Skip to main content

Έφη Ρευματά: «…Θέλω μια θέση στον κόσμο του θεάτρου. Ζητάω πολλά;»

«Τα πικρά δάκρυα της Πέτρα φον Καντ» στο Θέατρο Άνεσις

© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη

Η Έφη Ρευματά  σκηνοθετεί στη Μικρή Σκηνή του Θεάτρου Άνεσις, το αριστούργημα του Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ, «Τα πικρά δάκρυα της Πέτρα φον Καντ», φωτίζοντάς το μέσα από μια διαφορετική οπτική, με τρεις ηθοποιούς επί σκηνής και τα κουστούμια της Λουκίας, σε πρώτο πλάνο [λεωφόρος Κηφισιάς 14, Αμπελόκηποι].

Μιλήσαμε μαζί της.

Στην παράσταση υπογράφετε τη μετάφραση, τη διασκευή και τη σκηνοθεσία. Τι σας γοήτευσε τόσο σε αυτό έργο του Φασμπίντερ και αποφασίσατε να το μελετήσετε;

«Με γοητεύει ο ίδιος ο Φασμπίντερ, ως δημιουργός. Ξεκίνησε από το θέατρο· άλλωστε και “Τα πικρά δάκρυα της Πέτρας φον Καντ” υπήρξε πρώτα θεατρικό του έργο και μετά το κινηματογράφησε με τον δικό του μοναδικό τρόπο. Ο ίδιος λέει πως στο θέατρο έμαθε πολλά πράγματα και κυρίως πώς να διηγείται μια ιστορία με έναν καινούργιο τρόπο. Ο Φασμπίντερ είναι μοναχικός, ευαίσθητος και ιδιόμορφος και η ιδιομορφία του είναι η καθημερινότητά του. Του αρέσει να δημιουργεί αφελείς ιστορίες και με την ιδιαίτερη ευαισθησία που τον διακρίνει ανακινεί το συναίσθημα, εκμαιεύει τη χαρά και γίνεται και ο ίδιος και ο θεατής ένας παρατηρητής της ηδονής. “Τα πικρά δάκρυα της Πέτρας φον Καντ” θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα απλό μελόδραμα, αν δεν υπήρχε η ματιά του Φασμπίντερ, που δημιουργεί μια μυστηριώδη ατμόσφαιρα, η οποία υποδηλώνει τον εσωτερικό πόλεμο δύο γυναικών, που με πρόσχημα τον έρωτα προσπαθούν να κυριαρχήσουν η μία πάνω στην άλλη. Ο Φασμπίντερ δημιουργεί μια ερωτική ιστορία ανάμεσα σε δύο γυναίκες και μέσα απ’ αυτήν θίγει θέματα εξουσίας και μοναξιάς».

Ανακαλύψατε στην πορεία πράγματα που δεν τα είχατε φανταστεί στην πρώτη σας επαφή με το έργο;  Κι αν, ναι,  ποια;

«Αυτή είναι μια διαδικασία που μου συμβαίνει κάθε μέρα  όλο και περισσότερο. Εκείνο που με εντυπωσιάζει και μου αποκαλύπτεται βήμα με το βήμα, είναι η σχέση του έργου με τον χώρο και τα κοστούμια. Στοιχεία που στο έργο του Φασμπίντερ δεν έχουν δευτερεύοντα λόγο· συμβάλλουν, όχι μόνο μόνο στην εξέλιξη της δράσης, αλλά την υποκινούν και την υπομονεύουν ταυτόχρονα. Όλο το έργο διαδραματίζεται σε ένα ατελιέ. Υπέροχα, φανταχτερά φορέματα πάνω σε κούκλες βιτρίνας, που κατά τη διάρκεια του έργου τα φοράνε και οι ηθοποιοί. Σ’ αυτόν τον λαμπερό κόσμο, η Πέτρα με ένα υπέροχο κουστούμι της Λουκίας κυλιέται στα πατώματα μέσα στην απελπισία της που την εγκατέλειψε η Κάριν. Γίνεται χαλί να την πατήσει η ερωμένη της πάνω σε πολύχρωμα χαλιά. Ο τρόπος που ο Φασμπίντερ ζωγραφίζει τον ανθρώπινο πόνο, είναι ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης και τα κουστούμια της Λουκίας, κατά την προσωπική μου άποψη, η ιδανική επιλογή».

Στην παράστασή σας, βλέπουμε μόνο τρεις ηθοποιούς επί σκηνής. Πώς έγινε αυτή η δραματουργική επιλογή;

«Στο έργο υπάρχει έντονα το ναρκισσιστικό στοιχείο. Η Πέτρα εξευτελίζει τη Μαρλέν, την υπηρέτρια της, αλλά εξευτελίζεται από την Κάριν, την ερωμένη της. Το έργο κατακλύζεται από γυναικείους ρόλους. Όλες οι γυναίκες που εμφανίζονται έχουν ένα χαρακτηριστικό, που όλα μαζί διαμορφώνουν την προσωπικότητα της Πέτρας φον Καντ. Όλοι οι ρόλοι θα μπορούσαν να είναι μια διαφορετική εκδοχή της Πέτρας. Όλοι οι χαρακτήρες μπορούν να αντιμετωπιστούν σαν ένας. Τρεις ρόλοι εμφανίζονται επί σκηνής -Πέτρα φον Καντ η Βίκυ Βολιώτη, Κάριν η Κατερίνα Αγγελίτσα και Μαρλέν ο Αντώνης Καρναβάς- και άλλοι τρεις ρόλοι στο βίντεο -Αγγελική Παραδεισανού στον ρόλο της κόρης και φιλική συμμετοχή η Ευδοκία Ρουμελιώτη και η Άντζελα Γκερέκου στον ρόλο της φίλης και της μητέρας, αντίστοιχα-. Ο λόγος αποκαλύπτεται στην παράσταση. Όπως και η δική μας σύγχρονη ματιά σ’ ένα έργο, που για την εποχή του θεωρήθηκε εξαιρετικά προχωρημένο. Ο Φασμπίντερ υπήρξε πάντα ένα βήμα μπροστά, οπότε δε θα μπορούσαμε να κάνουμε διαφορετικά».

Είστε ηθοποιός αλλά τα τελευταία χρόνια, έχετε σκηνοθετήσει αρκετές παραστάσεις, χωρίς να σταματήσετε την υποκριτική. Τι σας έχει δώσει η εμπειρία του σκηνοθέτη; Σας έχει βοηθήσει και ως ηθοποιό;

«Στην αρχή, πράγματι, αυτό συνέβαινε. Νομίζω πώς όσο περνάει ο καιρός και όσο η σκηνοθεσία, αλλά και η δραματουργία, κεντρίζουν όλο και περισσότερο το ενδιαφέρον μου, έχει αρχίσει να συμβαίνει το αντίθετο. Η εμπειρία που έχω αποκτήσει ως ηθοποιός, με βοηθάει να συλλέγω τις καλύτερες στιγμές των ηθοποιών από τις πρόβες και να προσπαθώ να τις εντάξω στο πλαίσιο μέσα στο οποίο έχω φαντασιωθεί το έργο, δραματουργικά και σκηνοθετικά  και “εκμεταλλεύομαι” τις προσωπικότητές τους για να αποδώσουμε όλοι μαζί – ο καθένας απ’ το δικό του πόστο-  αυτό που θέλουμε να πούμε μέσα από την παράσταση που δημιουργούμε και που σιγά-σιγά παίρνει σάρκα και οστά».

Το καλοκαίρι βρεθήκατε στην παραγωγή της «Μήδειας» του Φρανκ Κάστορφ, έχετε μεταφράσει τον Χ. Άχτερνμπους για το Θέατρο Τέχνης, καθώς και άλλους Γερμανούς συγγραφείς, τώρα διασκευάζετε πάλι έναν Γερμανό δημιουργό. Υπάρχει κάτι που σας συνδέει με τη γερμανική κουλτούρα; Κάτι που ξεχωρίζετε σ’ αυτήν;

«Πραγματικά αγαπώ πολύ το γερμανικό θέατρο. Φυσικά, παίζει ρόλο που είμαι γερμανομαθής και μου είναι πιο εύκολο να διαβάζω τα έργα στη μητρική τους γλώσσα. Εκτιμώ ιδιαίτερα το γερμανικό θέατρο και θαυμάζω τους Γερμανούς σκηνοθέτες από τον Μαξ Ράινχαρντ μέχρι και τους πιο σύγχρονους  όπως τον Στάιν, τον  Όστερμάγιερ και, φυσικά, τον Κάστορφ. Είμαι αφάνταστα ευγνώμων, που τον γνώρισα και μπόρεσα να δω από κοντά τον τρόπο που δουλεύει, το καλοκαίρι που μας πέρασε. Ήταν μια εμπειρία ζωής που δε θα ξεχάσω ποτέ. Γενικότερα, πιστεύω πως το θέατρο στην Ευρώπη ανθίζει όλο και περισσότερο. Και χαίρομαι που γίνονται πολλές ανακλήσεις ευρωπαϊκών παραστάσεων, γιατί βλέπω όλο και περισσότερους νέους ανθρώπους να έλκονται από το θέατρο και νέους δημιουργούς να εμπνέονται από αυτές τις σπουδαίες παραστάσεις».

Μεγαλώνοντας με δύο γονείς ηθοποιούς ήταν σχεδόν μονόδρομος για εσάς η υποκριτική;

«Νομίζω πως ήταν μονόδρομος να ασχοληθώ με την τέχνη σε κάποια μορφή της. Δεν ήταν πάντα ξεκάθαρο ποια θα ήταν αυτή και νομίζω πως ακόμα και σήμερα δεν έχει ξεκαθαρίσει απόλυτα. Θα δανειστώ τη φράση της Κάριν, όταν γνωρίζει την καταξιωμένη σχεδιάστρια Πέτρα φον Καντ και η τελευταία τη ρωτάει τι ονειρεύεται για τη ζωή της. Η Κάριν απαντάει: “Θέλω μια θέση σ’ αυτόν τον κόσμο. Ζητάω πολλά;” Έτσι κι εγώ: Θέλω μια θέση στον κόσμο του θεάτρου. Ζητάω πολλά;»

Ταυτότητα Παράστασης

Μετάφραση – Διασκευή – Σκηνοθεσία: Έφη Ρευματά
Πέτρα Φον Καντ: Βίκυ Βολιώτη
Κάριν Τιμ: Κατερίνα Αγγελίτσα
Μαρλέν: Αντώνης Καρναβάς
Κοστούμια: Λουκία
Βοηθός Σκηνοθέτη: Βασιλική Ασίκογλου
Βοηθός Ενδυματολόγου: Lito Barre
Επιμέλεια Σκηνικού Χώρου: Μαργαρίτα Τζαννέτου
Μουσική Επιμέλεια: Φοίβος Σαμαρτζής
Σκηνοθεσία Βίντεο: Σίμος Σαρκετζής

Παίζουν στο βίντεο (με σειρά εμφάνισης): Αγγελική Παραδεισανού, Ευδοκία Ρουμελιώτη και Άντζελα Γκερέκου
Φωτογραφίες: Θοδωρής Φράγκος
Επικοινωνία:  Γιώτα Δημητριάδη
Εκτέλεση Παραγωγής: Χίλντα Ηλιοπούλου – Κατερίνα Γαρδέλη
Βοηθός Παραγωγής / Social Media: Βάγια Κυροδήμου
Διεύθυνση Παραγωγής: Αντώνης Λάμπρος

Παραγωγή: Bright Productions
Ευχαριστούμε τους: Μυρσίνη Κοντού, Ξένια Κούβελα, Λεωνίδα Μπατσολάκη