Στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης (ΦΕΚ – Τεύχος Β’ 4158/29.11.2017) δημοσιεύθηκε η υπουργική απόφαση για την απλοποιημένη διαδικασία ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων που δεν ξεπερνούν συνολικά το ποσό των 50.000 ευρώ, στο πλαίσιο υπαγωγής τους στον Εξωδικαστικό Μηχανισμό.
Όπως προβλέπει η υπουργική απόφαση, την οποία υπογράφουν οι υπουργοί Οικονομίας Δημήτρης Παπαδημητρίου, Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου και Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, η αίτηση υποβάλλεται ηλεκτρονικά από τον οφειλέτη, μέσω της ιστοσελίδας της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (ΕΓΔΙΧ).
Τυποποιημένος Τρόπος αξιολόγησης βιωσιμότητας
Προκειμένου ένας οφειλέτης να κριθεί βιώσιμος για την τυποποιημένη πρόταση ρύθμισης, πρέπει να πληροί σωρευτικά τα παρακάτω κριτήρια:
α) Θετικό καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων κατά την τελευταία χρήση, ή σε δύο από τις τρεις τελευταίες χρήσεις πριν από την υποβολή της αίτησης υπαγωγής στο ν. 4469/2017, και
β) Ο λόγος του συνόλου των οφειλών, μετά την αφαίρεση των υπερημεριών και προσαυξήσεων προς το καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων, πρέπει να είναι ίσος ή μικρότερος από οκτώ. Για την εφαρμογή της παρούσας προϋπόθεσης λαμβάνεται υπόψη το μεγαλύτερο ποσό που προκύπτει από τη σύγκριση των εξής ποσών:
- του καθαρού αποτελέσματος προ φόρων τόκων και αποσβέσεων της τελευταίας χρήσης και
- του μέσου όρου των δύο πλέον θετικών καθαρών αποτελεσμάτων προ φόρων τόκων και αποσβέσεων από τις τρεις τελευταίες χρήσεις.
Οι πιστωτές του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα διατηρούν σε κάθε περίπτωση το δικαίωμα να προβούν σε εξατομικευμένη αξιολόγηση βιωσιμότητας, σύμφωνα με τις εσωτερικές διαδικασίες οργάνωσής τους, προκειμένου να εκτιμήσουν την ικανότητα αποπληρωμής του οφειλέτη.
Εάν πιστωτής, ο οποίος κατέχει την πλειοψηφία επί του συνόλου των απαιτήσεων, εκτιμήσει τον οφειλέτη ως μη βιώσιμο, δεν προτείνεται καμία ρύθμιση των οφειλών στο πλαίσιο της απλοποιημένης διαδικασίας.
Πρόταση τυποποιημένης λύσης
Μετά την υποβολή της αίτησης υπαγωγής και μετά τη διαπίστωση απαρτίας, τυχόν αντιπροτάσεις ρύθμισης οφειλών που υποβάλλονται από τους συμμετέχοντες πιστωτές, παράγονται με τυποποιημένο τρόπο και υπόκεινται στους ακόλουθους κανόνες:
α) Αφαιρούνται τα ακόλουθα ποσά ανά πιστωτή:
- το σύνολο των τόκων υπερημερίας των πιστωτών του ιδιωτικού τομέα
- ποσοστό 95% των απαιτήσεων του Δημοσίου από πρόστιμα που έχουν επιβληθεί από τη φορολογική διοίκηση
- ποσοστό 85% των απαιτήσεων του Δημοσίου και των φορέων κοινωνικής ασφάλισης από προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής.
β) Ο οφειλέτης καταβάλει ισόποσες τοκοχρεωλυτικές μηνιαίες δόσεις, που δεν επιτρέπεται να είναι κατώτερες από το ποσό των 50 ευρώ ανά πιστωτή.
γ) Ο αριθμός των μηνιαίων δόσεων στην περίπτωση των χρηματοδοτικών φορέων, του Δημοσίου και των φορέων κοινωνικής ασφάλισης (εφεξής θεσμικών πιστωτών) δεν επιτρέπεται να ξεπερνά τις 120, ενώ για τους λοιπούς ιδιώτες πιστωτές δεν επιτρέπεται να ξεπερνά τις 24. Κατ’ εξαίρεση, εάν οι οφειλές προέρχονται από συμβάσεις παροχής εργασίας οποιουδήποτε τύπου, οι δόσεις δεν επιτρέπεται να ξεπερνούν τις 6.
δ) Για τον υπολογισμό των τοκοχρεωλυτικών δόσεων, λαμβάνεται υπόψη επιτόκιο ίσο με το επιτόκιο euribor τριμήνου, προσαυξημένο κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες και κατά την εισφορά του ν. 128/1975 κατά περίπτωση, αν είχε προγενέστερα συμφωνηθεί ότι η εισφορά αυτή βαρύνει τον οφειλέτη. Το επιτόκιο είναι κυμαινόμενο για τους χρηματοδοτικούς φορείς και αναπροσαρμόζεται ανά τρίμηνο, με έναρξη την ημερομηνία κατάρτισης της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών. Για τους υπόλοιπους πιστωτές το επιτόκιο είναι σταθερό, με κρίσιμο χρόνο την ημερομηνία υποβολής της αίτησης. Εναλλακτικά, ο οφειλέτης μπορεί να προτείνει να καταβάλει την οφειλή του σε όλους τους θεσμικούς πιστωτές σε 12 ή λιγότερες άτοκες δόσεις. Στην περίπτωση αυτή, επί υπερημερίας του οφειλέτη, οι δόσεις που οφείλονται προς τους χρηματοδοτικούς φορείς βαρύνονται με το επιτόκιο του πρώτου εδαφίου.
ε) Αν η βασική οφειλή προς το Δημόσιο ή και τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης δεν ξεπερνά το ποσό των 3.000 ευρώ ανά πιστωτή, στο οποίο δεν προσμετρώνται τυχόν οφειλές που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 15 του ν. 4469/2017, ο αριθμός των δόσεων προς τον εν λόγω πιστωτή δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τις 36. Στην περίπτωση αυτή, δεν υφίσταται η υποχρέωση προσφοράς κοινού αριθμού δόσεων για όλους τους θεσμικούς πιστωτές.
στ) Αν ποσοστό 2,75% του θετικού καθαρού αποτελέσματος του οφειλέτη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων, είναι μεγαλύτερο από τη συνολική αρχική μηνιαία δόση, τότε η συνολική μηνιαία δόση αναπροσαρμόζεται ώστε να ισούται με αυτό το ποσό. Το επιπλέον ποσό κατανέμεται συμμέτρως στους θεσμικούς πιστωτές, ανάλογα με την απαίτηση του καθενός, και ο αριθμός των δόσεων μειώνεται, ώστε το σύνολο της καθαρής παρούσας αξίας τους να ισούται με το σύνολο της οφειλής προς αυτούς.
Το Δημόσιο και οι φορείς κοινωνικής ασφάλισης δεν επιτρέπεται να υποβάλλουν προτάσεις αναδιάρθρωσης οφειλών ή να ψηφίζουν υπέρ προτάσεων αναδιάρθρωσης οφειλών που έχουν συνταχθεί σύμφωνα με τα αναφερόμενα, αν η συνολική αξία της περιουσίας του οφειλέτη είναι τουλάχιστον 25 φορές μεγαλύτερη από τη συνολική οφειλή προς ρύθμιση.
Κατά την τακτική διαδικασία, ο οφειλέτης μπορεί να προσκομίσει μελέτη, προκειμένου να τεκμηριώσει τη βιωσιμότητα της επιχείρησής του ή μία διαφορετική πρόταση αναδιάρθρωσης οφειλών.