© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Ποια είναι τα όρια ανάμεσα στην πραγματικότητα και την αναπαράστασή της; Ποιοι είναι οι μηχανισμοί, γλωσσικοί, ψυχολογικοί και πολιτισμικοί, που δημιουργούν, συντηρούν και επικοινωνούν τα ζωτικά ψέματα που είναι απαραίτητα για τη διατήρηση κάθε ανθρώπινης κοινωνίας;
Ο Θοδωρής Αμπαζής επιστρέφει στο Θέατρο Τέχνης και σκηνοθετεί σε πρώτη παρουσίαση το νέο έργο του Γρηγόρη Λιακόπουλου, «Σιωπή», δημιουργώντας μία ατμοσφαιρική παράσταση υπαρξιακής αγωνίας και υποδόριου χιούμορ [Πεσμαζόγλου 5, Αθήνα].
Μιλήσαμε μαζί του.
Να ξεκινήσουμε, με λίγα λόγια σας για το έργο;
«Η “Σιωπή” του Γρηγόρη Λιακόπουλου είναι ένα σύγχρονο θεατρικό έργο που εστιάζει στον μηχανισμό της αναπαράστασης και την υπαρξιακή διάβρωση που αυτή προκαλεί, όταν μετατρέπεται σε μονίμως ανακυκλούμενη συνθήκη ζωής. Δύο γυναίκες, ηθοποιοί και συγκάτοικοι, έχουν πλέον σταματήσει να επικοινωνούν με φυσικό τρόπο. Η καθημερινότητά τους διατρέχεται από διαρκείς μιμήσεις σκηνών από γνωστές ταινίες· η ζωή τους δεν βιώνεται άμεσα, αλλά μέσα από φιλμικές αναπαραστάσεις. Όταν η μία προσπαθεί να αποδράσει από αυτόν τον φαύλο κύκλο, έρχεται αντιμέτωπη όχι μόνο με την ανάγκη εύρεσης μιας νέας γλώσσας επικοινωνίας, αλλά και με την επανεφεύρεση του ίδιου της του εαυτού».
Σκέψεις, συναισθήματα από την πρώτη επαφή σας με το κείμενο του Γρηγόρη Λιακόπουλου; Και, τι είναι αυτό που, πρωτίστως, σας προσέλκυσε στο συγκεκριμένο έργο;
«Το κείμενο του Γρηγόρη προτείνει έναν σκηνικό κόσμο υποβλητικό και υπαινικτικό, γεμάτο λεπτές μετατοπίσεις, ψυχική ένταση και υπόγειο χιούμορ. Το έργο αποκαλύπτει πώς οι πολιτισμικές αναφορές, οι ρόλοι και τα πρότυπα που υιοθετούμε διαμορφώνουν την ταυτότητά μας -συχνά χωρίς να το καταλαβαίνουμε. Το ερώτημα που εγείρεται είναι καίριο: είμαστε ποτέ πραγματικά ο εαυτός μας ή απλώς η αντανάκλαση όσων έχουμε καταναλώσει;»
Μια περιγραφή σας για τις δύο ηρωίδες της παράστασης;
«Οι δύο ηρωίδες της παράστασης “Σιωπή” είναι γυναίκες ηθοποιοί, συνδημιουργοί και συγκάτοικοι μιας παρατεταμένης, σχεδόν ασφυκτικής συνύπαρξης. Έχουν μοιραστεί όχι μόνο το ίδιο σπίτι, αλλά και έναν κοινό, σιωπηρό κώδικα επιβίωσης. Η πραγματική ζωή έχει σταδιακά αντικατασταθεί από την επιτέλεσή της -η σχέση τους μοιάζει να είναι λιγότερο σχέση ανθρώπων και περισσότερο συνενοχή ρόλων. Η πρώτη ηρωίδα, η Τζωρτζίνα, διακρίνεται για μια πιο έντονη εσωτερική ταραχή· πίσω από την υποταγή της στη συνθήκη, διαφαίνεται μια επιθυμία ρήξης, μια υποδόρια ανάγκη να αρθρώσει τον εαυτό της έξω από τις έτοιμες αφηγήσεις. Αναζητά –άτσαλα, αλλά επίμονα– μια αλήθεια πέρα από τις μιμήσεις. Η δεύτερη ηρωίδα, η Καλλιρόη, αντιθέτως, μοιάζει περισσότερο εγκλωβισμένη αλλά και πιο συμφιλιωμένη με αυτόν τον μηχανισμό αναπαράστασης. Έχει ταυτιστεί τόσο βαθιά με τους ρόλους που υποδύεται, που κάθε απόπειρα εξόδου μοιάζει απειλητική για την υπόστασή της.
Μαζί συνθέτουν ένα σπαρακτικό δίπολο: δύο πρόσωπα καθρέφτες και, ταυτόχρονα, αντίπαλες δυνάμεις. Μοιράζονται την ίδια ανάγκη για έκφραση, αλλά ακολουθούν διαφορετικές διαδρομές. Είναι δύο φωνές μέσα στην ίδια σιωπή -αυτήν που αφήνει πίσω της η εξάντληση κάθε αυθεντικής επικοινωνίας. Η σκηνική τους παρουσία μεταμορφώνει το μικρό διαμέρισμά τους σε πεδίο υπαρξιακής αναμέτρησης, τόσο μεταξύ τους όσο και με τον ίδιο τους τον εαυτό».
Τι συμβολίζει η κωδικοποιημένη, ελλειπτική, έμμεση επικοινωνία τους;
«Η κωδικοποιημένη, ελλειπτική, έμμεση επικοινωνία των δύο ηρωίδων συμβολίζει τη βαθμιαία αποξένωση του ανθρώπου από τον ίδιο του τον εαυτό, αλλά και από τον Άλλο, μέσα σε έναν κόσμο όπου η άμεση, αυθεντική έκφραση έχει αντικατασταθεί από δάνεια μοτίβα και επαναλαμβανόμενες πολιτισμικές αναφορές. Συμβολίζει, επίσης, τον φόβο της ευθύτητας και της οικειότητας· την αμηχανία μπροστά στην τρωτότητα που φέρνει η αληθινή επαφή. Η έμμεση, θραυσματική γλώσσα είναι η άμυνά τους. Είναι μια σιωπή ντυμένη με λέξεις -λέξεις που δεν τους ανήκουν, αλλά που τις προστατεύουν».
Πού εστίασε η σκηνοθετική σας ματιά; Πού κινήθηκε η μουσική σας έμπνευση; Και, υπήρξε διάλογος με τον συγγραφέα του έργου ή κρατήθηκε «απόσταση»;
«Προσπάθησα να κάνω μια παράσταση υπαρξιακή, αλλά όχι ερμητικά κλειστή. Αντιθέτως. Μια παράσταση που να προσφέρει στον θεατή ένα πεδίο αναστοχασμού: για τη γλώσσα, την ελευθερία, τη μνήμη, την ταυτότητα. Η “Σιωπή” δεν είναι απλώς θεατρική πράξη, αλλά μια διακριτική –και ταυτόχρονα οδυνηρή– πρόσκληση σε αυτογνωσία. Η μουσική μου στο θέατρο αποτελεί πάντα ένα γρανάζι στον μηχανισμό της σκηνικής αποτύπωσης των νοημάτων. Δημιουργείται την ώρα της πρόβας και υπηρετεί τη σκηνοθετική ιδέα. Ο “διάλογος” με τον συγγραφέα ήταν συνεχής και πάντα ευχάριστος και δημιουργικός».
Πότε είναι, τελικά, ο άνθρωπος ελεύθερος; Και πότε είναι ο εαυτός του; Ένα δικό σας σχόλιο, στα κεντρικά αυτά ερωτήματα του έργου;
«Ο άνθρωπος είναι ελεύθερος τη στιγμή που παύει να αναπαράγει μηχανικά τις επιταγές, τις εικόνες και τα σχήματα που του έχουν δοθεί -όταν καταφέρει να δει τον εαυτό του έξω από τις αφηγήσεις που τον έχουν πλάσει. Είναι ο εαυτός του μόνο όταν τολμήσει να μείνει “γυμνός” από ρόλους, έξω από κάθε προσδοκία κοινωνική, πολιτισμική ή αισθητική· όταν αντέξει τη σιωπή που έρχεται μετά τη σύμβαση, για να ακούσει τη δική του φωνή -όχι αυτή που του έμαθαν να μιμείται. Η ελευθερία είναι μια επίπονη διαδικασία απομάκρυνσης από το γνώριμο και ανακάλυψης του αυθεντικού. Κι αυτό απαιτεί ρήξη, σιωπή και επανεφεύρεση. Όταν ο άνθρωπος πάψει να “παίζει” τον εαυτό του, τότε ίσως αρχίζει να τον γνωρίζει πραγματικά».
«Σιωπή»· μια σκέψη σας, για τον τίτλο;
«Ο τίτλος “Σιωπή” λειτουργεί όχι ως απουσία ήχου, αλλά ως πυκνό και πολυσήμαντο σχόλιο για την αδυναμία ουσιαστικής επικοινωνίας. Σε έναν κόσμο όπου οι ήρωες αναπαριστούν αδιάκοπα σκηνές από ταινίες, η σιωπή δεν είναι απλώς κενό, αλλά το υπόλειμμα μιας γλώσσας που έχει φθαρεί, εξαντληθεί ή αποσυρθεί. Είναι ο ήχος του εσωτερικού κενού που γεννιέται όταν η ζωή αντικαθίσταται από την εικόνα της».
Θα επιλέξετε να μας πείτε λίγα λόγια από το έργο; Όποια σας έρθουν πρώτα στον νου.
«“Υπάρχουν ζωές τόσο περίπλοκες, που ούτε ο εαυτός τους δεν μπορεί να τις παίξει σωστά”».
Θα μας δώσετε μια εικόνα για το πώς ξεκίνησε το δικό σας ταξίδι στον κόσμο της τέχνης;
«Δε θυμάμαι το πότε. Σαν πάντα να ήξερα ότι θα ασχοληθώ με τη μουσική και το θέατρο. Όλα τα παιχνίδια που έπαιζα είχαν να κάνουν μ’ αυτό. Δε χρειάστηκε να αποφασίσω ποτέ τι θα κάνω στο μέλλον. Για μένα ήταν αυτονόητο. Μάλλον η Τέχνη επέλεξε εμένα κι όχι εγώ αυτήν».
Από τα πρώτα καλλιτεχνικά σας βήματα στην πολυτετή, πλέον, καλλιτεχνική σας πορεία, σας συνοδεύουν βραβεία και διακρίσεις. Θα επιλέξετε να μοιραστείτε μαζί μας κάποια ή κάποιες από τις πολλές στιγμές της διαδρομής σας που κρατάτε ξεχωριστά στην καρδιά σας;
«Την πρεμιέρα του μπαλέτου “Ορφέας” σε χορογραφία Roberto de Oliveira και μουσική δική μου. Παρουσιάστηκε στα Μπαλέτα της Στουτγάρδης τον Δεκέμβριο του 1994 και η μουσική μου εκτελέστηκε από τη συμφωνική ορχήστρα της Στουτγάρδης μπροστά σε 1400 θεατές. Ήμουν 27 ετών και νόμιζα ότι ονειρευόμουν».
Συνθέτες, δημιουργοί, έργα με επίδραση στη σκέψη και το έργο σας;
«Stravinsky, Kandinsky, Chekhov».
Κάποιο βιβλίο που διαβάσατε τελευταία και σας άρεσε;
«“Οι δωσίλογοι” του Μενέλαου Χαραλαμπίδη».
Κι ένα βιβλίο, διαχρονικά αγαπημένο;
«Nadja του Andre Breton»
Αν δεν ήσασταν σκηνοθέτης ή συνθέτης, τι επάγγελμα ίσως επιλέγατε;
«Οδηγός νταλίκας. Μου αρέσει πολύ να οδηγώ και να ταξιδεύω».
Κύριε Αμπαζή, να κλείσουμε με στίχους ενός τραγουδιού που αγαπάτε;
«“.. και προχωρούσα μέσα στη νύχτα/ χωρίς να γνωρίζω κανένα/ κι ούτε κανένας, κι ούτε κανένας/ με γνώριζε, με γνώριζε…” (“Δρόμοι παλιοί”, Θοδωράκης-Αναγνωστάκης)»
Ταυτότητα παράστασης
Σκηνοθεσία & μουσική: Θοδωρής Αμπαζής
Σκηνικά & Κοστούμια: Κωνσταντίνος Ζαμάνης
Σχεδιασμός Φωτισμών: Ιωάννα Ζέρβα
Βοηθός σκηνοθέτη: Θάνος Ψαρράς
Φωτογραφίες: Αναστασία Γιαννάκη
Προώθηση-επικοινωνία: Νατάσα Παππά
Οργάνωση & Εκτέλεση παραγωγής: Ομάδα Θεάτρου Όπερα
Παίζουν: Τζωρτζίνα Δαλιάνη, Καλλιρρόη Μυριαγκού
Πληροφορίες παράστασης
Ημέρες/ώρες:
Τετάρτη 20:00, Πέμπτη-Παρασκευή-Σάββατο 21:00, Κυριακή 18:00
Εισιτήρια:
Τετάρτη-Πέμπτη: 14 Ευρώ (Ενιαία τιμή), 5 Ευρώ (Ατέλεια)
Παρασκευή: 15 Ευρώ (Ενιαία τιμή), 5 Ευρώ (Ατέλεια)
Σάββατο-Κυριακή: 18 Ευρώ (Ενιαία τιμή), 5 Ευρώ (Ατέλεια)
Ταμείο θεάτρου: 210 3228706
Προπώληση: https://www.more.com/gr-el/tickets/theater/siopi/