Skip to main content

Βίλη Σωτηροπούλου: «Μαθαίνουμε πολλά από τη ζωή όταν χάνουμε…»

«Το success story μιας λούζερ» στο Θέατρο της Ημέρας

© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη

«Το success story μιας λούζερ» επιστρέφει τις Παρασκευές, από τις 15 Μαρτίου, για δεύτερη χρονιά και για λίγες παραστάσεις, στο Θέατρο της Ημέρας [Νικ. Γεννηματά 20, Αθήνα].

Στη φετινή αυτή σπονδυλωτή παράσταση από τη Θεατρική Ομάδα «Μπουφόνοι»,  επίκεντρο είναι η γυναίκα αλλά όχι μόνη. Οι άνδρες, είτε μαζί είτε χώρια, βρίσκονται εκεί στο ίδιο ταξίδι, άλλοτε με γέλιο κι άλλοτε με κλάμα, σε μια διαδρομή προς τη γνώση.

Στα κείμενα συμπράττουν η  συγγραφέας, Καθηγήτρια λογοτεχνικής γραφής Αντιγόνη Πόμμερ  και η ηθοποιός, συγγραφέας Βίλη Σωτηροπούλου.

Στο πλαίσιο εορτασμού για την Ημέρα της Γυναίκας, οι Δήμοι Χαλανδρίου -στις 8 Μαρτίου,  και Αλίμου στις 30 Μαρτίου, στις 8 μ.μ.,  θα φιλοξενήσουν την παράσταση με ελεύθερη είσοδο για το κοινό.

Η Βίλη Σωτηροπούλου μίλησε μαζί μας.

Να ξεκινήσουμε με μια προσέγγιση του αντιφατικού, θα μπορούσε να πει κανείς,  τίτλου «Το success story μιας λούζερ»; Πώς προέκυψε;

«Μαθαίνουμε πολλά από τη ζωή όταν χάνουμε ή όταν νομίζουμε ότι χάνουμε. Στην πραγματικότητα, εξελισσόμαστε. Επίσης, η φιλία, η αλληλεγγύη, το χιούμορ, η αυτογνωσία, το να περνάς μέσα από τα δύσκολα και να επιμένεις, να λες πάμε ξανά, δεν είναι επιτυχίες; Εξάλλου, στη ζωή και στη φύση υπάρχουν πολλά αντίθετα που λειτουργούν συμπληρωματικά».

Μιλήστε μας  για την παράσταση· πώς θα τη συστήνατε στο κοινό; Και αφορά περισσότερο τις  γυναίκες από  τους άντρες;

«Κομεντί θα την έλεγα, δραμεντί, επίσης· αν και δε μ’ αρέσει η λέξη αυτή. Στην πραγματικότητα,  δεν είναι εύκολο να βρεις μια μόνο λέξη να περιγράψει την παράστασή μας, καθώς η κωμωδία και το δράμα εναλλάσσονται σαν δυο γείτονες που ζουν μεσοτοιχία. Στόχος μας είναι να συν-αισθανθεί ο θεατής, να συν-κινηθεί αλλά και να γελάσει.

Αφορά όλους. Είναι βέβαια ιστορίες ζωής μέσα από το βλέμμα μιας γυναίκας· όμως, τελικά, μπορεί να ενδιαφέρει περισσότερο τους άντρες. Υπάρχουν άντρες θεατές που μας λένε ότι κατάλαβαν καλύτερα τη γυναικεία σκέψη και ψυχολογία. Δεν ξέρω αν ισχύει κάτι τέτοιο, αλλά για να το λένε, κάτι θα ξέρουν».

Γιατί επιλέξατε να φτιάξετε μια σπονδυλωτή παράσταση και όχι ένα ενιαίο έργο;

«Το “Success story μιας λούζερ”  στηρίζεται στο έργο που έγραψα το 2000, τη “Γυναίκα λούζερ”, που ήταν από τη γέννησή του σπονδυλωτό, καθώς εμπεριείχε δυο ιστορίες γυναικών που ήθελα διακαώς να μοιραστώ με το κοινό. Έτσι, στη φετινή παράσταση περιέχονται τα “Όμορφα φθινοπωρινά τριαντάφυλλα”, το “Ας ανακεφαλαιώσω”,  τα εμβόλιμα “Παρισάκια”  από τη “Γυναίκα λούζερ”  αλλά και η φρέσκια “Sweet sixty” που έγραψε η φίλη μου και συγγραφέας μυθιστορημάτων Αντιγόνη Πόμμερ. Κοινός παρανομαστής, οι σχέσεις των γυναικών με τους άντρες, ο τρόπος  που οι γυναίκες της γενιάς μου βίωσαν χωρισμούς, έκαναν φιλίες,  συζήτησαν για σεξ και ψυχανάλυση, έζησαν αγωνίες,  μοναξιές και συντροφικότητες, αντιμετώπισαν την οικονομική στενότητα και την ανεργία. Οι κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες είναι με κάποιον τρόπο παρούσες για να μας θυμίζουν ότι τίποτα δεν συμβαίνει τυχαία ή μόνο μοιραία».

Μια περιγραφή των ηρωίδων που συναντούμε στο έργο; 

«Η Γεωργία από τα “Όμορφα φθινοπωρινά τριαντάφυλλα” είναι μια νέα γυναίκα με κοφτερή αντίληψη και ταλέντο. Κοπέλα από φτωχή οικογένεια, συναντήθηκε με τις δυσκολίες της καλλιτεχνικής ζωής αλλά και με αρρώστιες, σωματικές και ψυχικές. Παράτησε το θέατρο, οι σχέσεις της με τους άνδρες ποικίλες, κάποιες σφράγισαν όμορφα τη μνήμη της ενώ άλλες ήταν κακοποιητικές. Νοσηλεύεται και μιλάει για όλα σε μια αγαπημένη της φίλη, συγγραφέα, που την επισκέπτεται και που θα γράψει γι’ αυτήν. Χιούμορ, τρυφερότητα, νοσταλγία, οργή και πόνος από ένα τραύμα που ανοίγει, η παλέτα των στιγμών τη βραδιά της επίσκεψης. Με το τριαντάφυλλο της φίλης στα χέρια, τ’ αγκάθια του παρελθόντος βγαίνουν ένα ένα.

Η “καλόγρια” όπως έχει καθιερωθεί να λέγεται η ηρωίδα από το “Ας ανακεφαλαιώσω” ή “Οι φιλελεύθερες της γενιάς μου” είναι η πιο πολυπαιγμένη λούζερ, απ’ το 2000. Η γυναίκα αυτή  είναι μια από όλες εμάς. Είναι εκείνη που μιλάει στο κοινό για τις σχέσεις της με το άλλο φύλο, εκείνη που απειλεί: “κορίτσια δε θ’ αντέξω, θα κλειστώ σε μοναστήρι”. Είναι η γυναίκα η εύπιστη  -όπως έγραψε ο Γιάννης Μόρτζος που την πρωτοσκηνοθέτησε – αυτή που “το ’χει το ατίθασο στο αίμα της”,   που δίνει μια ακόμα ευκαιρία, αυτή που “ανακεφαλαιώνει” μπας και βρει καμιά άκρη, αυτή που ψάχνεται κι εντάσσεται σε διαφορετικές ομάδες αυτογνωσίας, που ενώ δε χάνει ραντεβού με τον  ψυχαναλυτή της, με τους άντρες πέφτει απ’ τον κακό στον χειρότερο. Και ναι, είναι ένας κι ένας οι επιλογές της, τέτοιες που δεν αντέχεις, γελάς!

Η Μιμή  από το “Sweet sixty’’ είναι μια χήρα ετών 60 που πενθεί τον άντρα της εδώ και πέντε χρόνια. Σαν χαρακτήρας είναι ντροπαλή και συγκρατημένη, στα ερωτικά άπειρη αφού τριάντα χρόνια που ήταν παντρεμένη δεν κοίταξε άλλον άντρα. Όταν δεν δουλεύει είναι κολλημένη μπροστά σε μια τηλεόραση και ταυτίζεται με το δράμα των ηρώων της σαπουνόπερας.  Με την παρότρυνση της φίλης της, γνωρίζεται με έναν κατά πολύ νεότερό της άντρα κι ενώ δε θέλει να μπει στον πειρασμό, τελικά μπαίνει.

Οι ερωτικές απολαύσεις την συνεπαίρνουν και η ντροπαλότητα υποχωρεί. “Ντρέπομαι να σας το πω αλλά θα το πω”, λέει συχνά στο κοινό.

Δεν αργούν να έρθουν τα άγχη. Το άγχος της νεότητας που υποχωρεί, το άγχος της άνοιας που καραδοκεί και οι εφιάλτες για το μέλλον».

Θα μας πείτε και κάποια λόγια από την παράσταση; Όποια σας έρθουν πρώτα στον νου.

«Από τα “Όμορφα φθινοπωρινά τριαντάφυλλα”: “Πήγα στη ΔΕΗ, έμεινα έξι μήνες, με σύμβαση. Τελείωσε η σύμβαση άντε πάλι πίσω, σπίτι. Να βάλουμε λυτούς και δεμένους λέει η μάνα μου να μείνεις στη ΔΕΗ. Να βάλουμε ρε μάνα αλλά έχουμε; Να βάλεις μέσο, στην Ελλάδα ζεις αλλά για να βάλεις πρέπει να το ’χεις. Τι μέσον να ’χει ο κυρ Βαγγέλης ο πατέρας μου, νυχτοφύλακας στην ΕΛΑΪΣ. Κι όλα του τα χρόνια ψήφιζε το ΚΚΕ ο βλάκας! Και δεν μπήκε και στο Κόμμα! Να, και σκυλιάζω και φωνάζω και μας ακούει η γειτονιά… Πάλι τρελάθηκε αυτή λένε… Δεν τρελάθηκα ρε βλάκες, άμα τρελαθώ θα σας το πω, να ’σαστε ήσυχοι, θα δείτε εξάλλου τ’ ασθενοφόρα να ’ρχονται. Αλλά τώρα δεν τρελάθηκα! Τώρα τσακώνομαι με τη μάνα μου!”

Από το “Ας ανακεφαλαιώσω”: “Είχαν λοιπόν κατανόηση οι κοπέλες -να ’ναι καλά- και με περίμεναν μ’ ανοιχτές αγκάλες. Κι ο ψυ το ίδιο. Τον ψυχαναλυτή τον λέγαμε τώρα ψυ, όπως οι Γάλλοι χάριν συντομίας. Κλάμα εγώ στο γραφείο του ψυ! Κλάμα!

Για δέκα Πέμπτες, επί σαράντα πέντε λεπτά την Πέμπτη, κατανάλωνα όλα τα χαρτομάντιλα που είχε για τους πελάτες! Γιατί όσο περνάνε τα χρόνια και χωρίζεις και ξαναχωρίζεις, δεν κλαις μόνο γι’ αυτόν εδώ τον χωρισμό, κλαις και για όλους τους προηγούμενους και για όλους τους επόμενους! Κλαις σωρευτικά δηλαδή! Στις φίλες μου, πάλι, δήλωνα: “Κορίτσια να το ξέρετε εγώ άλλη φορά δε θ’ αντέξω, θα πάω σε μοναστήρι”.

Από το  “Sweet sixty”: “Τον Κώστα τον συνάντησα πρώτη φορά στο πανηγύρι της Παναγίας της Κουφής.  Ήταν γνωστός της Μαρίνας, που δεν άφηνε πανηγύρι για πανηγύρι. Είχα την αίσθηση ότι με γλυκοκοίταζε  αλλά μπορεί να ήταν και ιδέα μου. Μετά από τόσα χρόνια έγγαμου βίου, άντε να καταλάβεις. Με τράβηξε να χορέψουμε, εγώ δεν ήξερα μπάλο, εκείνος πάλι πέταγε. Ο Θεός να με συγχωρέσει αλλά τα χέρια του, έτσι όπως με ακουμπούσε, με αναστάτωναν. Μου έφερνε φούρλες  και μου ψιθύριζε… “Μου αρέσεις!” (στο κοινό: Αποκλείεται! Ο Κώστας ήταν γοητευτικός… ερωτεύσιμος, κι εγώ… τι ήμουν εγώ; Μια χήρα ετών 60”».

Πώς συναντάμε  τη σύγχρονη γυναίκα σήμερα, σε σχέση με αρκετές δεκαετίες πίσω; Τι έχει αλλάξει αλλά και τι παραμένει ίδιο;

«Έχουν αλλάξει πολλά. Διεκδικούμε τον λόγο στη συντροφική σχέση, στην οικογένεια και στην κοινωνία. Μιλάμε πιο άφοβα, συμμετέχουμε πιο ενεργητικά. Υπάρχει ενότητα και αλληλεγγύη μεταξύ μας. Οι γυναίκες είναι πιο μορφωμένες απ’ ότι στο παρελθόν. Παρά τη μόρφωση και τη δυναμική της,  οι θέσεις εξουσίας που δίνονται σε γυναίκες στη χώρα μας εξακολουθούν να είναι πολύ λιγότερες.  Κατά τ’ άλλα, η εργασία της σύγχρονης γυναίκας μπορεί να μην είναι πια  στα χωράφια αλλά κι  αυτή όπως και η γιαγιά της, τρέχει όλη μέρα κυνηγώντας τον χρόνο. Επίσης, αξιοπερίεργο είναι και πρέπει κανείς να εμβαθύνει σ’ αυτό, το θέμα της αυξανόμενης βίας κατά των γυναικών. Οι γυναικοκτονίες  είναι ένα πολύ σοβαρό θέμα. Χρειάζεται να εμβαθύνουμε, να δούμε τις αιτίες και να το αντιμετωπίσουμε κοινωνικά και νομικά».

Είστε ηθοποιός, σκηνοθέτης και συγγραφέας. Πώς συνδυάζονται όλοι αυτοί οι ρόλοι και ειδικά σε ένα έργο;

«Ναι, είναι πολλοί· αφήστε που υπάρχουν κι άλλοι. Ας τα πάρουμε από την αρχή.

Είμαι ηθοποιός, μια απ’ αυτούς που παράτησαν τη Νομική για το Θέατρο. Σπούδασα υποκριτική και σωματικό θέατρο στην Αθήνα και στο Παρίσι. Παίζω από 19 χρονών. Συγχρόνως ως φοιτήτρια είχα  μια μικρή γραφομηχανή που συχνά “γρατζούναγα”. Κάποια στιγμή, έγραψα μέσα σε λίγες μέρες το πρώτο μου θεατρικό κι ύστερα από καιρό ξανά τα ίδια. Η ηθοποιός μέσα μου δεν το πολυκαταλάβαινε αλλά περίμενε υπομονετικά τη συγγραφέα να ολοκληρώσει. Όταν άρεσε και στις δύο το αποτέλεσμα, άρχιζαν τις οικοδομικές εργασίες, καθώς μια παράσταση πρέπει να χτιστεί. Έτσι βρέθηκε ο εργολάβος, η Θεατρική Ομάδα “Μπουφόνοι” που φτιάξαμε κάποιοι ονειροπόλοι, το 1990. Πολλοί σκηνοθέτες που εκτιμώ βαθιά έχουν σκηνοθετήσει έργα μου. Εγώ η ίδια διδάσκω επί χρόνια θέατρο αλλά σκηνοθετώ μόνο όταν νιώθω ότι κάτι το γνωρίζω καλά και με εμπνέει. Αγαπώ να βοηθώ τους ηθοποιούς να φτιάξουν τους ρόλους και να μπουν στον κόσμο του έργου. Όταν αμφιβάλλω για κάτι στους ρόλους που παίζω η ίδια, τότε, ζητάω τη γνώμη των άλλων ηθοποιών της ομάδας. Με εμπιστοσύνη, αλληλεγγύη και συνεργασία χτίζουμε τις παραστάσεις μας».

Από πού αντλείτε έμπνευση για τα έργα σας;

«Από οτιδήποτε με τρομάζει για το μέλλον του κόσμου και θέλω να το μοιραστώ, από οτιδήποτε με πονάει και η έκθεσή του στο κοινό με θεραπεύει, από οτιδήποτε με διασκεδάζει και θέλω να διασκεδάσουν μαζί μου και οι άλλοι».

Τι σημαίνει για εσάς το θέατρο;

«Σημαίνει κυρίως ομάδα.

Όταν σε μια ομάδα σέβεται ο ένας τη δουλειά του άλλου, η  προετοιμασία κυλάει υπέροχα. Θέατρο σημαίνει κι αναζήτηση. Αναζητούνται ψυχές και σώματα άλλων ανθρώπων, αυτών που αποκαλούμε “ρόλους”, αναζητείται και η σκέψη του συγγραφέα όπως και η επικοινωνία με τον συνάδερφο. Complicite που λέει ο δάσκαλος μου ο Philippe Gaulier, συνενοχή! Οι ηθοποιοί κι ο σκηνοθέτης είμαστε συνένοχοι σαν μικρά παιδιά που παίζουν. Θέατρο είναι επικοινωνία με το κοινό. Δεν κάνεις θέατρο για τον καθρέφτη σου, κάνεις για να καθρεφτίσεις κάτι σημαντικό για σένα στα μάτια του κοινού.

Θέατρο είναι το μέσον που, ίσως, ο θεατής δει τον εαυτό του και τον κόσμο με μια δεύτερη ματιά. Όταν σαν θεατές, φεύγουμε από μια παράσταση προβληματισμένοι, όταν έχουμε συγκινηθεί, μαγευτεί ή γελάσει ευεργετικά, είναι πιθανό να οδηγηθούμε σ’ έναν αναστοχασμό που μπορεί ν αλλάξει ακόμα και τον τρόπο που σκεπτόμαστε.

Ίσως είμαι ακόμα ρομαντική αλλά πιστεύω πως το θέατρο μπορεί να προσφέρει και να επιτελέσει έναν υψηλό στόχο, να  βοηθήσει σε μια προσωπική και συλλογική θεραπεία».

Κάποιες σκέψεις σας, για τη θέση του  θεάτρου στις μέρες μας  και για τη σημερινή του θεματολογία;

«Πρακτικά,  στη χώρα μας το θέατρο  αγκομαχάει καθώς η οικονομική πίεση είναι πάντα παρούσα. Η τηλεόραση έχει επιβάλλει τους δικούς της όρους σε μεγάλο μέρος του κοινού. Οι μεγαλοπαραγωγοί καταπίνουν τα πάντα ενώ οι μικρές παραγωγές αγωνίζονται και καταφεύγουν σε περιορισμένο αριθμό παραστάσεων. Φυσικά υπάρχει πληθώρα παραστάσεων· είναι κι αυτό ένα γεγονός που δυσκολεύει τον θεατή. Όσον αφορά στις επιλογές των έργων που πολλοί θίασοι και  μεγάλα θέατρα κάνουν, βλέπω έναν συντηρητισμό και μια επαρχιώτικη νοοτροπία. Επιλέγονται πολύ συχνά κείμενα, λεγόμενα “κλασσικά”, γραμμένα τους δυο προηγούμενους αιώνες, ίσως γιατί έτσι πιστεύουν ότι θα δείξουν στο κοινό και στις καλλιτεχνικές  επιτροπές τη “σοβαρότητά” τους.  Πάντως, παρά τις πολλές δυσκολίες, και για τους καλλιτέχνες και για το κοινό, το θέατρο εξακολουθεί να ζει και ν’ αναπνέει. Έστω και έτσι νέοι άνθρωποι πειραματίζονται και οι παλιότεροι δείχνουν να αντέχουν στα… τεστ κοπώσεως».

Μελλοντικά σας σχέδια;

«Προς το παρόν δεν κάνω σχέδια αλλά όνειρα. Επειδή, συχνά, άλλα ονειρεύεται η ηθοποιός κι άλλα η συγγραφέας μέσα μου, περιμένω να καταλήξουν και αμέσως θα τα μοιραστώ μαζί σας!»

Ταυτότητα Παράστασης

Συγγραφείς: Αντιγόνη Πόμμερ, Βίλη Σωτηροπούλου
Σκηνοθεσία, Δραματουργική επεξεργασία: Βίλη Σωτηροπούλου
Ηθοποιοί:  Xαρά Κονταξάκη, Άννα Μακρή, Βιργινία Μιχαήλ, Βίλη Σωτηροπούλου
Σκηνικά – Κοστούμια : Xαρά Κονταξάκη
Μουσική: Χρήστος Θηβαίος (πρωτότυπη μουσική Γυναίκας Loser)
Eπιλογή ήχων: Δημήτρης Λαλούμης
Οργάνωση Παραγωγής: Θεατρική Ομάδα Μπουφόνοι
Graphic Designers Σκηνικού: Ιωάννα Παππά, Μαριάνθη Παπαδοπούλου
Φωτογραφίες : Fotoreport Τόλης Παπαδάκης
Διάρκεια Παράστασης: 100΄ με το διάλειμμα.