Skip to main content

Βασίλης Κατσικονούρης: «…στο τέλος του ταξιδιού της μέρας μας μέσα στη νύχτα»

«Οι Απόντες» δίνουν το «παρών» στο Θέατρο Σταθμός

© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη

«Οι Απόντες», το έργο – ντοκουμέντο του Βασίλη Κατσικονούρη, μετά τη μεγάλη του επιτυχία, επιστρέφει σαν παράσταση – μαγική εικόνα, για ακόμη τέσσερα ανεβάσματα παραστάσεις, τις Τετάρτες 8, 15, 22 και 29 Οκτωβρίου, στις 8.15 το βράδυ, εγκαινιάζοντας τη φετινή θεατρική περίοδο του αθηναϊκού Θεάτρου Σταθμός [Βίκτωρος Ουγκώ 55, Μεταξουργείο].

Το έργο είναι ένα project – σπουδή στην προφορικότητα και στην αφήγηση πριν αυτή γίνει λογοτεχνία, κι ανιχνεύει αυτό το προ-λογοτεχνικό στάδιο, ως μία, ενεργή πάντα, μήτρα παραγωγής λογοτεχνίας. Μία συλλογή από προφορικές αφηγήσεις ανθρώπων την ώρα που θυμούνται άλλους ανθρώπους, όπως τους θυμούνται, με λόγια που παράγονται εκείνη τη στιγμή. Αναφέρονται σε απόντες από θάνατο, χωρισμό, ξενιτιά, σε φίλους και πρόσωπα κάποτε αγαπημένα, που χάθηκαν στον χρόνο. Οι αφηγητές, όχι ηθοποιοί, καθημερινοί άνθρωποι της διπλανής πόρτας, καλούνται να παρουσιάσουν ενώπιον κοινού ό,τι και όπως το θυμούνται, κάθε βράδυ την ίδια ιστορία με τα λόγια εκείνης της στιγμής, αδιαμεσολάβητα και απροβάριστα, χωρίς να υπάρχει μία λέξη γραπτή.

Ως ραψωδοί του έπους της καθημερινότητας. Και ως συνοδεία λύρας, μια διακριτική υποστήριξη από κάποια θεατρικά στοιχεία. Η πρόσληψη αυτής της δράσης μπορεί να είναι ένα μοναδικό συμβάν – βίωμα, όπου τα όρια μεταξύ πομπού και δέκτη γίνονται δυσδιάκριτα… Κάθαρση για τους αφηγητές και μέθεξη για τους θεατές – ακροατές, ενίοτε και αντίστροφα. Όσοι από τους δεύτερους επιθυμούν, είναι ευπρόσδεκτοι να αφηγηθούν και τις δικές τους ιστορίες για τους δικούς τους απόντες.

Για την κουβέντα μας με τον Βασίλη Κατσικονούρη, τον ευχαριστούμε θερμά.

«Οι Απόντες»· αφηγητές που δεν είναι ηθοποιοί, θυμούνται τούς δικούς τους απόντες.  Θα θέλατε να μας πείτε δυο λόγια για αυτό το project αφήγησης;

«Είναι πρωτίστως άμεσο (αλλά και έμμεσο) βιωματικό υλικό που μου εμπιστεύθηκαν ωμό και ακατέργαστο κι εγώ το μορφοποίησα σε αφήγηση, όχι γραπτή. Σεβάστηκα ακριβώς την αλήθεια του βιώματος αλλά και τους τρόπους και μηχανισμούς που κάνουν μία αφήγηση ενδιαφέρουσα. Και πάνω απ’ όλα όχι απλώς σεβάστηκα, αλλά επεδίωξα να αναδειχθεί ο ιδιαίτερος, προσωπικός τρόπος και τόνος κάθε αφηγητή-αφηγήτριας ξεχωριστά».

Πώς στήθηκε; Πώς επιλέχθηκαν οι αφηγητές; Πώς δουλεύτηκε; Είναι κάθε βραδιά ανεβάσματος κάτι διαφορετικό;

«Δεν έγινε κάποια εμπεριστατωμένη, “επιστημονικού τύπου” έρευνα. Απλώς, από τη στιγμή που μου μπήκε η ιδέα, στη συνάφειά μου με άλλους ανθρώπους, είχα, ας πούμε, την ψυχική κάμερα ανοιχτή, να καταγράφει βιώματα, βλέμματα, ομιλίες, τρόπους και, κυρίως, την προσωπική χάρη του αφηγείσθαι. Φυσικά, με ένα τέτοιο υλικό δεν βγάζεις ποτέ κάθε βράδυ την ίδια παράσταση. Κι αν αυτό αρχίσει να συμβαίνει, οι άνθρωποι είναι πάντα εδώ για να μας πουν κι άλλες ιστορίες· το project είναι υπό συνεχή διαμόρφωση».

Τα κεντρικά σημεία όπου εστιάζει η δική σας, σκηνοθετική επιμέλεια;

«Στην πλαισίωση και υποστήριξη των αφηγήσεων με κάποια θεατρικά στοιχεία, όπως μουσική, φωτισμός, διάλογος, κίνηση κ.λπ.· και από την άλλη, η αναίρεση της σύμβασης του τύπου “ότι τώρα είμαι στη σκηνή και ερμηνεύω έναν ρόλο”. Ήθελα οι αφηγητές απλώς να  ε ί ν α ι  και ό,τι κάνουν, πάλι απλώς, να  σ υ μ β α ί ν ε ι. Θεωρώ ότι η δουλειά μου ήταν να διευκολύνω αυτήν τη διαδικασία».

Θυμάστε το σημείο εκκίνησης, την αφετηρία της σύλληψης για τη δημιουργία της παράστασης;

«Ποτέ δεν θυμάμαι το σημείο εκκίνησης. Αν το θυμάμαι, σημαίνει πως δεν έχω πάει και πολύ μακριά. Για τη συγκεκριμένη παράσταση, θυμάμαι μόνο πως είχα ανάγκη να εξερευνήσω κάποια θεατρικά ζητούμενα και μυστήρια, όπως η προφορικότητα και η αμεσότητα. Θέλησα αυτό να το κάνω μέσα από το πιο βαθύ αίσθημα της ανθρώπινης ύπαρξης: αυτό της απώλειας που μένει στο τέλος του ταξιδιού της μέρας μας μέσα στη νύχτα».

Η έντονη συγκίνηση -ακόμα και το κλάμα, η αμηχανία, μοιάζουν να είναι πολύ παρόντα… Είναι; Και πώς γίνεται η «διαχείρισή» τους;

«Κάθε αφηγητής-αφηγήτρια ξέρει πού θα καταλήξει η αφήγησή του-της, αλλά δεν ξέρει πώς θα καταλήξει ο ίδιος ή η ίδια. Δεν έχουν να “διαχειριστούν” τίποτα, παρά μόνο την αλήθεια του εδώ και τώρα».

Θυμάστε κάποια στιγμή που ήταν ιδιαίτερα δύσκολη; Μόλις σας απηύθυνα την ερώτηση, σκέφτηκα πως, ίσως, μια τέτοια στιγμή να είναι λυτρωτική, απελευθερωτική… Θα μπορούσε να είναι, ίσως, και το ζητούμενο;

«Όταν δεν υπάρχει συγκεκριμένο γραπτό κείμενο, υπάρχουν πολλές στιγμές διακινδύνευσης και εκκρεμότητας. Όπως σε ένα roller coaster. Αναπτύσσεται μία δυναμική που στο τέλος της διαδρομής, μας αποθέτει όλους απαλά στο έδαφος μ’  ένα αίσθημα ελαφράς ανύψωσης».

Μιλήστε μας για το κοινό, τις αντιδράσεις του, τη δυνατότητα συμμετοχής του -πείτε μας, αν η δυνατότητα αυτή, εμπεριέχει κάποιο «ρίσκο».

«Ξεκινήσαμε με ανοιχτή τη δυνατότητα συμμετοχής του κοινού στην παράσταση, αλλά γρήγορα αντιληφθήκαμε ότι υπήρξε μία μετατόπιση. Από το αρχικό ζητούμενο της διαδραστικότητας σε κάτι λιγότερο ίσως εντυπωσιακό και “πρωτοποριακό”, αλλά πάντα μόνιμο και ουσιαστικό αίτημα κάθε παραστασιακού γεγονότος, όπως αυτό της ψυχικής συμμετοχής. Αυτή η άρρητη, μυστική σύνδεση νιώθω ότι συμβαίνει σε κάθε παράσταση, οπότε δεν υπάρχει και η ανάγκη για τίποτε περισσότερο».

Μοιάζει αυτό που συμβαίνει επί σκηνής, μα και κάτω από αυτή, να έχει ψυχοθεραπευτικές διαστάσεις…· ένα σχόλιό σας;

«Μιλώντας οι άνθρωποι για το τι έχουν κερδίσει ή τι έχουν καταφέρει στη ζωή τους, διεκδικούν χώρο για να στήνουν τον μοναχικό, προσωπικό τους μύθο. Όταν όμως μιλάμε για τις απώλειες και τις ήττες μας, τότε δεν διεκδικούμε, αντίθετα, παραχωρούμε χώρο, όχι πια στο παραμύθιασμα, αλλά στην παραμυθία (παρηγορία) της ψυχής. Δεν ξέρω αν αυτό συνιστά ψυχοθεραπεία, πάντως κάνει τη ζωή λιγότερο μοναχική υπόθεση».

Να κλείσουμε με κάποια σκέψη, κάποιο συναίσθημα, δυο λέξεις από τη σχέση σας με δικούς σας Απόντες; Με λόγια, ίσως, που θα ξεκινούσε μια δική σας αφήγηση…;

«Φεύγοντας οι απόντες/ πάντα μας αφαιρούνε κάτι./ Έτσι που κάποια στιγμή/ -ως το υπόλοιπο της αφαίρεσης-/ να προβάλει και η ψυχή μας».

Ταυτότητα Παράστασης

Σκηνοθετική επιμέλεια: Βασίλης Κατσικονούρης

Αφηγητές: Βαγγέλης Αυγέρης, Κωνσταντίνος Ζώης, Ειρήνη -Διαλεχτή Κουρομιχελάκη, Νίκος Μάκκας, Παναγιώτης Σουβλέλης, Ρομίνα Σπυράκη, Ειρήνη Γκλιάτη και Βασίλης Κατσικονούρης
Ακούγεται η φωνή της Δήμητρας Καραγεωργοπούλου

Βοηθός: Ρομίνα Σπυράκη

Φωτισμοί: Γιώργος Αντωνόπουλος

Φωτογραφία: Ελίνα Γιουνανλή

Σχεδιασμός γραφιστικών – δημιουργία video: Θωμάς Παπάζογλου

Studio – ηχητική επεξεργασία: Βαγγέλης Αυγέρης

Bίντεο προώθησης: Τζαννέτος Κομηνέας

Παραγωγή: Πολιτισμός Σταθμός Θέατρο

Πληροφορίες

Παραστάσεις: Τετάρτες 8, 15, 22 και 29 Οκτωβρίου 2025, στις 20:15

Διάρκεια: 105 λεπτά

Προπώληση: Απόντες | Εισιτήρια online! | More.com

Εισιτήρια: Κανονικό: 17€, Φοιτητικό: 15€,

Μειωμένο (Άνω των 65, Ανέργων, ΑμεΑ) και Ομαδικό (15 άτομα+): 12€,  Ατέλεια: 10€

Θέατρο Σταθμός

Βίκτωρος Ουγκώ 55, Μεταξουργείο Αθήνα (πλησίον του ΜΕΤΡΟ ΜΕΤΑΞΟΥΡΓΕΙΟ)

Τηλέφωνο κρατήσεων | πληροφορίες: 210 52 30 267