος έως την άνοιξη του 2018. Αν και η κατάρτισή του βρίσκεται ακόμη σε αρχικό στάδιο, σύμφωνα με δηλώσεις τόσο του πρωθυπουργού Αλ. Τσίπρα όσο και του υπουργού Ενέργειας Γ. Σταθάκη, σκοπός είναι περίπου το 50% της ηλεκτροπαραγωγής στη χώρα μας να καλύπτεται έως τότε από ανανεώσιμες πηγές.  

Στην πρόταση οδηγίας που εγκρίθηκε τη Δευτέρα, θεσπίζονται επίσης για τους καταναλωτές απλουστευμένες διαδικασίες κοινοποίησης όσον αφορά τις εγκαταστάσεις μικρής κλίμακας και ορίζονται πλέον με σαφήνεια τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των «αυτοκαταναλωτών ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές», καθώς και των «κοινοτήτων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας». Όσον αφορά τη θέρμανση και την ψύξη, τα κράτη-μέλη θα πρέπει να λάβουν μέτρα για να επιτύχουν ενδεικτική ετήσια αύξηση του μεριδίου της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές κατά 1 ποσοστιαία μονάδα.

Στον τομέα των μεταφορών, ο στόχος για το 2030 όσον αφορά την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές τίθεται στο 14% για κάθε κράτος-μέλος, ορίζεται δε υποστόχος 3% για τα «προηγμένα βιοκαύσιμα», για τα οποία θα επιτρέπεται η διπλή προσμέτρηση. Όσον αφορά τα προηγμένα βιοκαύσιμα υπάρχει επίσης ενδιάμεσος δεσμευτικός στόχος 1% για το 2025, με σκοπό να αυξηθεί η επενδυτική ασφάλεια και να εξασφαλιστεί η διαθεσιμότητα καυσίμων καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου αυτής. Η ηλεκτροκίνηση ενθαρρύνεται ιδιαίτερα στην περίπτωση της χρήσης ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, ενώ ανάλογη πρόνοια υπάρχει και για τις σιδηροδρομικές μεταφορές.

Το ισχύον όριο του 7% για τα βιοκαύσιμα πρώτης γενιάς διατηρείται, προκειμένου να παρασχεθεί ασφάλεια στους επενδυτές. Εάν ένα κράτος-μέλος θέσει χαμηλότερο όριο, θα ανταμειφθεί με τη δυνατότητα να μειώσει τον συνολικό του στόχο για τις ανανεώσιμες πηγές στον τομέα των μεταφορών.

Η οδηγία διευκρινίζει επίσης τους κανόνες σχετικά με τα κριτήρια αειφορίας και τα κριτήρια για τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που ισχύουν για τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας. Τα κράτη-μέλη θα έχουν τη δυνατότητα να ανοίξουν τα εθνικά τους καθεστώτα στήριξης πέραν των συνόρων τους, δηλαδή σε παραγωγούς ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές οι οποίοι βρίσκονται σε άλλα κράτη-μέλη, όμως η τελική απόφαση εναπόκειται στα ίδια.

Πλέον, θα πρέπει να οριστικοποιήσει τις προτεινόμενες θέσεις του και το Ευρωκοινοβούλιο, ώστε να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με το Συμβούλιο μέσα στο 2018. Οι δύο πλευρές πρέπει να συμφωνήσουν σε ένα κοινό κείμενο, μαζί με την Κομισιόν, το οποίο θα λάβει στη συνέχεια δεσμευτική ισχύ.

Μία θέση πιο κάτω η Ελλάδα
Την πρώτη θέση του Δείκτη Ελκυστικότητας Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (Renewable Energy Country Attractiveness Index, RECAI) καταλαμβάνει η Κίνα, σύμφωνα με την τελευταία έκδοση της εξαμηνιαίας έρευνας της Εrnst & Υoung (ΕΥ). Η Ινδία διατηρεί τη δεύτερη θέση, ενώ οι ΗΠΑ παραμένουν στην τρίτη θέση στην παγκόσμια κατάταξη.

Σύμφωνα με την έρευνα της ΕΥ, η Ελλάδα υποχώρησε κατά μία θέση, στην 33η της κατάταξης.

Σχολιάζοντας την κατάταξη της Ελλάδας, ο κ. Τάσος Ιωσηφίδης, εταίρος και επικεφαλής του τμήματος Χρηματοοικονομικών Συμβούλων της ΕΥ Ελλάδος, αναφέρει ότι «η χώρα μας συγκεντρώνει τις αντικειμενικές προϋποθέσεις για να καταστεί ένας πραγματικά ελκυστικός προορισμός για επενδύσεις στις ΑΠΕ, ιδιαίτερα στην αιολική και ηλιακή ενέργεια». «Η υποχώρηση αυτή της χώρας μας στον δείκτη της ΕΥ αποτελεί μια υπενθύμιση της ανάγκης επιμονής στις προσπάθειες βελτίωσης του νομοθετικού πλαισίου και αντιμετώπισης των γραφειοκρατικών εμποδίων. Η άνοδος της Ελλάδας κατά οκτώ θέσεις στην κατάταξη στην προηγούμενη έκδοση του δείκτη αποδεικνύει ότι μπορούμε να πετύχουμε τους στόχους μας».

Επίσης, η Γαλλία κινείται σταθερά προς την πρώτη πεντάδα του δείκτη, καταλαμβάνοντας την έκτη θέση, εν μέσω νέων διαγωνισμών και εξαγορών, σε συνδυασμό με την ισχυρή πολιτική υποστήριξη του προέδρου Μακρόν για τις ΑΠΕ.