Skip to main content

Σε αισιόδοξες παραδοχές στηρίζεται η πρόβλεψη για το πλεόνασμα

Από την έντυπη έκδοση

Του Θάνου Τσίρου 
[email protected]
 
Σε παραδοχές οι οποίες μπορεί να αποδειχθούν στην πράξη εξαιρετικά αισιόδοξες στηρίζεται η πρόβλεψη ότι το πρωτογενές πλεόνασμα του κρατικού προϋπολογισμού θα διαμορφωθεί το 2018 στα 7,761 δισ. ευρώ με βάση τον ορισμό που ακολουθεί η ΕΛΣΤΑΤ και η Eurostat, δηλαδή κατά 3,034 δισ. ευρώ υψηλότερα συγκριτικά με την εκτίμηση για το φετινό πρωτογενές πλεόνασμα.

Όπως προκύπτει από τους αναλυτικούς πίνακες, η κυβέρνηση ποντάρει στο ότι θα βελτιωθεί άρδην η εικόνα του «στενού» δημόσιου τομέα, με το πρωτογενές πλεόνασμα του κρατικού προϋπολογισμού να βελτιώνεται κατά 2,7 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2017, έτος κατά το οποίο θα καταγραφεί σημαντική υστέρηση έναντι των στόχων.  Ταυτόχρονα όμως με τις καλές οικονομικές επιδόσεις από τον στενό δημόσιο τομέα, ζητούνται πρόσθετα πρωτογενή πλεονάσματα και από όλους τους επιμέρους τομείς που συνθέτουν την εικόνα της γενικής κυβέρνησης: τους δήμους, τα ασφαλιστικά ταμεία και τις ΔΕΚΟ. Μόνο για τα νομικά πρόσωπα που συνδέονται με τον δημόσιο τομέα αλλά και τα νοσοκομεία αποτυπώνονται περιθώρια για λιγότερο «σφικτή» οικονομική πολιτική σε σχέση με πέρυσι. 

Για να συμβούν όμως όλα αυτά θα πρέπει: 

✓ Τα φορολογικά έσοδα να ενισχυθούν κατά 951 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον προηγούμενο έτος. Αυτό δεν θα είναι εύκολο, δεδομένου ότι το 2018 δεν υπάρχουν σημαντικά νέα μέτρα στο σκέλος των εσόδων πέραν της κατάργησης κάποιων εκπτώσεων φόρου (ιατρικές δαπάνες, παρακράτηση φόρου κ.λπ.), αλλά και της αύξησης των συντελεστών για τη φορολόγηση των εσόδων από βραχυχρόνιες μισθώσεις.

Ειδικά η αυξημένη απόδοση από τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων (σ.σ.: αναμένονται πρόσθετα έσοδα άνω των 700 εκατ. ευρώ μόνο από τον συγκεκριμένο κωδικό) θα πρέπει να στηριχτεί στη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης, οι οποίες όμως θα εξασφαλίζουν μισθό υψηλότερο από το αφορολόγητο όριο, καθώς μόνο έτσι μπορούν να εισρεύσουν στα κρατικά ταμεία έσοδα από την παρακράτηση φόρου. Το 2017 καταγράφεται σημαντική υστέρηση έναντι των στόχων όσον αφορά τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων, κάτι που σημαίνει ότι θα πρέπει να υπάρξει πλήρης αλλαγή εικόνας. Και δεν είναι μόνο ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων. Για το 2018 προβλέπεται και σημαντική αύξηση από τους φόρους προηγούμενων ετών, η οποία για να επαληθευτεί, προϋποτίθεται ότι θα συνεχιστούν οι δεσμεύσεις τραπεζικών καταθέσεων, η επιβολή αναγκαστικών μέτρων και η απόδοση των ρυθμίσεων ληξιπρόθεσμων οφειλών. 

✓ Θα πρέπει να συμπιεστούν οι δαπάνες, παρά το γεγονός ότι υπάρχει πρόβλεψη για αύξηση στο κονδύλι μισθών και συντάξεων κατά 442 εκατ. ευρώ. Οι πρωτογενείς δαπάνες θα πρέπει να συρρικνωθούν κατά 1,277 δισ. ευρώ, ενώ όλο το βάρος πέφτει στο κονδύλι για ασφάλιση, περίθαλψη και κοινωνική προστασία, το οποίο εμφανίζεται μειωμένο κατά 1,6 δισ. ευρώ. Να σημειωθεί ότι για το 2018 έχει εγγραφεί δαπάνη ενός δισ. ευρώ για αποθεματικό. Αντίστοιχη εγγραφή είχε γίνει και για το 2017, αλλά η δέσμευση δεν θα τηρηθεί, με το ποσό του αποθεματικού να περιορίζεται στα 346 εκατ. ευρώ. Σε έναν βαθμό, η επιδιωκόμενη μείωση των δαπανών θα προέλθει και από το γεγονός ότι το 2018 δεν θα υπάρχει «έκτακτο μέρισμα», εκτός φυσικά αν υπάρξει και πάλι σημαντική υπεραπόδοση στον προϋπολογισμό.

Η παραγωγή του πρόσθετου πρωτογενούς πλεονάσματος για το 2018 δεν στηρίζεται μόνο στις οικονομικές επιδόσεις του στενού δημόσιου τομέα, αλλά και των υπόλοιπων τομέων που συνθέτουν τη γενική κυβέρνηση. Έτσι, 

1 Το πρωτογενές πλεόνασμα του κρατικού προϋπολογισμού θα πρέπει να φτάσει στα 4,071 δισ. ευρώ ενισχυμένο κατά 2,715 δισ. ευρώ συγκριτικά με το 2017. 

2 Θα πρέπει να καταγραφεί νέα σημαντική βελτίωση στις οικονομικές επιδόσεις των φορέων κοινωνικής ασφάλισης ώστε το πρωτογενές πλεόνασμα των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης (με βάση τον ορισμό που ακολουθεί η ΕΛΣΤΑΤ) να διαμορφωθεί σε 1,789 δισ. ευρώ, δηλαδή 700 εκατ. ευρώ υψηλότερα συγκριτικά με το πρωτογενές πλεόνασμα του 2016 (1,089 δισ. ευρώ). Τα έσοδα από ασφαλιστικές εισφορές θα πρέπει να τονωθούν περαιτέρω κατά 362 εκατ. ευρώ,  ενώ ταυτόχρονα θα υποχωρούν και οι δαπάνες για τις συντάξεις (σ.σ.: κατά 151 εκατ. ευρώ προκειμένου να περιοριστούν στο ποσό των 28,853 δισ. ευρώ από 29,004 δισ. ευρώ το 2017), αλλά και τα έξοδα για φάρμακα, παροχές ασθενείας του ΕΟΠΥΥ, επιδόματα ανεργίας του ΟΑΕΔ κ.λπ. Οι «λοιπές δαπάνες» στον κοινωνικό προϋπολογισμό (σ.σ.: εκεί περιλαμβάνονται φάρμακα, επιδόματα ανεργίας κ.λπ.) θα πρέπει να μειωθούν κατά 267 εκατ. ευρώ, στα 9,044 δισ. ευρώ. 

3 Οι οικονομικές επιδόσεις των δήμων της χώρας θα είναι επίσης βελτιωμένες, με τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης να εμφανίζουν το 2018 πρωτογενές πλεόνασμα (και πάλι με βάση τον ορισμό ESA 2010) 401 εκατ. ευρώ έναντι 229 εκατ. ευρώ το 2017. 

4 Το πρωτογενές πλεόνασμα των ΔΕΚΟ θα βελτιωθεί και αυτό στο 1,147 δισ. ευρώ έναντι 944 εκατ. ευρώ το 2017. 
Όπως προκύπτει, από τις οικονομικές επιδόσεις των ασφαλιστικών ταμείων, των ΔΕΚΟ και των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, το υπουργείο Οικονομικών περιμένει να αντλήσει επιπλέον πρωτογενές πλεόνασμα ύψους ενός δισ. ευρώ συγκριτικά με το 2017. Το γεγονός ότι από τον στενό δημόσιο τομέα αναζητείται πρόσθετο πλεόνασμα άνω των δύο δισ. ευρώ οφείλεται στο ότι αναμένονται και χειρότερες οικονομικές επιδόσεις κυρίως από τα νομικά πρόσωπα που συνδέονται με το Δημόσιο.

Το μνημονιακό πλεόνασμα
Το μνημονιακό πρωτογενές πλεόνασμα αναμένεται να είναι μικρότερο σε σχέση με αυτό που προκύπτει με βάση τη μεθοδολογία της ΕΛΣΤΑΤ και της Eurostat. Προβλέπεται να διαμορφωθεί στα 7,051 δισ. ευρώ. Αυτή η διαφορά των 665 εκατ. ευρώ οφείλεται σε δύο παραμέτρους που θα λειτουργήσουν αρνητικά το 2018:  

1. Στη μεταφορά εσόδων από ANFA και SMP τα οποία δεν λαμβάνονται υπ’ όψιν στο μνημονιακό πρωτογενές πλεόνασμα και 

2. Στα έσοδα των αποκρατικοποιήσεων (κυρίως αυτά που θα προέλθουν από τις πωλήσεις εισηγμένων στο Χ.Α. εταιρειών), τα οποία, αν και συνυπολογίζονται στο πλεόνασμα της ΕΛΣΤΑΤ, εξαιρούνται από το μνημονιακό πλεόνασμα. 

Μικρή θετική επίπτωση στο μνημονιακό πλεόνασμα θα έχουν οι δαπάνες μεταναστευτικών ροών ύψους περίπου 
29 εκατ. ευρώ.