Της Ειρήνης Σακελλάρη
Μπορεί η ελληνική οικονομία να μην έχει την ωριμότητα να δεχθεί αρνητικά επιτόκια στις καταθέσεις, κάτι που συμβαίνει σε άλλες χώρες μέλη της Ε.Ε. ωστόσο έχει εθιστεί στις σχετικώς υψηλές προμήθειες. Οι προμήθειες θα αποτελέσουν όπως όλα δείχνουν τη λύση που έχουν στη διάθεσή τους όσες τράπεζες δεν μπορούν ή δεν θέλουν να επιβάλουν αρνητικά επιτόκια, μολονότι αυτή είναι η τάση.
Ο λόγος για τον οποίον οι ελληνικές τράπεζες δεν προχωρούν σε αντίστοιχη κίνηση θα πρέπει μεταξύ άλλων να σημειωθεί πως είναι και τα σχετικώς υψηλά επιτόκια χορηγήσεων που παραμένουν σε σαφώς υψηλότερα επίπεδα έναντι του ευρωπαϊκού ανταγωνισμού.
Αποτελεί λοιπόν κοινό μυστικό πως τα πιστωτικά ιδρύματα που δεν προχωρούν σε αρνητικοποίηση των αποδόσεων των καταθέσεων θα ενισχύσουν τα fees – τις προμήθειες -που επιβάλουν στους πελάτες τους μιας και η ανάγκη ύπαρξης εσόδων παραμένει σταθερή.
Η Τράπεζα Κύπρου- όχι και τόσο μακρινη σε ότι αφορά το ελληνικό διαπίστευμα-προχώρησε σε μια αντίστοιχη ενέργεια όπως την ανακοίνωσε κατά τα αποτελέσματα 6μήνου.
Επέβαλε προμήθεια στους εταιρικούς πελάτες της τράπεζας αντί για αρνητικά επιτόκια βοηθώντας τους πελάτες να διατηρήσουν τις καταθέσεις τους εκεί.
Οι καταθέσεις στη χώρα μας συνεχίζουν να αυξάνονται σημαντικά – 1 δισ. ευρώ περίπου μηνιαίως- παρά το γεγονός πως οι αποδόσεις τους έχουν μηδενιστεί. Σύμφωνα με τα όσα αναμένονται οι τράπεζες δεν πρόκειται να αρνητικοποιήσουν τα επιτόκια ωστόσο το έλλειμμα των τόκων ενισχύει τα έσοδα από προμήθειες και αυτό εκφράζει μια διεθνή τάση. Συγχρόνως οι χρηματοοικονομικές ροές παρά τη διάθεση δανείων από τις ελληνικές τράπεζες παραμένουν αρνητικές διότι οι μεγάλοι πελάτες των τραπεζών προσφεύγουν στην έκδοση ομολόγων και αλλάζουν τη δομή του δανεισμού τους εξοφλώντας τα πιστωτικά ιδρύματα.
Xαρακτηριστικό είναι το γεγονός πως στο δεύτερο εξάμηνο του τρέχοντος έτους οι τέσσερις τράπεζες εμφάνισαν αύξηση στα έσοδα από προμήθειες από 3,6% ως 33,2% λόγω της αυξημένης παραγωγής προμηθειών από κάρτες, bancassurance και διαχείριση διαθεσίμων.
Το θέμα των αρνητικών επιτοκίων είναι από εκείνα που δείχνουν να απασχολούν εντονότατα πλέον τα πιστωτικά ιδρύματα.
Σε αυτό το εξάμηνο οι ελληνικές τράπεζες έσωσαν την κατάσταση καθώς παρουσίασαν καθαρά έσοδα από τόκους κατά 0,1% – 11,3% , λόγω σημαντικού περιορισμού του κόστους καταθέσεων, της παραγωγής νέων δανείων καθώς και της αξιοποίησης των εργαλείων της ΕΚΤ LTRO και TLTRO.
Με βάση τα στοιχεία του Ιουλίου όπως αυτά δημοσιοποιήθηκαν από την Τράπεζα της Ελλάδος σχεδόν αμετάβλητο στο 0,05% παρέμεινε το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο των νέων καταθέσεων, ενώ το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο των νέων δανείων αυξήθηκε στο 3,99%. Το περιθώριο επιτοκίου μεταξύ των νέων καταθέσεων και δανείων αυξήθηκε στις 3,94 εκατοστιαίες μονάδες.
Το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο των υφιστάμενων καταθέσεων παρέμεινε αμετάβλητο στο 0,05%, ενώ το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο των υφιστάμενων δανείων μειώθηκε στο 3,60%.