Από την έντυπη έκδοση
Του Κώστα Δεληγιάννη
[email protected]
Στην προσέλκυση επενδυτών μέσα στους επόμενους 12 μήνες για την έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων σε πέντε θαλάσσιες περιοχές στο Ιόνιο και το Λιβυκό Πέλαγος στοχεύει η Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ), όπως ανέφερε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, δρ Γιάννης Μπασιάς, στην ομιλία του κατά τη χθεσινή εναρκτήρια ημέρα του 3ου Workshop για την Έρευνα και την Παραγωγή Υδρογονανθράκων. Όπως πρόσθεσε o κ. Μπασιάς στην εκδήλωση, η οποία διοργανώνεται από το Ινστιτούτο Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ) σε συνεργασία με την ΕΔΕΥ, προσδοκία είναι για κάθε ένα από αυτά τα μπλοκ να υπάρξει επίσημη εκδήλωση ενδιαφέροντος από πετρελαϊκές εταιρείες, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για την προκήρυξη διεθνούς διαγωνισμού για την παραχώρησή του.
Οι πέντε αυτές περιοχές βρίσκονται νότια της Κέρκυρας, δυτικά της Πελοποννήσου και νότια της Κρήτης. Προέκυψαν από την επαναχάραξη από την ΕΔΕΥ των υπεράκτιων «οικοπέδων» που δεν διεκδικήθηκαν, από τα 20 θαλάσσια μπλοκ που «βγήκαν» στον διεθνή γύρο παραχωρήσεων του 2014. «Κάθε μία από αυτές τις περιοχές καταλαμβάνει έκταση από 8.000 έως 15.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα, αφού μόνον αν έχουν μεγάλο μέγεθος θα αξίζει να αναλάβουν το σχετικό ρίσκο οι υποψήφιοι επενδυτές», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Εμπορική προώθηση
Για την προετοιμασία της εμπορικής τους προώθησης, η ΕΔΕΥ ξεκίνησε με την επεξεργασία και την ερμηνεία των αντίστοιχων σεισμικών δεδομένων, τα οποία είχε συλλέξει η νορβηγική PGS με χρηματοδότηση του ελληνικού κράτους, στο πλαίσιο προκήρυξης του διαγωνισμού του 2014. Όπως ανέφερε ο κ. Μπασιάς, η Διαχειριστική Εταιρεία βρίσκεται στο τελικό στάδιο αυτού του πρώτου βήματος, ώστε να ξεκινήσει άμεσα την προσπάθεια να προκαλέσει το ενδιαφέρον πετρελαϊκών εταιρειών, που θα θελήσουν να αποκτήσουν μία πληρέστερη εικόνα μέσω των δεδομένων. «Πέρα από το τεχνικό και επιστημονικό έργο, αρμοδιότητα της ΕΔΕΥ είναι και η εμπορική προώθηση», συμπλήρωσε.
Βασικός «πυλώνας» της διαδικασίας προσέλκυσης υποψήφιων επενδυτών είναι η τεχνική και εμπορική προβολή των υποψήφιων περιοχών, μέσα από δράσεις προβολής και ενημέρωσης σε συνέδρια υψηλού κύρους, workshops και συζητήσεις με τις ενδιαφερόμενες εταιρείες.
Με αυτό τον τρόπο, στόχος είναι η προκήρυξη διαγωνισμού μέσω της επίσημης υποβολής ενδιαφέροντος από πετρελαϊκές εταιρείες, μία διαδικασία που με βάση τον κ. Μπασιά «εξοικονομεί χρόνο και χρήμα», σε σχέση με τους εναλλακτικούς τρόπους παραχώρησης «οικοπέδων» για έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής της ΕΔΕΥ, η έλευση νέων εταιρειών για ακόμη περισσότερα «οικόπεδα», σε συνδυασμό με τις διεθνείς επιχειρήσεις που ήδη δίνουν το «παρών» στην έρευνα εγχώριων θαλάσσιων μπλοκ, δημιουργούν τις προϋποθέσεις ώστε η ζώνη του Ιονίου και του Λιβυκού να καταστεί το δυτικό σύνορο στην ολοένα εντεινόμενη δραστηριότητα της πετρελαϊκής βιομηχανίας στη νοτιοανατολική Μεσόγειο. Ωστόσο, όπως και σε όλη αυτή την ευρύτερη περιοχή, έτσι και τα υποψήφια κοιτάσματα στην Ελλάδα θέτουν την πρόκληση του μεγάλου βάθους, καθώς κατά κανόνα αφορούν βαθέα και υπερβαθέα ύδατα.
Έτσι, αρκετοί «στόχοι» στον ελληνικό χώρο υπερβαίνουν κατά πολύ σε βάθος ακόμη και τα 1.200 μέτρα, φθάνοντας έως και τα 3.200. Είναι ενδεικτικό πως για αυτήν τη δεύτερη περίπτωση, τα λεγόμενα υπερβαθέα ύδατα, ακόμη δεν έχει διαμορφωθεί σε πανευρωπαϊκό επίπεδο το απαραίτητο ρυθμιστικό πλαίσιο ασφάλειας. Επίσης, σε 5 χρόνια αναμένεται να έχουν ωριμάσει οι τεχνολογίες εξόρυξης για τόσο μεγάλα βάθη, ώστε να μπορούν να τις αξιοποιήσουν οι υποψήφιοι επενδυτές, ερευνώντας επομένως τέτοιους «στόχους».
Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τον κ. Μπασιά, η πετρελαϊκή βιομηχανία αποκτά ολοένα και πιο ζωτικό ρόλο στη διαμόρφωση των οικονομιών των χωρών της νοτιοανατολικής Ευρώπης. Παράμετροι αυτής της τάσης είναι οι πρόσφατες ανακαλύψεις κοιτασμάτων φυσικού αερίου στη νοτιοανατολική Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα, η επιβεβαίωση ενός νέου γεωλογικού μοντέλου (ασβεστολιθικά πετρώματα) για την ύπαρξη κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, καθώς και η συνεχής βελτίωση των τεχνολογιών εξόρυξης. Σημαντικό ρόλο παίζει επίσης η αυξάνουσα εμπορική σημασία του υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), αλλά και η διαφοροποίηση των πηγών τροφοδοσίας της Ευρώπης με φυσικό αέριο και πετρέλαιο.
Στροφή σε υπερβαθέα ύδατα
Στην πρόκληση που θέτουν τα κοιτάσματα σε βαθέα και υπερβαθέα ύδατα αναφέρθηκε και η κ. Τερέζα Φωκιανού, πρόεδρος και διευθύνουσα σύμβουλος της εταιρείας Flow, μέλος του Δ.Σ. του ΙΕΝΕ και επικεφαλής του Upstream Working Group του ΙΕΝΕ. Σύμφωνα με την κ. Φωκιανού, αιτίες για τη στροφή στα υπερβαθέα ύδατα είναι η πιθανή ανακάλυψη μεγάλων κοιτασμάτων, η ανάγκη για αντιστάθμιση της μειούμενης παραγωγής από τα χερσαία «οικόπεδα» και τα κοιτάσματα σε σχετικά αβαθή νερά, η βελτίωση της οικονομικής βιωσιμότητας της ανάπτυξης των κοιτασμάτων, καθώς και η αύξηση της ενεργειακής ζήτησης.
Η ίδια μίλησε για ταχεία εισαγωγή νέων τεχνολογιών, που μπορούν να αλλάξουν τα τεχνικοοικονομικά δεδομένα για τις συγκεκριμένες εξορύξεις. Έτσι, ανοίγουν τον δρόμο μεταξύ άλλων για τη μείωση των αρχικών επενδύσεων και τον περιορισμό του λειτουργικού κόστους.