Με τα ελληνοτουρκικά εγκατεστημένα πλέον στο πολιτικό προσκήνιο- και μάλιστα στο υπέρθερμο προσκήνιο της εσωτερικής πολιτικής αντιπαράθεσης όπου, κατά παγίως επανερχόμενη συνήθεια, αξιοποιούνται οι διεθνείς σχέσεις της χώρας (συχνά βαπτιζόμενες «εθνικά θέματα»), ήδη δε και οι ενδοκομματικές έριδες και διεκδικήσεις στην κυβερνώσα παράταξη – άπειρες φορές έχει επιχειρηθεί από αναλυτές, από πολιτικούς, από δημοσιογράφους, από ξιφομάχους της μπλογκόσφαιρας να αναζητηθεί ποια είναι η «γραμμή», ποια η στρατηγική, ποια η στόχευση των τακτικών κινήσεων του Tούρκου Προέδρου Ερντογάν o οποίος βρίσκεται στο πηδάλιο της «δύσκολης» ούτως ή άλλως Τουρκίας από το 2003. (πρωθυπουργός για τρεις θητείες, έως το 2014, Πρόεδρος από τότε και έως σήμερα, με άμεση εκλογή το 2014, το 2018 και το 2023, έχοντας δε προσπεράσει την απόπειρα πραξικοπήματος του Ιουλίου 2016).
Ο Μιχάλης Ψύλος – είναι εμφανές αυτό – έχει παρακολουθήσει εκ του σύνεγγυς την πορεία του «Ρέϊς» από την εποχή που ήταν δήμαρχος Κωνσταντινούπολης (από τότε, και από την 16μηνη φυλάκισή του το 1999 για ένα ποίημα με ανατρεπτικές συμπαραδηλώσεις που είχε απαγγείλει, ξεκινάει και η ιδιαίτερη σχέση του Δημήτρη Αβραμόπουλου με τον Ερντογάν…), μέχρι την ανάδειξή του σε λαϊκό ηγέτη με την ιδιαίτ4ερη ικανότητά του να «συνομιλεί με τον λαό, από συλλαλητήριο σε συλλαλητήριο, με την γλώσσα ενός ηγέτη που εκπροσωπεί την εργατική τάξη, ενάντια στους πλουτοκράτες»
[Εδώ, θα επιτρέψει ο Μιχ. Ψύλος μια διόρθωση: δεν ήταν στην εργατική τάξη που μίλησε με επιτυχία ο Ερντογάν, ήταν στα εκατομμύρια των περιθωριοποιημένων της Ανατολίας, στους προσερχόμενους από την αγροτική ένδεια στην ανασφάλεια των συνοικισμών των μεγάλων πόλεων – Πόλης, Άγκυρας, Σμύρνης, Αττάλειας – και στις παραδοσιακές/ισλαμικές ευαισθησίες τους, δίνοντάς τους λόγο].
Την ίδια στιγμή, όμως, δημιούργησε «στενές πελατειακές σχέσεις με ένα τμήμα της οικονομικής ελίτ» [ακριβέστερα: δημιουργώντας μια νέα ελίτ, παράλληλη με εκείνη των μεταπολεμικών δεκαετιών, της ανάδειξης και εκσυγχρονισμού της Τουρκίας], που του επέτρεψε «να ελέγξει τον Τύπο και τους άλλους θεσμούς εξουσίας».
Παρακολουθώντας την δημιουργία και την ωρίμανση του «φαινομένου Ερντογάν» από την Ρίζε/Ριζούντα της Μαύρης Θάλασσας στο Κασίμπασα της Πόλης, χρησιμοποιώντας δε ως νήμα την εικονογραφία του Ορχάν Παμούκ, ο Ψύλος αναδεικνύει τον Ερντογάν ως «καμπάνταη» της τωρινής Τουρκίας. Τον άνθρωπο – άντρα, βέβαια, με τήρηση των παραδοσιακών κανόνων – που γίνεται απαραίτητος στην γειτονιά. «Που βοηθάει τους άλλους. Ξέρει να κάνει την γειτονιά να πειθαρχεί, προστατεύει την τιμή της γειτονιάς, όταν χρειάζεται επιβάλλει την τάξη στους ανήσυχους νέους» Και, με τον τρόπο αυτό, διατηρεί την εξουσία του. «Μαζί με την εικόνα του ότι είναι ένας από μας, αυτό είναι το πλεονέκτημα του Ερντογάν», εξηγούν στον Μ. Ψύλο οι Τούρκοι συνομιλητές του.
Με αυτό το φόντο – πολιτικής κοινωνιολογίας, εντέλει – σκιαγραφείται και η εξουσιακή πορεία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν: η πολιτική του διαχείριση «που κάνει τους αντιπάλους του να μιλούν για μια δυναστεία». η στροφή του προς τον αυταρχισμό, ιδιαίτερα μετά το (αποτυχημένο) πραξικόπημα του Ιουλίου 2016, που τον έκανε ένα είδος «πολιορκημένου» αυταρχικού ηγέτη. η χρήση πολεμικών επιχειρήσεων προκειμένου να αντιστηρίξει την εσωτερική του κυριαρχία (σε Ιράκ, Συρία, Αρμενία, Λιβύη – συν «έναν ημι-πόλεμο» με Ελλάδα και Κύπρο») . την ισορροπιστική του στάση στο Ουκρανικό, μεταξύ Δύσης και Κρεμλίνου, ως μεσολαβητή και ως «επιτήδειου ουδέτερου» . ακόμη-ακόμη με την αντισυμβατική οικονομική του πολιτική/Εrdonomics, που έκανε πολλούς Δυτικούς παρατηρητές να προβλέπουν οικονομική κατάρρευση της Τουρκίας (κατάρρευση που, ωστόσο, δεν ήλθε…).
Ο Μιχάλης Ψύλος υιοθετεί την, δημοσιογραφικής τεχνικής, προσέγγιση του προσώπου το οποίο εικονογραφεί και συνάμα αναλύει με μια διαδοχή βινιετών, που σου κάνει τον Ερντογάν σχεδόν οικείο: τον άνθρωπο που πιστεύει ότι θα φέρει τον «νέο αιώνα της Τουρκίας», τον άνθρωπο που θέλει να βλέπει τον εαυτό του ισοϋψή με τον Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ/ «πατέρα των Τούρκων». Κλείνοντας την ανάλυσή του Σεπτέμβριο του 2024, ο Ψύλος δεν πρόκανε να ενσωματώσει ούτε την νέα εποχή που δείχνει να ανοίγει για την ερντογανική Τουρκία μετά την ιστορική επίτευξη διεξόδου για το Κουρδικό, ούτε άλλωστε την δοκιμασία στο αύριο της Εγγύς/Μέσης Ανατολής με την επαναχάραξη του χάρτη από/με το Ισραήλ, σε Γάζα – Παλαιστίνη και με Ιράν στο βάθος…
Όμως η νωπογραφία της Τουρκίας με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο κέντρο της εικόνας – του ανθρώπου που εδώ και καιρό «σταμάτησε να διαβάζει βιβλία [για να] μην χάνει επεισόδια της ιστορικής τηλεοπτικής σειράς που αναφέρεται στον Αβδούλ Χαμίτ Β΄, τελευταίο ηγέτη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας πριν την επανάσταση των Νεότουρκων, που προσπάθησε να κυβερνήσει με σιδηρά πυγμή» – και παρά την ήττα του κόμματός του, του ΑΚΡ, στις τοπικές εκλογές του 2024, είναι πολύτιμη για τις Ελληνικές πολιτικές ηγεσίες. Και για μια κοινή γνώμη που εύκολα ξορκίζει την Τουρκική παρουσία με βάση στερεότυπα.
Από τον Κώστα Καραμανλή που κουμπάριασε με τον Ερντογάν μέχρι τον Κυριάκο Μητσοτάκη και το Σύμφωνο Φιλίας και Συνεργασίας που τρίζει τώρα με την βοήθεια των θαλάσσιων πάρκων και την Λιβυκή νέα περιπλοκή (και με την μνήμη του ζεϊμπέκικου ΓΑΠ/Τζεμ πιο βαθιά στην μνήμη), η «Ματιά ενός Έλληνα» καλό θα ήταν να έχει προσεκτικούς αναγνώστες.
Όχι, δε μόνο μεταξύ της όποιας πολιτικής νομενκλατούρας της Ελλάδας του 2025-27. Αλλά και μεταξύ των κοινών Ελλήνων που συχνά αυτοπεριχαρακώνονται σε απλουστευτικά στερεότυπα για «τον Τούρκο».