Skip to main content

«Οι πιο αποφασιστικοί επενδυτές θα ηγηθούν στο νέο περιβάλλον»

Από την έντυπη έκδοση

Tης Σοφίας Εμμανουήλ
[email protected]

«Το 2020 θα είναι μια θετική χρονιά για την οικονομία και το επιχειρηματικό περιβάλλον εάν συνεχιστούν με συνέπεια οι μεταρρυθμίσεις και εάν επιταχυνθούν οι επενδύσεις» τονίζει στη «N» ο κ. Νικήτας Κωνσταντέλλος, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος των εταιρειών ICAP, κάνοντας μια αποτίμηση των εξελίξεων στην οικονομία σε συνδυασμό με τις εξελίξεις στην εταιρεία που διοικεί τα τελευταία 13 από τα 55 συνολικά έτη παρουσίας της στην αγορά.

«Οι περισσότεροι δείκτες επισημαίνουν ότι τόσο η οικονομία όσο και το επιχειρηματικό κλίμα έχουν βελτιωθεί αισθητά, αλλά απέχουμε αρκετά από μια δυναμική ανάπτυξη με διάρκεια» εξηγεί. Αναφέρει ως ενδεικτικό το γεγονός ότι ενώ από τη μία μεριά ακούμε από Ευρωπαίους αξιωματούχους και μεγάλους οίκους αξιολόγησης θετικά σχόλια για τη δημοσιονομική πρόοδο που έχουμε επιτύχει, από την άλλη οι ίδιοι παράγοντες είναι φειδωλοί σε κινήσεις που θα επιταχύνουν την ανάπτυξη στη χώρα μας, τονίζοντας ότι πρέπει πρώτα να συνεχίσουμε δυναμικά τις μεταρρυθμίσεις και τη σημαντική μείωση της γραφειοκρατίας.

«Γενικότερα πιστεύω ότι υπάρχουν πολλές ευκαιρίες και είναι ο κατάλληλος χρόνος να προχωρήσουν οι εταιρείες πιο αποφασιστικά σε επενδύσεις. Οι περισσότεροι διστάζουν ακόμα, αλλά αρκετοί προχωρούν και είναι αυτοί που θα ηγηθούν στο νέο περιβάλλον που διαμορφώνεται» προσθέτει.

Ανάπτυξη από το 1964

Ο κ. Κωνσταντέλλος περιγράφει την αγορά κάνοντας ταυτόχρονα μια αναδρομή στην πορεία της ICAP, από το 1964, όταν ομάδα Ελλήνων και ξένων επιχειρηματιών ιδρύει την ICAP ΕΛΛΑΣ ΕΠΕ. 

Από τότε που κυκλοφόρησε ο 1ος Ελληνικός Οικονομικός Οδηγός έως σήμερα, 55 χρόνια μετά, η εταιρεία καταγράφει συνεχή αναπτυξιακή πορεία κι έχει εξελιχθεί σε έναν όμιλο επιχειρήσεων του οποίου οι ρυθμοί ανάπτυξης και η κερδοφορία επιταχύνονται, παρά τις προκλήσεις στο επιχειρηματικό περιβάλλον. Από μία εταιρεία με δραστηριότητα στην τοπική αγορά μέχρι το 2006 έχει εξελιχθεί σε υπερεθνική, καθώς στην ομπρέλα της ICAP ανήκουν σήμερα 16 εταιρείες και ο όμιλος έχει πλέον παρουσία σε 5 χώρες (Ελλάδα, Βουλγαρία, Ρουμανία, Σερβία και Κύπρο). Στο ίδιο διάστημα έχει πολλαπλασιάσει τον κύκλο εργασιών και το ανθρώπινο δυναμικό της.

Ειδικότερα, οι εργαζόμενοι από 280 πριν από 14 χρόνια σήμερα ανέρχονται σε 1.100 (πλέον των 2.900 απασχολούνται σε εγκαταστάσεις πελατών μέσω των υπηρεσιών outsourcing), ενώ οι πωλήσεις έχουν εκτιναχθεί από 18 εκατ. ευρώ το 2006 σε 96 εκατ. ευρώ το 2019, με βάση τις προβλέψεις. Υπενθυμίζεται ότι το 2007 πλειοψηφικό πακέτο μετοχών της εταιρείας απέκτησε το SEEF Fund της Global Finance, ενώ συμμετέχει και ο όμιλος ασφάλισης πιστώσεων Coface. Διατηρεί τη μεγαλύτερη βάση δεδομένων (8,7 εκατ.) για επιχειρήσεις στην Ελλάδα και στα Βαλκάνια, ενώ μέσω της συνεργασίας της με την Dun & Bradstreet παρέχει πληροφορίες για οποιαδήποτε εταιρεία στον κόσμο.

Επιστρέφει η εμπιστοσύνη

Πριν από λίγες ημέρες ανακοίνωσε το αποτέλεσμα της επεξεργασίας 11.397 ισολογισμών επιχειρήσεων (εξαιρουμένων τραπεζών-ασφαλειών) απ’ όπου προκύπτει μια σταθερή βελτίωση επιδόσεων την τελευταία τετραετία. Για το 2018 ο κύκλος εργασιών του συνόλου των εταιρειών σημείωσε αύξηση κατά 9,8% ανερχόμενος σε 138,4 δισ. ευρώ με τα συνολικά καθαρά κέρδη (προ φόρων) να διαμορφώνονται σε 5,6 δισ. ευρώ, εμφανίζοντας ετήσια αύξηση 11,5%. Θετικά είναι τα μηνύματα και αναφορικά με το 2019, όπως προκύπτουν από τα οικονομικά αποτελέσματα 154 εισηγμένων εταιρειών (εξαιρουμένων των τραπεζών), όπου σημειώνεται αύξηση κύκλου εργασιών κατά 2,5% το α’ εξάμηνο, αύξηση των EBITDA κατά 7,5% και σημαντική διεύρυνση της κερδοφορίας κατά 43%. 

O κ. Κωνσταντέλλος σχολιάζει, μεταξύ άλλων, ότι για το 2018 η άνοδος της κερδοφορίας προέρχεται από τους τομείς του εμπορίου, των υπηρεσιών και του τουρισμού. Λαμβάνοντας υπόψη και τα πρώτα μηνύματα του 2019 διαπιστώνει ότι η επάνοδος της ελληνικής οικονομίας σε θετική τροχιά επιδρά θετικά στην ελληνική επιχειρηματικότητα και αυτό αποτυπώνεται στα οικονομικά αποτελέσματα. Τονίζει ωστόσο ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις μπορούν και πρέπει να ενισχύσουν περισσότερο την ανταγωνιστικότητά τους, δημιουργώντας μεγαλύτερες προοπτικές για το μέλλον. Προσθέτει ότι η περαιτέρω βελτίωση του οικονομικού κλίματος, η διατήρηση της εγχώριας οικονομίας σε αναπτυξιακό ρυθμό με τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων και η προσέλκυση περισσότερων επενδύσεων σίγουρα θα συμβάλουν προς αυτή την κατεύθυνση και θα ενισχύσουν τις επιχειρηματικές προσδοκίες.

Καθώς όμως η χρηματοδότηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας περνά μέσα από το τραπεζικό σύστημα οι εξελίξεις γύρω από το σχέδιο διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων επιδρούν στην ανάπτυξη των επιχειρήσεων. Ρωτήσαμε τον κ. Κωνσταντέλλο σχετικά με το εγχείρημα και τις προσδοκίες που καλλιεργούνται στην αγορά. Όπως σημειώνει, «για την επιτυχία του μεγάλου αυτού εγχειρήματος, απαιτείται εξειδικευμένη τεχνογνωσία, τεχνολογία και διάθεση για συνεργασία.

Το σύνθετο αυτό περιβάλλον διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων περιλαμβάνει διατραπεζικές πλατφόρμες, εξωδικαστικούς συμβιβασμούς, πώληση χαρτοφυλακίων, διαχειριστές των απαιτήσεων, δικηγορικά γραφεία, εταιρείες ενημέρωσης και ξένους επενδυτές». Μιλώντας, μέσα από τη δραστηριότητα της ICAP, σημειώνει μεταξύ άλλων ότι τα μαζικά χαρτοφυλάκια δανείων και οφειλετών αναλύονται με μεθόδους predictive analytics, ενώ η πιστοληπτική αξιολόγηση (Credit Rating) τίτλων που αποτελούνται από χαρτοφυλάκια κόκκινων δανείων αξιολογείται βάσει εξειδικευμένης επιστημονικής μεθοδολογίας και από υψηλά καταρτισμένους αναλυτές. 

Tέλος, κατά την περίοδο της κρίσης, οπότε αναδείχθηκαν οι παραπάνω ανάγκες στην αγορά, τόσο στην ICAP όσο και στις υπόλοιπες εταιρείες δοκιμάστηκαν οι αντοχές και οι ικανότητες της ηγεσίας. Σχετικά, ο κ. Κωνσταντέλλος συνοψίζει τα στοιχεία του ικανού ηγέτη: «Πρέπει να έχει όραμα και σχέδιο για την επόμενη μέρα και την ικανότητα να εμπνέει τους ανθρώπους του, δίνοντας πρώτος το παράδειγμα με πάθος και σκληρή δουλειά. Κυρίως, όμως, πρέπει να διαθέτει σωματική και ψυχική αντοχή. Η ανθεκτικότητα εξάλλου είναι απαραίτητη όχι μόνο για να τα καταφέρει ο ίδιος ο ηγέτης, αλλά και για να οδηγήσει τον οργανισμό να αντεπεξέλθει στις δυσκολίες των καιρών…».

«Η περαιτέρω βελτίωση του οικονομικού κλίματος, η διατήρηση της εγχώριας οικονομίας σε αναπτυξιακό ρυθμό με τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων και η προσέλκυση περισσότερων επενδύσεων σίγουρα θα συμβάλουν προς αυτή την κατεύθυνση και θα ενισχύσουν τις επιχειρηματικές προσδοκίες».

«Τα μαζικά χαρτοφυλάκια δανείων και οφειλετών αναλύονται με μεθόδους predictive analytics, ενώ η πιστοληπτική αξιολόγηση (Credit Rating) τίτλων που αποτελούνται από χαρτοφυλάκια κόκκινων δανείων αξιολογείται βάσει εξειδικευμένης επιστημονικής μεθοδολογίας και από υψηλά καταρτισμένους αναλυτές».

Ο κρίσιμος πυλώνας στρατηγικής 

Σύμφωνα με τον κ. Κωνσταντέλλο, στην ψηφιακή εποχή η καινοτομία βρίσκεται ψηλά στην επιχειρηματική ατζέντα καθώς οικοδομεί ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα για τις επιχειρήσεις. Ταυτόχρονα, η ανάταξη της εθνικής οικονομίας μετά την οικονομική κρίση και ο επαναπροσδιορισμός του παραγωγικού μοντέλου, με έμφαση στην ανάπτυξη επιστημονικής γνώσης και τεχνολογίας βασίζονται εν πολλοίς στις επιχειρήσεις, καθώς αποτελούν τον πιο κατάλληλο κοινωνικό εταίρο για να ενισχυθεί η απασχόληση, ιδίως του ανθρώπινου δυναμικού υψηλής εξειδίκευσης.

Με βάση τα πιο πρόσφατα στοιχεία εθνικών ερευνών που διενεργεί το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης σε συνεργασία με την ΕΛΣΤΑΤ και αφορούν την επιχειρηματική καινοτομία, το ποσοστό των καινοτόμων ελληνικών επιχειρήσεων κυμαίνεται στο 60% (57,7% την περίοδο 2014-2016, με άνοδο 6,7 ποσοστιαίων μονάδων σε σχέση με την τριετία 2012-2014). Στην Ελλάδα η έρευνα αφορά 11.000 περίπου ελληνικές επιχειρήσεις με 10 εργαζόμενους και άνω, σε διάφορους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας.

Η καινοτομία αποτελεί προφανώς κρίσιμο πυλώνα στρατηγικής για όλες τις επιχειρήσεις στην ψηφιακή εποχή, με τις καινοτόμες εταιρείες να υπεραποδίδουν έναντι ομοειδών εταιρειών του ανταγωνισμού. Την άποψη αυτή ενστερνίζεται ο κ. Κωνσταντέλλος, που προτεραιοποιεί, όπως λέει, τον συγκεκριμένο πυλώνα στην εταιρεία του. 

Στο πλαίσιο αυτό «η ICAP εφαρμόζει μια πρακτική δημιουργίας δύο νέων υπηρεσιών ετησίως σε καθεμία από τις 25 περίπου επιχειρηματικές μονάδες που διαθέτει». «Δημιουργούμε δηλαδή γύρω στις 50 νέες υπηρεσίες κάθε χρόνο» προσθέτει αναφερόμενος επίσης στους στόχους στους οποίους δεσμεύθηκε η διοίκηση για να φτάσει να εδραιώσει τη θέση της εταιρείας πάνω από μισό αιώνα στον κλάδο των επαγγελματικών υπηρεσιών.