Η μόχλευση, οι αναντιστοιχίες ρευστότητας και η διασυνδεσιμότητα παραμένουν ευπάθειες των μη τραπεζικών ιδρυμάτων και μπορούν να επηρεάσουν τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, αναφέρει σε νέα έκθεσή του το Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου.
Το ESRB δημοσίευσε χθες την έκθεση «EU Non-bank Financial Intermediation Risk Monitor 2025» (NBFI Monitor), στην οποία επισημαίνονται οι βασικοί κυκλικοί και διαρθρωτικοί κίνδυνοι που σχετίζονται με τα μη τραπεζικά ιδρύματα, δηλαδή τα investment funds και τα λοιπά χρηματοοικονομικά ιδρύματα που διαχειρίζονται περιουσιακά στοιχεία.
Η μόχλευση, οι αναντιστοιχίες ρευστότητας και η διασυνδεσιμότητα παραμένουν βασικές διαρθρωτικές ευπάθειες σε ολόκληρο τον τομέα των μη τραπεζικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, αναφέρει η έκθεση. Αν και συνήθως συνδέεται με οργανισμούς εναλλακτικών επενδύσεων, η υψηλή μόχλευση είναι επίσης διαδεδομένη σε οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ).
Κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα
Οι διαρθρωτικές ευπάθειες των μη τραπεζικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ενίσχυση των κυκλικών κινδύνων για τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος της ΕΕ, τονίζει η έκθεση, δεδομένων των συνεχιζόμενων μακροοικονομικών προκλήσεων και της αυξημένης μεταβλητότητας των αγορών.
Συγκεκριμένα, οι ευπάθειες που συνδέονται με τις αναντιστοιχίες ρευστότητας και τη διασυνδεσιμότητα εντός του τομέα των μη τραπεζικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων είναι αυτές που ενδέχεται να μεγιστοποιήσουν τις πιέσεις στην αγορά και να αποσταθεροποιήσουν το ευρύτερο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Παράλληλα, συμπληρωματικά φαίνεται πως λειτουργούν, σύμφωνα με την έκθεση, οι εν εξελίξει γεωπολιτικές εντάσεις, καθώς οι αυστηρότερες χρηματοοικονομικές συνθήκες και οι υποτονικές προοπτικές ανάπτυξης υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο επιδεινώσουν τους πιστωτικούς κινδύνους και τους κινδύνους της αγοράς.
Όλο αυτό μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικές απώλειες και να ασκήσει πίεση στους μη τραπεζικούς χρηματοπιστωτικούς διαμεσολαβητές που ασχολούνται με τη μετατροπή ρευστότητας, τονίζει η έκθεση, ενώ αφορά κυρίως εκείνους που έχουν συγκεντρώσει όλη τους την έκθεση σε μετοχές τεχνολογικών εταιρειών ή εμπορικά ακίνητα των ΗΠΑ ή σε εκείνους που εξαρτώνται από υψηλή μόχλευση.
Γι’ αυτό το λόγο, η ανάλυση υποδεικνύει την ανάγκη ενίσχυσης των προσομοιώσεων ακραίων καταστάσεων και ενσωμάτωσης δεδομένων σε επίπεδο συναλλαγών, προκειμένου να διαχειριστούν καλύτερα οι συστημικοί κίνδυνοι και να διασφαλιστεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Στα 50,7 τρισεκ. ευρώ τα περιουσιακά στοιχεία τους
Σύμφωνα με την έκθεση, το 2024, το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων των investment funds και των λοιπών χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων (OFIs) αυξήθηκε σε ιστορικό υψηλό ύψους 50,7 τρισεκ. ευρώ. Τα investment funds και τα OFIs είναι κατά 20% μεγαλύτερα από τον τραπεζικό τομέα όσον αφορά τα περιουσιακά στοιχεία. Η αύξηση αυτή αντανακλά, όπως αναφέρει το ESRB, κυρίως τις επιπτώσεις της αποτίμησης, με τα διαχειριζόμενα assets μετοχών να αυξάνονται σημαντικά λόγω της ανόδου των αποτιμήσεων των μετοχών τεχνολογικών εταιρειών των ΗΠΑ.
Παράλληλα, οι πιστώσεις που χορηγήθηκαν από μη τραπεζικά ιδρύματα αυξήθηκαν επίσης το 2024 με τις μη τραπεζικές πηγές να φτάσουν να αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 23% του συνόλου των πιστώσεων προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις (NFC).