Από την έντυπη έκδοση
Της Δανάης Αλεξάκη
[email protected]
Δυνατές επιδόσεις αναμένεται να καταγράψει και φέτος το λιανεμπόριο ταχυκίνητων καταναλωτικών ειδών, με τα δύο σενάρια που επεξεργάστηκε η εταιρεία Nielsen να προβλέπουν αύξηση από 2,1% έως 6% στις πωλήσεις στο σύνολο του 2021.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε χθες η κ. Νικολέττα Σπερελάκη, NielsenIQ Client Business Partner, Retail Intelligence, στο συνέδριο «Shopper Trends 2021», για τις φετινές προβλέψεις εξετάστηκαν δύο διαφορετικά σενάρια. To πρώτο σενάριο, το «stay home», βασίζεται στην υπόθεση ότι όλη η χρονιά θα κυλήσει με ανάλογη πορεία από πέρυσι τον Μάρτιο, δηλαδή με μια οικονομία-ακορντεόν, με κλειστή εστίαση, τοπικά lockdowns και περιορισμένη τουριστική κίνηση. Το δυσμενές σενάριο προβλέπει αύξηση 6% στις πωλήσεις των ταχυκίνητων.
Το δεύτερο σενάριο, το «unlocked», βασίζεται στη λογική μιας υβριδικής επιστροφής σε κανονικότητα από το δεύτερο εξάμηνο του έτους (ανοιχτό λιανεμπόριο και εστίαση, πορεία εμβολιασμού σε ικανοποιητικό επίπεδο). Σε αυτό το πιο αισιόδοξο σενάριο για την οικονομία η πρόβλεψη για τον τζίρο των FMCGs θέλει τη μέση αύξηση να κυμαίνεται στο 2,1%.
Μέχρι στιγμής η πορεία στους πρώτους 2,5 μήνες του έτους (έως 14/3/2021) διατηρεί ανοδική τάση, με τα στοιχεία των μετρήσεων της Nielsen να υποδεικνύουν αύξηση 5,7% στις πωλήσεις των ταχυκίνητων καταναλωτικών ειδών.
Ρεκόρ δεκαπενταετίας
Η διατήρηση της κρίσης Covid19 εξακολουθεί να «πριμοδοτεί» το λιανεμπόριο τροφίμωνποτών, το οποίο πέρυσι κατέγραψε ρεκόρ δεκαπενταετίας, εμφανίζοντας σύμφωνα με τη Nielsen ρυθμό ανάπτυξης 8,8%. Σε ό,τι αφορά τις περσινές επιδόσεις, άξιο σχολιασμού είναι το γεγονός ότι οι δύο περίοδοι του lockdown είναι αυτές που συνεισφέρουν αθροιστικά τις 6,7 ποσοστιαίες μονάδες στη συνολική ετήσια αύξηση του 8,8%, δηλαδή πάνω από το 75% αυτής. Η έρευνα της Nielsen υποστηρίζει ότι όλη η ανάπτυξη των πωλήσεων είναι αποτέλεσμα της ζήτησης και όχι αύξησης των τιμών, με την αύξηση στους όγκους να διαμορφώνεται στο 9,2%, ενώ η μεταβολή των τιμών είναι αρνητική 0,5% για το σύνολο του έτους. Επίσης, η κ. Σπερελάκη υπογράμμισε ότι οι όποιες αποπληθωριστικές πιέσεις καταγράφηκαν στην αγορά δεν προκλήθηκαν ούτε από αύξηση της συμμετοχής της ιδιωτικής ετικέτας ούτε λόγω αύξησης της προωθητικής έντασης.
Προμηθευτές – Λιανέμποροι
Και την περσινή χρονιά η πίτα της εγχώριας κατανάλωση συγκεντρώθηκε ακόμα περισσότερο στα χέρια τριών αλυσίδων, ενώ σε ό,τι αφορά τους προμηθευτές οι κερδισμένοι της πανδημίας φέρεται να είναι οι μικροί παίκτες του κλάδου. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Nielsen, οι πέντε πιο μεγάλοι προμηθευτές, που πραγματοποίησαν το 18,8% των πωλήσεων, παρουσίασαν στο σύνολό τους πιο συγκρατημένη θετική τάση, ήτοι 6,5%, σε σχέση με αυτή της συνολικής αγοράς των FMCGs, που σημαίνει ότι έχασαν μερίδιο.
Οι δύο επόμενες ομάδες προμηθευτών, που κατατάσσονται από τη θέση 6 έως 10 και 11 έως 30, παρουσιάζουν ρυθμό ανάπτυξης 9,5% και 9% αντίστοιχα και ουσιαστικά «συντήρησαν» το μερίδιό τους στην αγορά. Την πιο θετική τάση καταγράφουν οι μικροί προμηθευτές από την 31η θέση και κάτω, που εμφάνισαν ρυθμό 12,3%, ενώ πραγματοποίησαν πάνω από το 1/3 του τζίρου της αγοράς. Η συντριπτική πλειονότητα των μικρών προμηθευτών αφορά ελληνικές εταιρείες.
Από την πλευρά των λιανεμπόρων (οι μετρήσεις περιλαμβάνουν και τη Lidl) οι τρεις πρώτοι παίκτες είχαν συμμετοχή 64,6% στον συνολικό τζίρο, ποσοστό το οποίο είναι ενισχυμένο κατά 1,4 ποσοστιαία μονάδα σε σχέση με το 2019.
Σε αντίθεση με την εικόνατων προμηθευτών, οι μεγάλοι παίκτες ενδυναμώθηκαν περαιτέρω εμφανίζοντας ρυθμό αύξησης 12,3%, καθώς απορρόφησαν ολοκληρωτικά τις απώλειες όλων των υπόλοιπων λιανεμπόρων. Ένας σημαντικός παράγοντας που ενίσχυσε τους τρεις ισχυρότερους παίκτες ήταν η διάρθρωση του δικτύου τους, καθώς διαθέτουν μεγάλα καταστήματα (hypermarket), τα οποία προτίμησαν οι καταναλωτές στο πλαίσιο της υγειονομικής κρίσης.
Οι επόμενοι τρεις παίκτες, που βρίσκονται στις θέσεις 4 έως 6 της κατάταξης, εμφάνισαν ρυθμό 7,6%, χάνοντας 0,4 μονάδα από τη συμμετοχή τους στον συνολικό τζίρο, που διαμορφώθηκε στο 21,4%. Συνολικά οι 6 μεγαλύτεροι λιανέμποροι πραγματοποίησαν το 86% του τζίρου της εγχώριας αγοράς.
Το καλάθι της νοικοκυράς
Η μέση μηνιαία δαπάνη στο καλάθι της νοικοκυράς αυξήθηκε πέρυσι κατά 5%, στα 290 ευρώ, αποτελώντας την υψηλότερη τιμή της τελευταίας πενταετίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε ο κ. Κωνσταντίνος Αγγελολουκάς, NielsenIQ Senior Sales & Engagement Executive, η μέση μηνιαία δαπάνη έχει αυξηθεί κατά 13 ευρώ σε σχέση με το 2019. Ουσιαστικά μιλάμε για «μεταμόρφωση» του καλαθιού σε καρότσι, με τη μέση αξία στα 82 ευρώ, ενισχυμένη κατά 17%, ενώ το καλάθι για τις καθημερινές και έκτακτες ανάγκες αγγίζει τα 54 ευρώ, σχεδόν διπλάσια επίδοση σε σχέση με το 2019. Συγκριτικά με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που διαμορφώνεται σε 307 ευρώ, η Ελλάδα παραμένει χαμηλότερα, αλλά έχει «καλύψει» αρκετή απόσταση, με τη θέση της χώρας στην κατάταξη να πλησιάζει πιο ώριμες αγορές, όπως της Γαλλίας και της Ολλανδίας.
Εκτοξεύθηκε το ηλεκτρονικό εμπόριο το 2020
Για το ηλεκτρονικό κανάλι το 2020 αποτελεί το εντυπωσιακό milestone, καθώς οι πωλήσεις εκτοξεύτηκαν στα 163 εκατ. ευρώ, με ρυθμό άνω του 260%. Σύμφωνα με την director of Product Innovation, Deputy-CEO της Convert Group, Έλενα Χαϊλαζοπούλου, η θετική τάση διατηρείται, αφού τα στοιχεία έως τις 20 Μαρτίου καταγράφουν αύξηση 339% στο κανάλι των ηλεκτρονικών αγορών σούπερ μάρκετ. Σύμφωνα με την ίδια, το ηλεκτρονικό καλάθι διαμορφώνεται σε 80 ευρώ κατά μέσο όρο και περιλαμβάνει 40 τεμάχια