Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Μέσα στην επόμενη εβδομάδα -και αφού θα έχει προηγηθεί η ανακοίνωση των στοιχείων εκτέλεσης του προϋπολογισμού στο 10μηνο- θα ληφθούν οι οριστικές αποφάσεις για το κοινωνικό μέρισμα και τη χρηματοδότηση άλλων δαπανών από το υπερπλεόνασμα.
Η μεγάλη εκκρεμότητα έχει να κάνει με το ύψος του έκτακτου μερίσματος που θα διανεμηθεί -κάτι για το οποίο ουσιαστικά δεσμεύτηκε ο πρωθυπουργός-, αλλά και με τη συγκρότηση του τελικού καταλόγου των δικαιούχων. Στο τέλος της εβδομάδας ανακοινώνονται τα στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού στο 10μηνο.
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι οι στόχοι και για τον Οκτώβριο έχουν επιτευχθεί, χωρίς όμως να υπάρχει υπεραπόδοση στο σκέλος των εσόδων αντίστοιχη με αυτή που καταγράφηκε από τον Ιούλιο και μετά. Έτσι, το οικονομικό επιτελείο θα περιμένει να υπάρξουν όσο το δυνατόν περισσότερα στοιχεία και για την εκτέλεση του προϋπολογισμού τον Νοέμβριο, καθώς ο συγκεκριμένος μήνας είναι και ο πλέον καθοριστικός. Για τελευταία φορά φέτος θα υπάρξει «τριπλή» φορολογική υποχρέωση: φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων (ή νομικών προσώπων αντίστοιχα), ΕΝΦΙΑ και ΦΠΑ (για όσους τηρούν απλογραφικά βιβλία πληρώνεται η β’ δόση του 3ου τριμήνου, ενώ για όσους τηρούν διπλογραφικά βιβλία ο ΦΠΑ του Οκτωβρίου). Ο Δεκέμβριος έχει επίσης διπλή υποχρέωση (ΕΝΦΙΑ και τέλη κυκλοφορίας), αλλά ειδικά σε ό,τι αφορά τα τέλη κυκλοφορίας δεν υπάρχει ιδιαίτερη ανησυχία, καθώς εξαιτίας της «απειλής» του διπλάσιου προστίμου ο συντελεστής εισπραξιμότητας είναι πολύ υψηλός.
Ως προς το ύψος του ποσού που θα διατεθεί για το έκτακτο μέρισμα, αλλά και για τον τελικό κατάλογο των δικαιούχων, στο οικονομικό επιτελείο τηρούν σιγήν ιχθύος. Έχουν μεν καλλιεργηθεί προσδοκίες, αλλά για το τελικό ύψος του ποσού ουδείς θέλει να ανοίξει τα χαρτιά του.
Οι πληροφορίες που είδαν το φως της δημοσιότητας μετά τη δημοσίευση της έκθεσης της S&P περί δήθεν εκτόξευσης του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 4,3% του ΑΕΠ (δηλαδή 0,8% ή περίπου 1,6 δισ. ευρώ πάνω από τον στόχο) πολύ δύσκολα θα επιβεβαιωθούν.
Μπορεί τέτοια επίδοση να καταγραφεί στο κατά ESA 2010 πρωτογενές πλεόνασμα (σ.σ.: αυτό που ανακοινώνει η ΕΛΣΤΑΤ), όχι όμως και στο μνημονιακό πλεόνασμα που είναι και αυτό που λαμβάνεται υπόψη.
Το φετινό πρωτογενές πλεόνασμα όπως θα υπολογιστεί από την Ελληνική Στατιστική Αρχή θα έχει μεγάλη διαφορά από το λεγόμενο «μνημονιακό» πρωτογενές πλεόνασμα, ενώ το τελευταίο είναι αυτό που θα ληφθεί υπόψη προκειμένου να υπολογιστεί ο διαθέσιμος δημοσιονομικός χώρος για τη χρηματοδότηση του έκτακτου κοινωνικού μερίσματος. Οι βασικοί λόγοι για τους οποίους θα υπάρξει μεγάλη διαφορά, είναι οι εξής:
1. Τα έσοδα από τα ANFAs και τα SMPs έχουν ληφθεί υπόψη στο πρωτογενές πλεόνασμα της γενικής κυβέρνησης, αλλά δεν συνυπολογίζονται στο «μνημονιακό» πρωτογενές πλεόνασμα. Δεδομένου ότι δεν αναμένεται να υπάρξει άλλη εκταμίευση κερδών μέχρι το τέλος του έτους (σ.σ.: ακόμη και να ολοκληρωθεί η 4η αξιολόγηση στο Eurogroup του Δεκεμβρίου η εκταμίευση θα γίνει μέσα στο 2020), το φετινό κατά ESA 2010 πρωτογενές πλεόνασμα θα εμφανιστεί ενισχυμένο κατά 935 εκατ. ευρώ, αλλά αυτό το ποσό θα πρέπει να αφαιρεθεί από την αντίστοιχη «μνημονιακή» επίδοση.
2. Τα έσοδα ύψους 1,122 δισ. ευρώ που μπήκαν φέτος στα δημόσια ταμεία από την (καθυστερημένη) είσπραξη του τιμήματος για την επέκταση της σύμβασης του «Ελευθέριος Βενιζέλος», επίσης λαμβάνονται υπόψη για το κατά ESA 2010 πλεόνασμα, όχι όμως και για το αντίστοιχο «μνημονιακό». Έτσι, σχεδόν ολόκληρο αυτό το ποσό θα εμφανιστεί ως «διαφορά» ανάμεσα στις δύο διαφορετικού ορισμού μνημονιακές επιδόσεις.
3. Το γεγονός ότι το 2019 δεν υπήρξε (τουλάχιστον με τα μέχρι τώρα δεδομένα, αν και δύσκολα θα αλλάξει κάτι δραματικά μέχρι το τέλος του χρόνου) μείωση των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, θα «φανεί» και στο μνημονιακό πρωτογενές πλεόνασμα αρνητικά. Πέρυσι, το γεγονός ότι το Γενικό Λογιστήριο πλήρωνε κατά εκατοντάδες εκατομμύρια τις ληξιπρόθεσμες οφειλές για να διασφαλίσει το συγκεκριμένο «προαπαιτούμενο» βοήθησε το μνημονιακό πρωτογενές πλεόνασμα κατά τουλάχιστον 300 εκατ. ευρώ. Φέτος όχι μόνο δεν θα υπάρξει θετική επίδραση, αλλά είναι πιθανό να υπάρξει και αρνητικό «άνοιγμα» άνω των 150 εκατ. ευρώ. Πάντως, είναι πιθανό ειδικά κατά τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο να γίνει προσπάθεια ταχύτατης μείωσης των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, ώστε να υπάρξει αντίστοιχη θετική επίπτωση και στο πρωτογενές πλεόνασμα.
Αν προσμετρηθούν αυτοί οι τρεις βασικοί παράγοντες, αλλά και οι υπόλοιπες προσαρμογές που γίνονται στο κατά ESA 2010 πρωτογενές πλεόνασμα προκειμένου να καταστεί σύμφωνο με τον μνημονιακό ορισμό, η διαφορά αναμένεται να ξεπεράσει τα 2 δισ. ευρώ ή το 1% του ΑΕΠ.
Τα τρία ανοικτά «μέτωπα»
Το τελικό πρωτογενές πλεόνασμα του 2019 θα κριθεί στις λεπτομέρειες. Για τρία θέματα έχει ανησυχία το οικονομικό επιτελείο:
1. Αν θα παραμείνουν «πιστοί» στη ρύθμιση των 120 δόσεων όσοι εντάχθηκαν σε αυτήν. Από τα στοιχεία της ΑΑΔΕ προκύπτει ότι υπάρχει προσδοκία συγκέντρωσης επιπλέον 140 εκατ. μέχρι το τέλος του έτους από τους περίπου 616.384 οφειλέτες που εντάχθηκαν. Προς το παρόν έχουν εισπραχθεί πάνω από 545 εκατ. ευρώ. Αν υπάρξει υπέρβαση αυτού του στόχου, τότε η «λευκή τρύπα» στον φετινό προϋπολογισμό θα μεγαλώσει. Το σημαντικό είναι οι 616.384 οφειλέτες να παραμείνουν πιστοί στην καταβολή των δόσεων μέχρι το τέλος της ρύθμισης.
2. Αν θα καλυφθεί το κενό που έχει ανοίξει στα έσοδα του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων. Αυτό είναι το μέγεθος που χάλασε την εικόνα εκτέλεσης του προϋπολογισμού στο εννεάμηνο, αλλά και στο οικονομικό επιτελείο ελπίζουν ότι μέχρι το τέλος του χρόνου θα καλυφθεί η όποια διαφορά.
3. Αν θα φανεί αρκετό το κονδύλι που έχει εγκριθεί (περίπου 68 εκατ.) για το επίδομα θέρμανσης. Το οικονομικό επιτελείο εδώ έχει αναλάβει ένα ρίσκο. Οι πολίτες μπορούν να κάνουν αίτηση για το επίδομα, να εισπράξουν το επίδομα μέχρι το τέλος του χρόνου και μετά να αγοράσουν την απαιτούμενη ποσότητα (σ.σ.: φέτος, η αξία του πετρελαίου που θα αγοραστεί θα πρέπει να είναι διπλάσια του επιδόματος). Πάντως, το γεγονός ότι δεν απαιτείται να προηγηθεί η αγορά του πετρελαίου της καταβολής του επιδόματος, μπορεί να οδηγήσει σε εκτίναξη του αριθμού των αιτήσεων.