Skip to main content

Τα εταιρικά ομόλογα «ξεκλείδωσαν» σεντούκια, θυρίδες και προθεσμιακές

Από την έντυπη έκδοση

Της Άννας Δόγα
[email protected]

Από καταθέσεις και δη προθεσμιακές και από θυρίδες ή στρώματα προέρχεται το μεγαλύτερο μέρος των κεφαλαίων που επενδύουν οι ιδιώτες μικροεπενδυτές σε εταιρικά ομόλογα. Η αναπτυσσόμενη αγορά εταιρικών ομολόγων αποτελεί έναν ιδιότυπο «ανταγωνιστή» για τις τράπεζες και την προσπάθειά τους να βελτιώσουν την καταθετική βάση, με τις τράπεζες πάντως να θεωρούν πως οτιδήποτε κάνει το χρήμα να κινείται και ενισχύει την εμπιστοσύνη, είναι θετικό. Πολλώ δε μάλλον που η χρηματοδότηση των επιχειρήσεων μέσω ομολογιακών εκδόσεων ενισχύει την οικονομία με πολλαπλασιαστικά οφέλη.

Το μεγαλύτερο μέρος των κεφαλαίων που τοποθετούν σε εταιρικές ομολογιακές εκδόσεις μικροί επενδυτές προέρχεται από καταθέσεις προθεσμίας, οι οποίες πλέον έχουν μικρές αποδόσεις, ενώ περί το 20% εκτιμάται ότι είναι αποθησαυρισμένα χρήματα που βρίσκονταν σε θυρίδες ή σεντούκια και πολύ μικρό είναι το κομμάτι που έρχεται από το εξωτερικό γι’ αυτή την κατηγορία επενδυτών.

Τα εταιρικά ομόλογα είναι ελκυστικά για τους καταθέτες που δεν έχουν πολλές επενδυτικές επιλογές -και λόγω capital controls- και βλέπουν μια καλή τοποθέτηση στα εταιρικά ομόλογα λόγω του τοκομεριδίου που τα συνοδεύει. Στις εκδόσεις που έχουν γίνει, οι αποδόσεις είναι μεταξύ 3% και 4% και καθώς προέρχονται από υγιείς εταιρείες έχουν περιορισμένο ρίσκο που δεν συνδέεται με μακροοικονομικές αβεβαιότητες, οι οποίες έχουν «τρομάξει» τους αποταμιευτές/επενδυτές, ούτε με μεταβλητότητα του Χ.Α.

Το μέσο επιτόκιο των προθεσμιακών καταθέσεων διαμορφώνεται, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, στο επίπεδο του 0,60% με αποτέλεσμα για μικρούς επενδυτές/αποταμιευτές για ποσά της τάξης των 20-30 χιλ. ευρώ, τα εταιρικά ομόλογα να δημιουργούν ευκαιρίες. Οι προθεσμιακές καταθέσεις καταγράφουν πτωτική πορεία και τα υπόλοιπα στο τέλος Ιουλίου διαμορφώνεται σε 40,3 δισ. ευρώ από 42 δισ. ευρώ ένα έτος πριν.

Όπως έχει επισημάνει η «Ν», ως το τέλος του 2017 θα ξεπεράσει το 1 δισ. ευρώ η αξία των εταιρικών ομολόγων που είναι υπό διαπραγμάτευση στην εγχώρια χρηματιστηριακή αγορά βάσει των «κλεισμένων» επικείμενων εκδόσεων.

Ήδη, σήμερα στο ελληνικό Χρηματιστήριο είναι σε διαπραγμάτευση τίτλοι συνολικής αξίας 650 εκατ. ευρώ. Η εγχώρια αγορά εταιρικών ομολόγων έκλεισε έναν χρόνο λειτουργίας και εγκαινιάστηκε από τη Μls Μultimedia, ακολούθησε η έκδοση της Housemarket και στη συνέχεια  ιδιαίτερα επιτυχημένες εκδόσεις έγιναν από τον ΟΠΑΠ, τη Sunlight, τον Μυτιληναίο και την Terna Energy.

Σε μια εποχή που τα καταθετικά επιτόκια πλησιάζουν το μηδέν, ενώ σε μερικές χώρες μάλιστα με τη χρέωση εξόδων από τις τράπεζες τείνουν να γίνουν αρνητικά, η τοποθέτηση σε ομόλογα καλών, υγιών επιχειρήσεων, που λειτουργούν με σεβασμό στην εταιρική διακυβέρνηση, αποτελεί μια ενδιαφέρουσα επιλογή για όσους διαθέτουν ρευστότητα, επισημαίνουν χρηματιστηριακοί παράγοντες.

Θετικά μηνύματα

Εν τω μεταξύ, θετικά είναι τα μηνύματα από τις αγορές σχετικά με τις εταιρικές ελληνικές ομολογιακές εκδόσεις, οι οποίες μάλιστα προδιαθέτουν για νέες εκδόσεις ελληνικών καλυμμένων ομολόγων από τις ελληνικές τράπεζες, σύμφωνα μάλιστα και με σχετική ανάλυση της Citi.

Χαρακτηριστικό είναι μάλιστα χθεσινό άρθρο της εφημερίδας «Frankfurter Allgemeine Zeitung» που αναφέρει ότι οι Έλληνες προτιμούν να δανείζουν κεφάλαια σε επιχειρήσεις παρά στο κράτος, επισημαίνοντας ότι είναι εξαιρετικά σπάνιο κρατικά ομόλογα να προσφέρουν σαφώς μεγαλύτερα επιτόκια από τα ομόλογα επιχειρήσεων της ίδιας χώρας. Η εφημερίδα αναφέρει συγκεκριμένα το παράδειγμα του αθηναϊκού ομίλου επιχειρήσεων «Μυτιληναίος» που «προσέφερε για πενταετές ομόλογο 300 εκατ. ευρώ επιτόκιο 3,1%, ενώ έναν μήνα αργότερα το ελληνικό κράτος αναγκάστηκε να προσφέρει επίσης για πενταετές ομόλογο 3 δισ. ευρώ κουπόνι με 4,375%».

Όπως επισημαίνει η εφημερίδα, τα ομόλογα που εκδίδονται απευθείας στην αγορά έχουν εξελιχθεί σε ένα ενδιαφέρον εργαλείο χρηματοδότησης για τις μεγάλες επιχειρήσεις καθώς οι ελληνικές τράπεζες ασχολούνται περισσότερο με το να περιορίσουν τα «κόκκινα» δάνεια και την ακριβή χρηματοδότηση από τον ΕLA από το να προχωρούν σε επιχορηγήσεις δανείων. Το ερχόμενο διάστημα, μάλιστα, όπως αναφέρει η εφημερίδα, αναμένονται στην αγορά ακόμη περισσότερα εταιρικά ομόλογα.

Από την πλευρά της και η Citi ενστερνίζεται την αισιοδοξία για μη κρατικές εκδόσεις και σημειώνει πως αναμένεται επιστροφή της Ελλάδας στην έκδοση καλυμμένων ομολόγων. Οι τέσσερις μεγάλες ελληνικές τράπεζες έχουν ήδη σχέδια καλυμμένων ομολόγων και ίσως θελήσουν να ακολουθήσουν το ελληνικό Δημόσιο και να επιστρέψουν στις κεφαλαιαγορές, όπως εκτιμά η Citi.

Η Εθνική ήταν εκείνη που άνοιξε την ελληνική αγορά καλυμμένων ομολόγων. Στην κορυφή της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2009 δημιουργήθηκε η ελληνική αγορά καλυμμένων ομολόγων με την έκδοση ενός 7ετούς καλυμμένου ομολόγου. Τον περασμένο Οκτώβριο το ομόλογο ήταν πλήρως αποπληρωμένο και μάλιστα αποτελεί μια επιτυχημένη επενδυτική επιλογή σε σχέση με τα ελληνικά ομόλογα τα οποία υπέστησαν «κούρεμα». Αυτό μπορεί να επιβεβαιώσει την άποψη πολλών επενδυτών ότι τα καλυμμένα ομόλογα ήταν και εξακολουθούν να είναι η ασφαλέστερη κατηγορία περιουσιακών στοιχείων, ακόμη ασφαλέστερη από τα κρατικά ομόλογα.

Η Εθνική θα μπορούσε να είναι και η τράπεζα που θα άνοιγε εκ νέου την αγορά των ελληνικών καλυμμένων ομολόγων οκτώ χρόνια αργότερα με μια δεύτερη δημόσια προσφορά, όπως εκτιμά η Citi.

Μετά την τεράστια φυγή καταθέσεων το 2015, οι καταθέσεις έχουν ανακάμψει ελαφρώς τους τελευταίους μήνες μετά και την ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης. Την ίδια στιγμή οι ελληνικές τράπεζες έχουν μειώσει την εξάρτησή τους από τον ELA στα 35 δισ. ευρώ στο τέλος Ιουλίου του 2017 από 87 δισ. ευρώ στα τέλη Ιουνίου του 2015.

Αυτές οι ελαφρώς θετικές εξελίξεις συμβαδίζουν με τη βελτίωση της οικονομικής δραστηριότητας, εν μέρει λόγω ενός καλύτερου διεθνούς περιβάλλοντος αλλά και λόγω της σταθεροποίησης της εμπιστοσύνης μετά και το κλείσιμο της β’ αξιολόγησης και την αύξηση στις ροές των τουριστών.

Οι αναλυτές της αμερικανικής τράπεζας αναμένουν ότι η τάση αυτή θα συνεχιστεί στο β’ εξάμηνο κι έτσι αναθεώρησαν τις εκτιμήσεις τους για το ΑΕΠ στο +0,7% το 2017 από 0,3% που προέβλεπαν πριν.

Ωστόσο, η αβεβαιότητα που σχετίζεται με το τέλος του προγράμματος διάσωσης στα μέσα του 2018 θα εμποδίσει πιθανώς το ΑΕΠ να αυξηθεί με πιο έντονο ρυθμό, καθώς η περιορισμένη εγχώρια ρευστότητα και οι έλεγχοι κεφαλαίου θα εξακολουθήσουν να παρακωλύουν την ανάπτυξη. Κατά την άποψη της Citi, οι πιθανότητες για ένα τέταρτο μνημόνιο στα επόμενα ένα ή δύο χρόνια παραμένουν αρκετά υψηλές.