© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Το μυθιστόρημα «Ιερεμίας Υποδεκανέας» του Τρύφωνα Ζαχαριάδη κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αρμός.
Ο συγγραφέας Ιερεμίας Ερμογένης -υιοθετημένος, εντοπίζει στο διαδίκτυο μια ανάρτηση από στρατιωτικά αρχεία ενός συνονόματου και συνεπώνυμου 19χρονου υποδεκανέα, ο οποίος φονεύθηκε το ’49 στην τελευταία μάχη του Εμφύλιου. Η σπανιότητα των στοιχείων της ταυτότητας και των δύο του προκαλεί περιέργεια. Αναζητά υλικό από τη ζωή του άγνωστου νεαρού. Η ιδέα ενός νέου μυθιστορήματος έχει γεννηθεί! Μετά τη συγγραφή και την κυκλοφορία της έκδοσής του, απρόσμενα γεγονότα ανατρέπουν την καθημερινότητά του και το πραγματικό τέλος του βιβλίου του.
Ο ψυχαναλυτικός θεραπευτής και συγγραφέας Τρύφων Ζαχαριάδης μίλησε μαζί μας.
Κύριε Ζαχαριάδη, τι σας ώθησε να γράψετε το «Ιερεμίας υποδεκανέας»;
«Η αφορμή ήρθε μέσα από μια ανάρτηση σε στρατιωτικά αρχεία, όπου η ταυτότητα ενός 19χρονου υποδεκανέα με το ίδιο όνομα, σκοτώθηκε στον ελληνικό εμφύλιο, το 1949. Έτσι γεννήθηκε η περιέργεια για τον άγνωστο νεαρό».
Ποιος είναι ο «Ιερεμίας» στο βιβλίο;
«Δεν υπάρχει μόνο ένας: ο 19χρονος υποδεκανέας, ένας συγγραφέας που τον αναζητά μέσω της ανάρτησης, κι ένα τρίτο πρόσωπο που αλλάζει τον συγγραφέα και το τέλος του βιβλίου. Οι χαρακτήρες αυτοί συνυπάρχουν και καθένας τους φέρει μαζί του τραύματα και παρελθοντικές σκοτεινές πτυχές του Εαυτού».
Τι ρόλο παίζει η ψυχοθεραπευτική σας εμπειρία;
«Αυτή η ιδιότητά μου ως ψυχαναλυτικός θεραπευτής ήταν καθοριστική στο πώς αποτύπωσα την ψυχική διάσταση των χαρακτήρων. Η γραφή εστιάζει στα εσωτερικά τραύματα, στην ανάγκη για κάθαρση και στη σιωπή που συνοδεύει τους ήρωες».
Τι θέλετε να κρατήσει ο αναγνώστης από αυτό το βιβλίο;
«Θέλω να ακούσει τη “φωνή” των σιωπηλών τραυμάτων, των ανθρώπων που μαρτυρούν ένα συλλογικό βάρος. Να συνειδητοποιήσει ότι ο εμφύλιος μάχεται σε κάθε γωνιά του ψυχισμού μας».
Το βιβλίο σας ακροβατεί ανάμεσα στην ψυχολογία και την ποίηση. Πώς συναντιούνται αυτά τα δύο στο έργο σας;
«Η ψυχανάλυση και η λογοτεχνία —ή, πιο σωστά, η ποιητική γραφή— είναι για μένα δύο τρόποι να βλέπεις το ίδιο πρόσωπο από διαφορετικό παράθυρο. Στον “Ιερεμία υποδεκανέα”, η αναζήτηση ταυτότητας και τραύματος δεν γίνεται ψυχρά ή αναλυτικά. Ενδύεται τον ρυθμό, την εικόνα, το σύμβολο. Οι σιωπές είναι εξίσου σημαντικές με τις λέξεις -όπως ακριβώς και στη θεραπευτική συνάντηση».
Ποια είναι η ψυχαναλυτική «τραγωδία» του Ιερεμία;
«Δεν είναι η απώλεια της ζωής του στον Γράμμο, το 1949. Είναι ότι δεν μπόρεσε ποτέ να πει το δικό του αφήγημα. Όπως και πολλοί που επιβίωσαν μετά τον πόλεμο, έγινε σύμβολο ή σιωπηλό πτώμα στις μνήμες των άλλων. Μέσα από τη γραφή, του έδωσα φωνή όχι για να “μιλήσει”, αλλά για να αντηχήσει τις εσωτερικές συγκρούσεις του αναγνώστη. Εκεί βρίσκεται το ψυχικό του φορτίο: στο ότι έγινε πρόσωπο μόνο μέσα από τη φαντασία και τη μεταβίβαση».
Η ποίηση της γραφής σας λειτουργεί ως θεραπευτική διεργασία;
«Απόλυτα. Όταν γράφω, αισθάνομαι σαν να ανοίγω έναν θεραπευτικό χώρο, όπου ο αναγνώστης κάθεται απέναντί μου χωρίς πρόσωπο, αλλά με πληγές. Η ποιητική μορφή, η συμπύκνωση, το ελλειπτικό, επιτρέπει στην ψυχή να αναγνωρίσει τις σκιές της χωρίς άμυνες. Είναι σαν να περνάς από την ερμηνεία στην αποκάλυψη, από το τραύμα στην αφαίρεση -κάτι που ούτε η ψυχοθεραπεία, ούτε ο ρεαλισμός μπορούν να πετύχουν μόνοι τους».
Η έννοια του «εσωτερικού εμφυλίου» διατρέχει το βιβλίο. Τι σημαίνει για εσάς;
«Σημαίνει ότι ο πόλεμος δεν τελειώνει με τα όπλα. Συνεχίζεται υπόγεια, ανάμεσα σε επιθυμίες και ενοχές, σε ρόλους που δεν χωράνε μέσα μας. Οι ήρωες του βιβλίου -και κυρίως ο αφηγητής- ζουν έναν ψυχικό διχασμό: μεταξύ καθήκοντος και προσωπικής αλήθειας, μεταξύ του να ζεις και να τιμωρείς τον εαυτό σου. Είναι το ίδιο που βλέπουμε καθημερινά στον ψυχοθεραπευτικό χώρο: η δυσκολία να συγχωρήσουμε τον εαυτό μας για όσα επιβιώσαμε».
Ποιος είναι τελικά ο Ιερεμίας; Υπάρχει ως πρόσωπο ή μόνο ως σύμβολο;
«Ο Ιερεμίας είναι και πρόσωπο και καθρέφτης. Είναι ένας έφηβος που δεν πρόλαβε να ζήσει. Είναι ένας νεκρός που επιστρέφει όχι για να εκδικηθεί, αλλά για να υπενθυμίσει ότι το παρελθόν μας κοιτάζει. Είναι μια “προβολή” πάνω στον θάνατο, αλλά και μια ποιητική χειρονομία συμφιλίωσης. Κι ίσως τελικά, είναι απλώς η φωνή μέσα μας που ζητά νόημα σε έναν κόσμο που σωπαίνει».
Αν ο αναγνώστης έφευγε από το βιβλίο με μία μόνο εικόνα, ποια θα θέλατε να είναι;
«Θα ήθελα να φύγει με την εικόνα ενός ανθρώπου που κρατά ένα γράμμα από κάποιον που ποτέ δεν γνώρισε -αλλά που μέσα του αναγνωρίζει δικό του. Αυτό είναι η λογοτεχνία: ένας διάλογος μεταξύ ξένων που κάποτε αγαπήθηκαν, χωρίς να το ξέρουν».
Η μνήμη μοιάζει να λειτουργεί στο έργο σας σαν ένας δεύτερος αφηγητής. Πώς την αντιλαμβάνεστε ψυχαναλυτικά και ποιητικά;
«Η μνήμη δεν είναι μια αρχειοθέτηση γεγονότων. Είναι μια δημιουργική κατασκευή, ένα είδος εσωτερικού μοντάζ που γίνεται ασυνείδητα. Ψυχαναλυτικά, η μνήμη είναι πάντα φτιαγμένη με υλικά από την επιθυμία, την ενοχή, τον μηχανισμό άμυνας. Ποιητικά, είναι ένας σκιερός καθρέφτης: ποτέ δεν λέει όλη την αλήθεια, αλλά πάντα κάτι σημαντικό. Στον “Ιερεμία”, η μνήμη λειτουργεί υπόγεια, σαν σκιά πίσω από κάθε πρόταση. Το τραύμα της ιστορίας δεν ξεχνιέται, επαναλαμβάνεται -κι αυτός είναι ο πιο ποιητικός τρόπος της ύπαρξής του».
Το ασυνείδητο των ηρώων είναι πολύ έντονο στο βιβλίο. Το θεωρείτε πρωταγωνιστή;
«Απολύτως. Δεν ήθελα να γράψω ένα μυθιστόρημα με “ήρωες” που κινούν την πλοκή. Ήθελα να γράψω ένα μυθιστόρημα όπου το ασυνείδητο των προσώπων να κινεί τα πάντα. Η επιθυμία που δεν ομολογείται, η ενοχή που δεν εξαγνίζεται, το βλέμμα που δεν κοιτάζει -όλα είναι ενέργειες που βρίσκονται κάτω από την επιφάνεια. Σαν στον χώρο της θεραπείας, αυτό που δεν λέγεται είναι πιο δυνατό από αυτό που διατυπώνεται. Το ασυνείδητο, λοιπόν, είναι ο “συγγραφέας” πίσω από τον συγγραφέα».
Ο θάνατος στο έργο σας δεν είναι ποτέ απόλυτος. Είναι σχεδόν μεταφυσικός. Πώς τον αντιμετωπίζετε;
«Ο θάνατος με απασχολεί όχι ως τέλος, αλλά ως μεταβολή. Ο “Ιερεμίας υποδεκανέας” σκοτώνεται, αλλά δεν “τελειώνει”. Αντίθετα, γίνεται συμβάν μέσα στη φαντασία του άλλου. Ο θάνατος είναι η απόλυτη μεταβίβαση: ένας άγνωστος εισέρχεται στο ασυνείδητό σου και δεν φεύγει ποτέ. Έτσι και στη γραφή: κάθε πρόσωπο που πεθαίνει, αφήνει μέσα μας κάτι άλυτο -μια ερώτηση, ένα “γιατί”, μια ελπίδα. Ο θάνατος στο έργο δεν είναι καταστροφή· είναι γεννήτρια ερωτημάτων».
Ποιο είναι, για σας, το υπαρξιακό ερώτημα πίσω από το βιβλίο;
«Θα έλεγα: “είμαι εγώ αυτός που θυμάμαι;” Ή είμαι αυτός που με θυμούνται οι άλλοι; Η ταυτότητα στον “Ιερεμία” είναι ρευστή -άλλοτε είσαι το υποκείμενο της αφήγησης και άλλοτε το αντικείμενο της επινόησης κάποιου άλλου. Το ερώτημα είναι: μπορώ να είμαι αληθινός αν η ιστορία μου γράφεται ερήμην μου; Κι εκεί ξεκινά η ανάγκη για συγγραφή -για ανάκτηση του εαυτού μέσω της τέχνης».
Τι ρόλο παίζει η σιωπή σε όλο αυτό;
«Η σιωπή δεν είναι παύση. Είναι ο τόπος όπου η ψυχή ξαναβρίσκει τον ρυθμό της. Είναι ο “τόπος” όπου δεν ισχύει ούτε η γλώσσα της λογικής ούτε του συναισθήματος. Είναι η γλώσσα του τραύματος. Ο “Ιερεμίας” είναι γεμάτος σιωπές -από χαρακτήρες που δεν μιλούν, από ερωτήματα που μένουν χωρίς απάντηση, από αφηγήσεις που κόβονται απότομα. Αυτές οι σιωπές είναι η πιο έντιμη έκφραση του ασυνειδήτου, κι ίσως το πιο δυνατό κομμάτι της αφήγησης».
Και τι απομένει, τελικά, από μια τέτοια αφήγηση;
«Απομένει ένας αναγνώστης που στέκεται μπροστά σε ένα πρόσωπο που δεν έζησε ποτέ -και παρόλα αυτά, τον συγκλονίζει. Αν αυτό συμβεί, τότε η γραφή έγινε χώρος ψυχικής συνάντησης. Κι αυτό είναι, για μένα, το βαθύτερο ζητούμενο: να δημιουργηθεί σημείο αναφοράς, όπου ο συγγραφέας και ο αναγνώστης σιωπούν μαζί. Όχι για να ξεχάσουν, αλλά για να θυμηθούν αλλιώς».