Εκτενείς οι αναφορές των γερμανικών μέσων στην τουρκική οικονομία και τον καταποντισμό της λίρας με αφορμή και το θρίλερ της παραίτησης του υπουργού Οικονομικών Αλμπαϊράκ.
Σε ανάλυσή της Frankfurter Allgemeine Zeitung του Σαββατοκύριακου σημειώνει: «[…] Ο υπουργός Οικονομικών Αλμπαϊράκ συνέβαλε στην διολίσθηση της λίρας καθώς είχε απορρίψει την αύξηση των επιτοκίων που αξίωναν οι αγορές για τη σταθεροποίηση του νομίσματος με το επιχείρημα ότι αυτή θα ζημίωνε την οικονομία. Ο ίδιος απέδιδε την αύξηση της ισοτιμίας έναντι του δολαρίου στις ανασφάλειες που πυροδότησαν οι αμερικανικές εκλογές και η πανδημία. Εντούτοις τα νομίσματα άλλων αναδυόμενων οικονομιών ανατιμήθηκαν τελευταία έναντι του δολαρίου και τα πήγαν καλύτερα από τη λίρα. Γι΄ αυτό και οι αναλυτές απορρίπτουν το επιχείρημα ότι η πτώση της ισοτιμίας οφείλεται στην πανδημία. Οι ίδιοι παραπέμπουν στην αδυναμία της κεντρικής τράπεζας της Τουρκίας και σε αστάθμητους πολιτικούς παράγοντες, όπως τις διαμάχες με την ΕΕ, που είναι η σημαντικότερη αγορά τουρκικών προϊόντων».
«Ο Ερντογάν καταστρέφει την οικονομία της Τουρκίας» είναι ο τίτλος δημοσιεύματος στην ελβετική Neue Zürcher Zeitung: «[…] Ο Ερντογάν δεν δέχεται αντίλογο. Και στον περίγυρό του κανείς δεν έχει το θάρρος να του μάθει τις βασικές αρχές νομισματικής πολιτικής. Αντ΄ αυτού η σημασία της νομισματικής κρίσης υποβαθμίζεται ως δευτερεύον ζήτημα που αφορά, υποτίθεται, μόνο τους αγοραστές πολυτελών Ι.Χ. ή όσους κάνουν μακρινά ταξίδια. Όσο διαρκεί αυτή η άρνηση της πραγματικότητας η λίρα θα συνεχίσει να χάνει αξία. Μπορεί ο Ερντογάν να έχει συνηθίσει να κυβερνά τη χώρα αποφασίζοντας και διατάζοντας. Ωστόσο η εμπιστοσύνη στη νομισματική πολιτική δεν επιβάλλεται, αλλά κερδίζεται και αυτό μέσα από μέτρα που ουδεμία σχέση έχουν με τις περίεργες θέσεις του προέδρου».
Γερμανικές κορβέτες στο Ισραήλ
«Μάχη για την επιρροή στη Μεσόγειο» είναι ο τίτλος εκτενούς άρθρου στη Welt της Κυριακής που αναφέρεται στην επικείμενη (11 Νοεμβρίου) παράδοση της πρώτης από τις συνολικά τέσσερις γερμανικές κορβέτες της ThyssenKrupp στο πολεμικό ναυτικό του Ισραήλ. Όπως σημειώνει η γερμανική εφημερίδα με το Magen (ασπίδα στα εβραϊκά) το Ισραήλ θέλει να υπερασπιστεί το μερίδιό του στα διαφιλονικούμενα ενεργειακά αποθέματα της Μεσογείου. «[…] Για μεγάλο διάστημα η χώρα ήταν εξαρτημένη κυρίως από τις προμήθειες φυσικού αερίου της Αιγύπτου. Η ανακάλυψη δικών της αποθεμάτων προ δεκαετίας περίπου μετέτρεψε το Ισραήλ από εισαγωγέα σε εξαγωγέα, ενώ κατέστησε και τις θαλάσσιες υποδομές του στόχο επιθέσεων».
Σε αυτά τα συμφραζόμενα η Welt αναφέρεται και στον αγωγό EastMed ως το «πλέον φιλόδοξο και αμφιλεγόμενο» ενεργειακό πρότζεκτ, που θα επιτρέπει τη μεταφορά φυσικού αερίου από το Ισραήλ προς την Ευρώπη, μέσω Κύπρου και Ελλάδας. Το μέλλον του αγωγού είναι ωστόσο άδηλο καθώς «αφενός αμφισβητείται η σχέση κόστους-χρησιμότητας, ενώ αφετέρου κλιμακώνεται η διαμάχη για τα ενεργειακά αποθέματα στην ανατολική Μεσόγειο».
Όπως σημειώνει ωστόσο ο Σεθ Φράντσμαν, διευθυντής του Middle East Center for Reporting and Analysis, η Τουρκία δεν χρειάζεται καν τα αποθέματα της Μεσογείου διότι μπορεί να αξιοποιήσει τις πηγές της Μαύρης Θάλασσας. «Το ζητούμενο στη διαμάχη αυτή δεν είναι το αέριο, αλλά η κυριαρχία στη Μεσόγειο. Ο ειδικός σε στρατιωτικά ζητήματα διαπιστώνει σημαντική αύξηση των εξοπλισμών του πολεμικού ναυτικού των χωρών της περιοχής μετά την γεωπολιτική αποχώρηση των ΗΠΑ που ξεκίνησε ήδη επί Ομπάμα και δη σε παρόμοιο βαθμό με την εποχή προ του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Σύμφωνα με τον ειδικό, οι ΗΠΑ άφησαν ένα κενό στην Εγγύς Ανατολή, το οποίο προσπαθούν να καλύψουν Ρωσία και Τουρκία. Η Ελλάδα αμύνεται έναντι της νεο-οθωμανικής πολιτικής ισχύος του Ερντογάν. Το δε Ισραήλ συμπαρασύρεται από την ελληνοτουρκική σύγκρουση. […] Το ισραηλινό πολεμικό ναυτικό δεν είναι όμως καλά εξοπλισμένο. Η παράδοση της κορβέτας είναι λοιπόν θεμελιώδους σημασίας».