«Βυθίζεται» όλο και περισσότερο η υπεραξία του κλάδου της εγχώριας ιχθυοκαλλιέργειας, εξαιτίας της αδυναμίας ολοκλήρωσης του Ειδικού Χωροταξικού Σχεδίου Ιχθυοκαλλιεργειών.
Μολονότι οι υφιστάμενοι παίκτες του κλάδου παλεύουν να διατηρήσουν αλώβητο το αφήγημα του «success story» της ελληνικής ιχθυοκαλλιέργειας, που εμφανίζει παραγωγική δυναμική 120 χιλ. τόνους και αξία που ξεπερνά τα 700 εκατ. ευρώ, η διατήρηση της «επενδυτικής βαθμίδας» της αγοράς απειλείται.
Η ελκυστικότητα του κλάδου σε νέους επενδυτές βαίνει μειούμενη, εξαιτίας του «εγκλωβισμού» των αναπτυξιακών σχεδίων στα «δίχτυα» της 15ετούς «εκκρεμότητας» θεσμοθέτησης των Περιοχών Ολοκληρωμένης Ανάπτυξης Υδατοκαλλιέργειας (ΠΟΑΥ).
Η διαδικασία της ολοκλήρωσης των ΠΟΑΥ παίρνει συνεχώς παρατάσεις, με την τελευταία να εκπνέει τον φετινό Νοέμβριο. Η σημασία, ωστόσο, της ενδυνάμωσης της υπεραξίας της αγοράς δεν περιορίζεται μονάχα στη θωράκιση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων, αλλά στην επισιτιστική εξασφάλιση πρωτεΐνης ψαριού, μέσα στη συγκυρία της κλιματικής κρίσης. Το μείζον ζήτημα για την αγορά είναι ο απεγκλωβισμός της από το παράδοξο της αδυναμίας ολοκλήρωσης ενός χωροταξικού σχεδιασμού, ο οποίος οφείλει κυρίαρχα να προστατέψει το περιβάλλον και να δημιουργήσει ένα βιώσιμο πεδίο για την δραστηριότητα.
Τι προβλέπεται
Το Ειδικό Χωροταξικό Σχέδιο Ιχθυοκαλλιεργειών αποτελεί στρατηγικό εργαλείο εθνικής εμβέλειας, θεσπίστηκε το 2011, ενώ οριστικοποιήθηκε το 2015. Απαιτεί τη θέσπιση προεδρικών διαταγμάτων, καθώς δεν αποτελεί έναν απλό πολεοδομικό κανονισμό αλλά μια σύνθετη μελέτη χωρικής οργάνωσης, που λαμβάνει υπόψη πολλαπλές παραμέτρους (περιβαλλοντικούς, βιωσιμότητα, τοπική κοινωνία). Αποτελεί το μοναδικό χωροταξικό στον πρωτογενή τομέα και ένα από τα λιγοστά που φέρουν την έγκριση του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Το Σχέδιο προβλέπει τη θεσμοθέτηση 25 Περιοχών Οργανωμένης Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών (ΠΟΑΥ), εκ των οποίων 23 για την ιχθυοκαλλιέργεια και 2 για τη μυδοκαλλιέργεια. Μέχρι σήμερα, έχουν υπογραφεί συνολικά 8 Π.Δ. για δημιουργία ΠΟΑΥ, εκ των οποίων ένα αφορά στη μυδοκαλλιέργεια στην Πιερία και εφτά την ιχθυοκαλλιέργεια στις περιοχές: Κεφαλονιά, Οξειά, Χαλκιδική, Θεσπρωτία, Μέγαρα, Αιτωλοακαρνανία και Εύβοια. Από τα 17 εκκρεμή Π.Δ., τρία, σε Σαλαμίνα, Πόρο και Βοιωτία, βρίσκονται από το 2024 σε ώριμο στάδιο αλλά παραμένουν ανυπόγραφα, εξέλιξη που αποδίδεται εν μέρει και στις έντονες αντιδράσεις από τις τοπικές κοινωνίες, όπως π.χ. στον Πόρο, που «φρενάρουν» τις διαδικασίες. Ειδικά στην περίπτωση του Πόρου, τον Αύγουστο υπήρξε αρνητική γνωμοδότηση από το Κεντρικό Συμβούλιο Πολεοδομικών Θεμάτων και Αμφισβητήσεων (ΚΕΣΥΠΟΘΑ) επί της στρατηγικής μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων και μένει να φανεί εάν θα την κάνει αποδεκτή το υπουργείο Περιβάλλοντος.
Κοινοτικά κονδύλια
Η ολοκλήρωση των ΠΟΑΥ είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τους στόχους που προβλέπονται στο Πολυετές Στρατηγικό Σχέδιο για την Ανάπτυξη Υδατοκαλλιεργειών 2021-2030, βάσει των οποίων η Κοινότητα ορίζει τα κονδύλια που εγκρίνει για την Ελλάδα. Το πολυετές σχέδιο, μεταξύ άλλων, προβλέπει ανάπτυξη της εγχώριας παραγωγής 3% ετησίως και 5% το τελευταίο έτος. Πάνω σε αυτά τα δεδομένα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε για την Ελλάδα στο πρόγραμμα του Ευρωπαϊκού Ταμείου Θάλασσας, Αλιείας και Υδατοκαλλιέργειας (ΕΤΘΑΥ) συνολικά κονδύλια 519,6 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων 363,7 εκατ. ευρώ αποτελούν τη συνεισφορά της Ε.Ε. Το 25% των κονδυλίων, ήτοι περί τα 130 εκατ. ευρώ (εκ των οποίων 91 εκατ. ευρώ αφορούν κοινοτική συμμετοχή), αφορά επενδύσεις στη βιώσιμη υδατοκαλλιέργεια, στη μεταποίηση και την εμπορία.
Η απορροφητικότητα των εν λόγω κονδυλίων εστιάζει εκ των πραγμάτων μονάχα στη στεριά, δηλαδή σε επενδύσεις που αφορούν τη μεταποίηση και τη συσκευασία, καθώς, χωρίς την ύπαρξη ΠΟΑΥ, δεν μπορεί να δοθεί άδεια όχι μονάχα για δημιουργία νέων μονάδων αλλά ούτε για επέκταση υφιστάμενων. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι η Avramar, ο μεγαλύτερος παίκτης στην αγορά -που δημιουργήθηκε το 2020, μετά τη συγχώνευση των εταιρειών Ανδρομέδα, Νηρεύς, Σελόντα-, είχε προβλέψει επενδύσεις ύψους 120 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων έχουν προωθηθεί μόνο όσες αφορούν συσκευαστήρια και μεταποίηση, ήτοι περί τα 40 εκατ. ευρώ.
Αντίστοιχα, η Ιχθυοτροφεία Κεφαλονιάς έβαλε φέτος τον Ιούλιο στον «πάγο» τον επενδυτικό σχεδιασμό της πενταετίας 2025-2029, ύψους 18 εκατ. ευρώ, καθώς δεν προωθούνται οι απαραίτητες αδειοδοτήσεις. Αυτή τη στιγμή, όλοι οι εν δυνάμει επενδυτικοί φάκελοι που αφορούν αναπτυξιακούς σχεδιασμούς έχουν προκύψει μετά από εξαγορές, καθώς δεν υπάρχουν νέοι επενδυτές στον κλάδο. Ακόμα και η είσοδος της Aqua Bridge πραγματοποιείται μέσω της επικείμενης εξαγοράς της Avramar.
Τεχνογνωσία υπάρχει
Η τεχνογνωσία της Ελλάδας στο θέμα της ιχθυοκαλλιέργειας θεωρείται δεδομένη, με τον κλάδο βέβαια να έχει επαναπαυθεί στις «δάφνες» του τα τελευταία χρόνια περιορίζοντας την επένδυση στο RnD. Αυτή η τεχνογνωσία, ωστόσο, παραμένει μεγάλο asset για εν δυνάμει ενδιαφερόμενους επενδυτές στον κλάδο της αγροδιατροφής, ωστόσο το ανοιχτό θέμα της χωροταξίας τούς οδηγεί στο να στρέψουν αλλού το ενδιαφέρον τους.
Αγορές όπως Ισπανία ή και Ιταλία μπορεί να καταστούν εξίσου ελκυστικές στη μεσογειακή ιχθυοκαλλιέργεια, πολλώ δε μάλλον η Τουρκία που, μέσα σε διάστημα 20 ετών, από μηδενική παραγωγή, έχει καταστεί ηγέτης στην παραγωγή τσιπούρας-λαβρακίου, με capacity 300 χιλ. τόνων. Από το 2011, στην Ελλάδα έχουν αλλάξει έξι κυβερνήσεις, ωστόσο τα Π.Δ. «λιμνάζουν» στα υπουργικά συρτάρια. Τα συναρμόδια υπουργεία Περιβάλλοντος (επισπεύδον) και το Αγροτικής Ανάπτυξης αποδίδουν τις πολύμηνες διαδικασίες για την έγκριση των ΠΟΑΥ στην υποστελέχωση των αρμόδιων υπηρεσιών, ωστόσο δεν προωθείται η ενίσχυση αυτών των τμημάτων.
Ένα ακόμα ζήτημα για τις ΠΟΑΥ είναι η αντίληψη, ότι, μόλις αυτές ολοκληρωθούν, οι εγκεκριμένες περιοχές θα γεμίσουν με κλωβούς. Στην πράξη, η διαδικασία αδειοδότησης νέας μονάδας ή επέκταση υφιστάμενης είναι πολύπλοκη. Μια ΠΟΑΥ ορίζει συγκεκριμένα στίγματα, στα οποία μπορούν να αναπτυχθούν μονάδες ιχθυοκαλλιέργειας με συγκεκριμένο αριθμό κλωβών και ψαριών και συγκεκριμένη απόσταση από οικιστικές ή τουριστικές εγκαταστάσεις, ενώ ο «κόφτης» σε ό,τι αφορά περιβαλλοντική επιβάρυνση, π.χ. ύπαρξη λειμώνων Ποσειδωνίας, είναι ξεκάθαρος.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Ελληνικής Οργάνωσης Παραγωγών Υδατοκαλλιέργειας (ΕΛΟΠΥ), Απόστολο Τουραλιά, «μια επιχείρηση, προκειμένου να πάρει άδεια, οφείλει να ακολουθήσει όλη τη διαδικασία, η οποία, σε γενικές γραμμές, προβλέπει: σύνταξη στρατηγικής μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων, η οποία μπορεί να πάρει δύο χρόνια, καθώς κάποιες μετρήσεις είναι εποχικές. Παράλληλα, συντελείται δημόσια διαβούλευση. Η ΣΜΠΕ προωθείται σε 18 υπηρεσίες, οι οποίες πραγματοποιούν αυτοψίες. Κατόπιν, περνά στα περιφερειακά συμβούλια και ακολουθεί η έγκριση από δύο υπηρεσιακά συμβούλια, μέχρι να σταλεί για υπογραφή στους 2 αρμόδιους υπουργούς. Τις υπογραφές ακολουθεί νέος έλεγχος από το ΣτΕ, για να δώσει έγκριση».