Skip to main content

Έλλη Παπακωνσταντίνου: «…Πολλοί ζουν ακόμα σε έναν καλλιτεχνικό και κοινωνικό μεσαίωνα…»

«Βάκχες»· η νέα παράσταση της Έλλης Παπακωνσταντίνου ταξιδεύει σε όλη την Ευρώπη. Μετά το ανέβασμά της  σε δύο από τα σημαντικότερα ευρωπαϊκά Φεστιβάλ –σε Ολλανδία και  Γαλλία θα κάνει στάση και  στην Αθήνα· θα παρουσιαστεί στις 4, 5 και 6 Ιουλίου, στον χώρο της Πειραιώς 260, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου [Πειραιώς 260, Ταύρος].

Οι «Βάκχες» της Έλλης Παπακωνσταντίνου αποτελούν μια πρωτότυπη ανάγνωση της ευριπίδειας τραγωδίας, που παντρεύει τον αρχαίο μύθο με την έρευνα πάνω στη ρευστότητα των φύλων, αξιοποιώντας στο έπακρο τα νέα μέσα, τον χορό και τον ήχο.

Η διακεκριμένη Ελληνίδα δραματουργός, αυτή τη φορά,  βυθίζεται στον ομιχλώδη κόσμο της επιθυμίας· μίλησε μαζί μας.

Βάκχες· μια εισαγωγική σας πρόταση, για αυτή τη νέα σας παράσταση;

«Ένα έργο για την επιθυμία,  με queer αισθητική και διάθεση. Είναι μια μουσική-χορευτική-θεατρική-οπερατική παράσταση, που βάζει το αίσθημα σε κίνηση».

Θα μπορούσαμε να πούμε πως εκτυλίσσεται σε ένα φουτουριστικό περιβάλλον,  απαλλαγμένο από την πατριαρχία και τα έμφυλα στερεότυπα;

«Είναι “φουτουριστικό” για τα ελληνικά δεδομένα· σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες έχουν ρυθμιστεί οι σχέσεις εδώ και πολλά χρόνια,  και το έργο περιγράφει μια μάλλον γνωστή κανονική κατάσταση που στην Ελλάδα μοιάζει φουτουριστική».

Πόσο εύκολα παντρεύονται αυτά τα νέα περιεχόμενα με το αρχαίο δράμα;

«Τα κλασικά έργα στην εποχή τους επέσυραν έντονες δημόσιες αντιδράσεις, ήταν κοφτερά και προβοκατόρικα. Για να συμβεί αυτό σήμερα, πρέπει να πας στον πυρήνα τους και να τον αποκαλύψεις· και αυτό προσπαθώ να κάνω,  γράφοντας τις δικές μου εκδοχές χωρίς να φοβάμαι ότι θα προκαλέσω.

Κεντρική είναι η φιγούρα του Διονύσου. Ούτε άντρας ούτε γυναίκα, ο Διόνυσος είναι μια  queer θεότητα σε διαρκή ροή, που δραπετεύει κάθε σχήματος και περιγράμματος. Ο Ευριπίδης εκφράζει την πολλαπλότητα, και την ένωση με το Όλον και σε αυτόν τον ορίζοντα συναντάω τις “Βάκχες”. Η αφήγηση ξεπερνάει τα έμφυλα στερεότυπα,  γιορτάζει τη διαφορετικότητα και περιγράφει τη μετάβαση από έναν κανονικοποιημένο κόσμο σε έναν κόσμο επιθυμίας, έναν κόσμο αμφίσημο. Η αφήγησή μου αφορά σε όλες τις θηλυκότητες. Τα έμφυλα μαρτυρολόγια, οι εδαφικοποίησεις, οι μεταβάσεις, οι κατασκευές. Εδώ συνυπογράφω το έργο με τις Χλόη Κολύρη και Κάκια Γουδέλη και η συνεργασία μας ήταν ιδιαίτερα σημαντική».

Είναι έτοιμο το ελληνικό κοινό να διαπραγματευτεί και να δεχτεί προωθημένα περιεχόμενα όπως η κριτική των έμφυλων στερεοτύπων που κυριαρχούν στα έργα σας;

«Προσωπικά, ως καλλιτέχνης τα περιμένω όλα. Μου συμβαίνει να συνειδητοποιώ, ότι σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες που είναι λυμένα τα έμφυλα ζητήματα εκφράζομαι με “παλιά” επιχειρηματολογία και στη χώρα μου με “εξαιρετικά προωθημένη”.  Πιστεύω θα υπάρξουν αντιδράσεις, γιατί πολλοί σοκάρονται ή δεν συμφωνούν με την ιδέα ότι ένα έργο της ελληνικής γραμματείας μπορεί να αντιμετωπιστεί με αυτόν το τρόπο, πόσο μάλλον να συνδεθεί με το queer.

Πολλοί ζουν ακόμα σε έναν καλλιτεχνικό και κοινωνικό μεσαίωνα. Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που θα πουλούσαν σουβλάκια στην Ακρόπολη για το κέρδος ή θα συμφωνούσαν με το τσιμέντωμά της για να εξυπηρετεί περισσότερους τουρίστες και που μιλούν για συμπερίληψη, αρκεί να μην τη βλέπουν και μπροστά τους. Είναι κάποιοι που δείχνουν με το δάκτυλο και θεωρούν τους εαυτούς τους γνώστες σε ρόλο “μεταπράτη” της αρχαίας κληρονομιάς. Αυτοί οι “γνώστες” είναι υποκριτές και ημιμαθείς.

Γενικά, υπάρχουν ελάχιστοι καλλιτεχνικοί Oργανισμοί που ανοίγουν τον δρόμο προς μια “συμπεριληπτική” πολιτική,  και η LGTBQ+ κοινότητα αντιμετωπίζεται με επιφυλακτικότητα ακόμα και στον καλλιτεχνικό χώρο».

Στην παράσταση συνεργάζεστε με ένα ετερόκλητο σύνολο καταξιωμένων και ανερχόμενων καλλιτεχνών από διαφορετικούς χώρους. Μιλήστε μας σχετικά.

«Η παράσταση στηρίζεται στη συνάντηση Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών. Η συνεργασία με τους Γάλλους χορογράφους Sinequanon (Jonathan Pranlas-Descours και Christophe Beranger) ήταν σημαντική, καθώς κατάφεραν να μας μεταφέρουν βαθιά στην ύλη του σώματος. Ο πυρήνας του υλικού κόσμου είναι το σώμα. Εάν αυτό το έργο είναι σπλαχνικό, είναι χάρη στη δημιουργική τους συμβολή.

Γνώρισα τον Ariah Lester πριν από μερικά χρόνια, καθώς και οι δύο παρουσιάζαμε δουλειά στο O. Festival στο Ρότερνταμ. Ο Λέστερ αυτοπροσδιορίζεται ως ποπ queer καλλιτέχνης,  κατάγεται από την Βενεζουέλα και έχει πολύ ιδιαίτερες φωνητικές ικανότητες. Οι μουσικές του συνθέσεις δίνουν μια σκοτεινή ανατροπή στην ποπ μουσική. Τον προσκάλεσα να συνθέσει τα τραγούδια και τη μουσική των “Βάκχων” και τον Λάμπρο Πηγούνη να δημιουργήσει διαδραστικά περιβάλλοντα ήχου.

Οι “δικοί μας” χορευτές Χαρά Κότσαλη και Άρης Παπαδόπουλος, λυρικοί Γιώργος Ιατρού και Λητώ Μεσσήνη, και ο ηθοποιός Βασίλης Μπούτσικος είναι γνωστοί σε όλους γιατί έχουν δώσει ένα ιδιαίτερο στίγμα, είναι καλλιτέχνες ανοικτοί στον πειραματισμό, με διαφορετικές καταβολές, αλλά και μοναδικές δεξιότητες και εμπειρίες. Τι να πω; Είναι τόσο δυνατές και διαφορετικές προσωπικότητες.  Η διαφορετικότητα είναι στην καρδιά της ομάδας και διαπερνάει υπόγεια όλο το έργο.

Δεν είναι καθόλου αυτονόητη η ανατροπή των στεγανών ρόλων -στις “Βάκχες”, για παράδειγμα, οι λυρικοί χορεύουν κι όλοι έχουν κείμενο. Αλλά ήταν ένα στοίχημα που βάλαμε από την αρχή και, τελικά, δημιουργήθηκε μέσα από την υπέρβαση και τον σεβασμό του ενός για τον άλλο· ένα ensemble,  κι ας ήταν κάποιες φορές δύσκολο να συνεννοηθούμε, να βρούμε τον τρόπο να ζητήσουμε κάτι, να μιλήσουμε στη γλώσσα του άλλου, κι ας υπήρχαν έντονες πολιτισμικές διαφορές. Ζυμώσεις έγιναν και γίνονται ακόμα· τίποτα δεν είναι εύκολο, αλλά είναι ένας τρόπος να περάσουμε μέσα από την αμφισημία και την περιπλοκότητα και εκφραστικότητα του queer και εμείς οι ίδιοι,  και να αντρέψουμε τους εαυτούς μας».

Οι «Βάκχες» σας παρουσιάστηκαν  στη Γαλλία και την Ολλανδία,  πριν κάνουν στάση στην Αθήνα. Ποια ήταν, μέχρι τώρα, η αποδοχή κοινού και κριτικών στο εξωτερικό;

«Μας αγκάλιασαν κάποια από τα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά Φεστιβάλ, όπως είναι το Ηolland Festival και το Festival de Marseille όπου οι δύο παραστάσεις ήταν sold out. Οι γαλλικές κριτικές μίλησαν για “μια εορταστική δίνη”, ένα “μπαρόκ Orlando furioso”. Στην Ολλανδία σημείωσαν ότι η παράσταση “μετατρέπεται σε μια εκστατική έκρηξη ενέργειας που δεν μιλά πια μέσα από το μυαλό αλλά δρα απευθείας στις αισθήσεις… διεγερτικό, σεξουαλικό αλλά πάνω απ’ όλα υποδηλωτικό…” “Όλα τα είδη έχουν πλέον σπάσει: χορός, θέατρο, λογοτεχνία, περφόρμανς, κινηματογράφος, ποπ, κλασική όπερα”.

Είναι συγκινητική η υποδοχή και το πώς συνδέεται ο ξένος θεατής με τον ελληνικό μύθο. Ακολούθησαν αυθόρμητες συζητήσεις μετά τις παραστάσεις -ειδικά στο Φεστιβάλ της Ολλανδίας, όπου έμεινε το κοινό για να ανταλλάξει απόψεις μετά την παράσταση· κάτι που δεν συνηθίζεται. Αυτό με έκανε χαρούμενη· το να γίνεται η παράσταση αφορμή για γόνιμες συζητήσεις.

Χαίρομαι πολύ που θα παρουσιάσουμε την παράσταση και στην Ελλάδα,  στο πλαίσιο του grape στο Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου στις 4, 5 & 6 Ιουλίου. Μετά την Αθήνα θα παίξουμε στην Ιταλία στο Φεστιβάλ της Ρώμης Romaeuropa Festival και συνεχίζουμε σε Γαλλία και Ιταλία -Εθνικό θέατρο Τζένοβας».

Μελλοντικά σχέδια;

«Όσο οι “Βάκχες” είναι σε  περιοδεία, φυσικά θα παρακολουθώ από κοντά. Ταυτόχρονα, είμαι σε στάδιο προετοιμασίας για μια νέα όπερα με τίτλο “Persefone, I only died last night” που θα παρουσιαστεί καταρχάς στην “Πολιτιστική Πρωτεύουσα, Ελευσίνα 2023” στις 3 & 4 Δεκεμβρίου 2023 και αργότερα στο Μέγαρο Μουσικής. Γράφω το λιμπρέτο και σκηνοθετώ. Στο επίκεντρο,  το θέμα της οικολογίας κι η νέα γενιά που βλέπω στο πρόσωπο της Περσεφόνης, της  Κόρης. Είναι μια συνεργασία με τον Δημήτρη Μαραγκόπουλο που υπογράφει την πρωτότυπη μουσική σύνθεση. Την Δήμητρα ερμηνεύει η Σαββίνα Γιαννάτου μαζί με ένα εξαιρετικό σύνολο λυρικών τραγουδιστών, μουσικών και γυναικεία χορωδία».

Ταυτότητα Παράστασης

Σύλληψη – Σκηνοθεσία: Έλλη Παπακωνσταντίνου
Κείμενο: Έλλη Παπακωνσταντίνου, Χλόη Τζία Κολύρη, Κάκια Γουδέλη
Χορογραφία: Sine Qua Non ART / Christophe Béranger & Jonathan Pranlas-Descours
Μουσική σύνθεση: Ariah Lester
Ηλεκτροακουστικές συνθέσεις: – Interactive Sound Design Installation –
Τεχνικός συντονισμός:  Λάμπρος Πηγούνης
Σκηνογραφία: Μαρία Πανουργιά
Video Art – Live Video Performance: Παντελής Μάκκας
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη
Σχεδιασμός φωτισμού: Μαριέττα Παυλάκη
Σχεδιασμός σεισμογράφου: Γιάννης Κρανιδιώτης
Βοηθός σκηνοθέτριας: Σπύρος Σουρβίνος
Σύμβουλος έρευνας: Λουίζα Αρκουμανέα
Συνεργασία στη δραματουργία: Ariah Lester, Χάρης Καλαϊτζίδης
Φωτογραφία: Alex Kat
Trailer: Σιδέρης Νανούδης
Οργάνωση παραγωγής περιοδείας: Laurent Langlois
Διεύθυνση γραφείου ODC: Τζίνα Ζορμπά
Β΄ βοηθός σκηνοθέτριας: Χριστιάνα Τόκα, Κατερίνα Σαββόγλου
Γ΄ βοηθός σκηνοθέτριας: Κατερίνα Χριστάκη
Βοηθός σκηνογράφου: Σοφία Θεοδωράκη
Βοηθός Video Artist: Ανθή Παρασκευά-Βελουδογιάννη

Παίζουν: Ariah Lester, Γιώργος Ιατρού, Χαρά Κότσαλη, Λητώ Μεσσήνη, Βασίλης Μπούτσικος, Άρης Παπαδόπουλος