Skip to main content

Θανάσης Κριτσάκης: «…να συναντήσω τους άλλους και εμένα και να κάνουμε ένα βήμα παρέα…»

Photo/EleniChoumou

«Sadmen» στο Θέατρο Ροές

© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη

Το «Sadmen» σε κείμενο και σκηνοθεσία Θανάση Κριτσάκη, κάνει πρεμιέρα σήμερα, Πέμπτη 11 Απριλίου, στο Θέατρο Ροές  και θα ακολουθήσουν 5 ακόμη ανεβάσματα [Ιάκχου 16, Γκάζι].

Η σουρεαλιστική παράσταση γι’ αυτούς που πίστεψαν ότι μπορούσαν να αλλάξουν τον κόσμο και ηττήθηκαν,  βασίζεται σε συνεντεύξεις και, μέσω της μυθοπλασίας, επιστρέφει στην καλλιτεχνική πρόσληψη της πραγματικότητας.

Ο Θανάσης Κριτσάκης μίλησε μαζί μας.

Μιλήστε μας για το «Sadmen»· τι θα δούμε επί σκηνής;

«Πρόκειται για μία σκηνική αναπαράσταση της απογοήτευσης που νιώθουν οι μη ενεργοί πια πολίτες και που σήμερα βρίσκονται μεταξύ 30 και 50 ετών, περίπου. Είναι αυτοί που ήταν πολιτικά ενεργοί από το μεταπολεμικό κίνημα του Ιράκ μέχρι και σήμερα. Φυσικά, δεν αφορά μόνον αυτές τις ηλικιακές ομάδες, απλά υπάρχουν στη δραματουργία αναφορές που τις χαρακτήρισαν. Στη σκηνή δημιουργείται μία αλληγορία: μια απογοητευμένη ομάδα σούπερ ηρώων, θα προσπαθήσει να “στρατολογήσει”, ίσως για τελευταία φορά, ένα νέο μέλος στους κόλπους της. Η διαδικασία αυτή θα τους φέρει αντιμέτωπους με επώδυνες αναμνήσεις, πολιτικούς όρους και εκπαιδευτικές διαδικασίες που ανήκουν στο παρελθόν και που θα εύχονταν να επαναφέρουν στο σήμερα».

Στην παράσταση πρωταγωνιστεί μια ομάδα απογοητευμένων σούπερ ηρώων. Πώς μπορεί ένας σούπερ ήρωας να είναι απογοητευμένος; Τι μπορεί να τον έχει καταβάλει;

«Κάθε σούπερ ήρωας έχει κάποιες ιδεολογικές και ηθικές αρχές. Μάχεται γιατί πιστεύει σε κάποιο ιδανικό, είτε ανήκει στην πλευρά του καλού είτε του κακού. Η στιγμή που θα “κρεμάσει τα όπλα” του, έρχεται όταν αυτά δεν θα είναι πια αποτελεσματικά ή δεν θα έχει λόγους για να τα ξεκρεμάσει. Πρόκειται για την έλλειψη της ελπίδας ότι ο κόσμος θα αλλάξει, για την παραδοχή του κόσμου ως είναι και για την αδυναμία της εύρεσης ενός κινήτρου για να ελπίζουμε σε κάτι καλύτερο:

Η στιγμή που κάποιος/α/ο επιλέγει τον κοινωνικό ρεφορμισμό.

Με κάποιο τρόπο, αυτή η ερώτηση είναι το κέντρο της παράστασης. Αυτό εξερευνούμε: Τί είναι αυτό που δεν λειτουργεί πια; Γιατί σταματάει κάποιος/α/ο να πιστεύει σε κάτι που κάποτε ρίσκαρε την ζωή του  γι’ αυτό;».

Ποια ανάγκη σας οδηγεί στη συγγραφή και ποια στη σκηνοθεσία παραστάσεων;

«Αρχικά, να ξεκαθαρίσω πως η μία ιδιότητα συμπληρώνει την άλλη καθώς εκφράζονται, μάλλον, ταυτόχρονα. Αυτός είναι ο λόγος που ξεκινάω τη δημιουργία ενός έργου συγκεντρώνοντας ένα υλικό ιδεών, λόγων και κειμένων. Αυτά τα υλικά θα αποτελέσουν την αρχή για μελέτη, συζήτηση, σκηνικές δοκιμές. Βλέποντας, μαζί με τους συνεργάτες, βήμα-βήμα τα όριά του, τα όρια μας και την κατεύθυνση που παίρνει θα δημιουργηθεί το τελικό υλικό.

Η ανάγκη, λοιπόν, είναι μία·  η ανάγκη μου για επικοινωνία με τους άλλους με μη λεκτικούς, αποκλειστικά, όρους. Η ανάγκη να καταλάβω, να μελετήσω, να συναντήσω τους άλλους και εμένα και να κάνουμε ένα βήμα παρέα. Να γνωριστώ με τους ανθρώπους που δεν ξέρω και να συναντηθώ με τους αυτούς που ξέρω και αγαπώ. Να φτιάξω μια νέα αφήγηση, μία νέα ανάλυση και εικόνα που θα δώσει νέες κοινωνικές οπτικές και διεξόδους».

Ως σκηνοθέτης έχετε συνεργαστεί με το Maly Theatre (Moscow, 2015) και με το Πανεπιστήμιο του Salzburg (Salzburg, Hamburg 2018). Τι αποκομίσατε από αυτές τις εμπειρίες;

«Κοινός παρονομαστής των εμπειριών μου αυτών είναι η συνάντησή μου με μορφές τέχνης και σημαντικούς καλλιτέχνες, που δεν συναντάς εύκολα στην Ελλάδα. Αυτό δεν καθιστά κάτι αξιολογικά καλύτερο από κάτι άλλο, απλά είναι διαφορετικό. Λόγω του ότι αυτές οι συνεργασίες συγκέντρωσαν καλλιτέχνες από όλο τον κόσμο, είχα τη χαρά να συναντήσω ιδέες από διαφορετικούς πολιτισμούς, να δω διαφορετικές τεχνικές,  διαφορετικές αποδόσεις, διαφορετικά είδη θεάτρου, ώστε να κάνω κομβικές επιλογές για τη ζωή μου και να διαμορφώσω το δικό μου στυλ. Πάνω απ’ όλα, όμως, αυτό που αποκόμισα είναι η ευγένεια. Υπήρχε μία ευγένεια, ένας σεβασμός, μια χαρά για τη δημιουργία της τέχνης, μια λεπτότητα που συχνά μου λείπει και που η καθημερινότητα και το άγχος με κάνει να ξεχνώ».

Πόσο διαφορετική είναι η αντιμετώπιση της Τέχνης σ’ αυτές τις χώρες;         
«Η ερώτησή σας προϋποθέτει ένα “Εκεί” και ένα “Εδώ”, και η αλήθεια είναι πως δεν βλέπω μεγάλες αισθητικές ή περιεχομενικές διαφορές στην τέχνη. Υπάρχουν στην Ελλάδα εξαιρετικοί συνάδελφοι. Υπάρχουν άνθρωποι με τόσο μεράκι και γνώση που απλά σταματάνε, δεν αντέχουν την οικονομική πίεση και το άγχος. Η διαφορά με το εξωτερικό, νομίζω, είναι κατά βάση οικονομική. Η έλλειψη πόρων και στήριξης σε νεότερες πολιτιστικές μορφές οδηγεί σε μία πληθώρα καλλιτεχνικών έργων με υψηλό περιεχόμενο και αισθητικές προτάσεις αλλά με φτηνά υλικά, χρέη, νεύρα, κακοπληρωμένους και υπερ-κουρασμένους συντελεστές. Η συνέπεια αυτού είναι να σκέφτεσαι αν αξίζει τον κόπο να κάνεις κάτι για το οποίο είσαι καλός/η/ο αλλά με τόσο μεγάλο ψυχικό και σωματικό κόστος. Η τέχνη γίνεται επάγγελμα για τους καλλιτέχνες πολύ αργά και ίσως για κάποιους και ποτέ· αυτό φέρνει πρόβλημα τόσο σε αυτούς που δουλεύουν γι’ αυτήν, όσο και στην ποιότητα της ίδιας».

Ταυτότητα Παράστασης

Σκηνοθεσία: Θανάσης Κριτσάκης

Δραματουργία: Θανάσης Κριτσάκης, Στεργιάνα Τζέγκα

Πρωτότυπη Μουσική: Οδυσσέας Γκάλιος

Σκηνικά – Κουστούμια : Δάφνη Αηδόνη

Φωτισμοί/ Φωτογραφίες: Ελένη Χούμου

Βοηθός Σκηνοθέτη: Στεργιάνα Τζέγκα

Καλλιτεχνική Συνεργάτης: Άλκηστις Πολυχρόνη

Επικοινωνία: Γιώτα Δημητριάδη

Εταιρία Παραγωγής: Uknown Structures of Complex AMKE

Photo/Buba Gabedava

Επί σκηνής: Κωσταντίνος Δαλαμάγκας, Πένυ Ελευθεριάδου, Δημήτρης Καστανιάς, Άλκηστις Πολυχρόνη, Δημήτρης Χατζημιχαηλίδης