Η προσωπικότητα του Νικόλαου Ρωκ – Μελά, που απεβίωσε πριν από λίγες ημέρες σε ηλικία 78 ετών, ήταν συνυφασμένη όχι μόνο με τις δραστηριότητες του Ιδρύματος Βασιλείου Γ. Μελά αλλά και με ένα ευρύ πλέγμα δράσεων για την εκπαίδευση, τον πολιτισμό, τον τουρισμό και την πνευματική ζωή του τόπου. Υπήρξε ένας Αθηναίος πολίτης, χρηστός, ευρυμαθής και ιδιαιτέρως αγαπητός.
Γιος του γλύπτη Φωκίωνος Ρωκ (δημιουργού του Αγνώστου Στρατιώτη), ο Νικόλαος Ρωκ-Μελάς συνδεόταν από την πλευρά της μητέρας του με τις οικογένειες Σούτζου και Μαυροκορδάτου. Παππούς του υπήρξε ο Βασίλειος Μελάς, ο οποίος έχτισε το Μέγαρο Μελά επί της πλατείας Κοτζιά. Από το 1981 έως το 2007, ο Νικόλαος Ρωκ – Μελάς υπήρξε μέλος της διαχειριστικής επιτροπής του Ιδρύματος Βασιλείου Γ. Μελά για την Προσχολική Αγωγή, αλλά και μετά το πέρας της θητείας του ήταν αφοσιωμένος με πάθος στο έργο του Ιδρύματος, στην κατασκευή, δηλαδή, και συντήρηση νηπιαγωγείων σε όλη τη χώρα και ιδιαίτερα στον τόπο καταγωγής της οικογενείας, την Ήπειρο.
Συνέχισε τη μακρά οικογενειακή παράδοση, δεδομένου ότι τόσο ο παππούς του Βασίλειος Μελάς όσο και η μητέρα του Σοφία είχαν, επί πολλά έτη, διατελέσει μέλη της διαχειριστικής επιτροπής του Ιδρύματος, ο ίδιος δε το θεωρούσε ως τμήμα της ζωής της οικογένειάς του. Και μετά την παραίτησή του εξακολούθησε να παρίσταται στις συνεδριάσεις παρέχοντας τη χρήσιμη γνώμη του στα μέλη της και επιδιώκοντας την ευόδωση του καταστατικού σκοπού του Ιδρύματος.
Είχε πολυσχιδή πνευματική δράση και είχε διατελέσει πρόεδρος του Συλλόγου «Οι Φίλοι του Μουσείου Μπενάκη» και μέλος του Διεθνούς Συμβουλίου των Μουσείων. Ήταν παντρεμένος με τη Λένα Βλ. Λεβίδη και είχε δύο κόρες και έξι εγγόνια.