Skip to main content

Black Panther: Wakanda Forever – Οι καλές προθέσεις δεν αρκούν

Θα μπορούσες να ξεκινήσεις ένα κείμενο για το Wakanda Forever από το γεγονός πως η απουσία μιας μεγάλης κορύφωσης έρχεται για να υπερτονίσει μία μεγάλη ιδέα, πως είναι ένα υπερ-ηρωϊκό φιλμ που μιλά για την αλληλεγγύη χρησιμοποιώντας αυτή τη φόρμα – αλλά για να οδηγηθείς εκεί, πρέπει να σε αιχμαλωτίσει αυτό που έχει προηγηθεί. Γιατί στο φινάλε, πιάνεις τον εαυτό σου να αναρωτιέται: Αυτό είναι τελικά το ταλέντο που μπορούν να αγοράσουν τόσες εκατοντάδες εκατομμυρίων; Η ίδια ακριβώς ταινία θα «χωρούσε» άνετα μέσα σε εκατό λεπτά (δηλαδή, μείον μια ώρα από τη διάρκεια της).

Το στόρι επικεντρώνεται στην παράξενη πρόταση για συμμαχία που δέχεται το τεχνολογικά ανεπτυγμένο αφρικανικό έθνος της Wakanda, στο οποίο μας εισήγαγε η προηγούμενη ταινία της σειράς. Την απευθύνει ο βασιλιάς ενός κρυμμένου υποθαλάσσιου έθνους μεταλλαγμένων (μια παραπομπή ακόμα στην αρχαία Ατλαντίδα), αποκαλύπτοντας τους πως ενορχηστρώνει μια μαζική επίθεση στους «ανθρώπους της ξηράς». Οι επιλογές των Ουακαντιανών, οι προφανείς δύο: Ή συναινούν, ή εξαφανίζονται. Οι παράλληλες δράσεις, που με τη σειρά τους οδηγούν σε μια – δυο σκηνές τυπικές καταδίωξης έρχονται και φεύγουν, αλλά το σενάριο ισορροπεί δραματουργικά πάνω σε αυτό το δίλλημα. Το πραγματικό ζήτημα της ταινίας δεν είναι ποιος υποφέρει, αλλά ποιους θα υπερασπιστεί.

Έχεις λοιπόν μια θεαματική πολεμική σύρραξη που έπεται, και έχεις και τρεις εμπλεκόμενες ομάδες: Τους μεταλλαγμένους του βυθού, τους Ουακαντιανούς, και όλους τους υπόλοιπους που, με τον έναν ή τον άλλο τρόμο, εποφθαλμιούν τον ορυκτό τους πλούτο. Μα αν η δράση δεν είναι το «ζουμερό» κομμάτι αυτής της ιστορίας, δεν θα έπρεπε να υπάρχει μια ουσιαστική διάδραση ανάμεσα τους που δικαιολογεί την απουσία της; Δεν θα έπρεπε κάτι εδώ να αρθρωθεί; Ο Μαύρος Αδάμ προσπάθησε κάτι παρόμοιο, μια αντανάκλαση πολιτικής κριτικής δηλαδή, ίσως και πιο επιτυχημένα, αλλά στο φινάλε η δομή αυτού του είδους όπως έχει πια διαμορφωθεί, δεν επιτρέπει μεγάλα «ξεχειλώματα». Και εκτός από την τυπική αντιπάθεια των Αμερικανών για τους Γάλλους (μια σκηνή στα Ηνωμένα Έθνη που εντέλει χαϊδεύει κυρίως αυτό το ένστικτο), δεν προκύπτουν και πολλά περισσότερα εδώ – τίποτα δε επί της ουσίας.

Πάνω απ’ όλα όμως, απουσιάζει μια κινηματογραφική μαστοριά σε όλο αυτό το οικοδόμημα, ένα μαγικό άγγιγμα που θα μπορούσε να υπερβεί τη σεναριακή υποτονικότητα. Και δίχως αυτή, τι σου μένει; Μια συλλογή από παλιά γνωμικά, μια σειρά «θεαματικών» εφέ (που μόνο θεαματικά δεν είναι πια), ένα επιθετικό sound design (που κι αυτό το έχεις συνηθίσει), ένα ανθολόγιο κλισαρισμένων one-liners, και ένα ανύπαρκτο φινάλε. Επιστέγασμα όλων αυτών, ένας τόνος νεκρικής σοβαρότητας, λες και μόνο μια θεοσκότεινη στην όψη, και εντέλει λιγότερο ψυχαγωγική ταινία από το πρώτο «Black Panther», θα τιμούσε πραγματικά τη μνήμη του Τσάντγουικ Μπόουζμαν.

Σκηνοθεσία: Ράιαν Κούγκλερ

Σενάριο: Ράιαν Κούγκλερ, Τζο Ρόμπερτ Κόουλ

Ηθοποιοί: Λετίσια Ράιτ, Λουπίτα Νιόνγκο, Δανάη Γκουρίρα, Άντζελα Μπάσετ

Διάρκεια: 161’