Τoυ Ευάγγελου Αποστολάκη, βουλευτή Επικρατείας – πρώην υπουργού Εθνικής Άμυνας, επίτιμου αρχηγού ΓΕΕΘΑ
ΜΕ ΤΗ ΛΙΒΥΗ να βρίσκεται σε μακρά φάση επαναχάραξης των εσωτερικών της ισορροπιών και τις σχέσεις Τουρκίας-Αιγύπτου να εξομαλύνονται σε αμοιβαία βάση, η Άγκυρα στρέφει πλέον το βλέμμα της ανατολικότερα.
Οι τελευταίες ενδείξεις και κυρίως η επίσημη απάντηση του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών στην τουρκική Εθνοσυνέλευση, που είδε τη δημοσιότητα τον Ιούλιο, επιβεβαιώνουν αυτό που ήδη ξεκίνησε να διαμορφώνεται: η Τουρκία εξετάζει το ενδεχόμενο να υπογράψει συμφωνία θαλάσσιας δικαιοδοσίας με τη Συρία ή, πιο σωστά, με το κομμάτι εκείνο της συριακής πραγματικότητας που είναι ικανό να διαπραγματευτεί.
ΚΑΙ ΜΠΟΡΕΙ μια τέτοια πιθανή συμφωνία μεταξύ Τουρκίας και Συρίας να μην έχει άμεση νομική εμπλοκή με την Ελλάδα, καθώς τα όρια των δύο χωρών δεν γειτνιάζουν, ωστόσο η κίνηση αυτή αποκτά βαρύνουσα σημασία, καθώς συνδέεται με τη συνεχιζόμενη τουρκική προσπάθεια να οικοδομήσει ένα πλέγμα διμερών «νομιμοφανών» συμφωνιών στην Ανατολική Μεσόγειο – από τη Λιβύη και τη Συρία έως την κατεχόμενη βόρεια Κύπρο.
Δεν θα πρόκειται απλώς για διπλωματική κίνηση αλλά για επέκταση του αφηγήματος της «Γαλάζιας Πατρίδας», με στόχο να εδραιώσει μια αλυσίδα επιρροής, που παρακάμπτει το διεθνές δίκαιο για μια ακόμη φορά.
ΣΤΟ ΕΠΙΣΗΜΟ έγγραφο του τουρκικού ΥΠΕΞ γίνεται αναφορά στο ότι τα όρια των θαλάσσιων ζωνών μεταξύ Τουρκίας και Συρίας «δεν έχουν ακόμα καθοριστεί».
Η φράση αυτή δεν είναι απλώς τεχνική ή περιγραφική, αλλά συνιστά άνοιγμα διαπραγμάτευσης για το επόμενο βήμα της Άγκυρας στη νομιμοποίηση των αξιώσεών της στην Ανατολική Μεσόγειο, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που το έπραξε το 2019, με το τουρκολιβυκό μνημόνιο.
Η ΣΥΓΚΡΙΣΗ δεν είναι θεωρητική. Όπως τότε υπέγραψε με μια μεταβατική κυβέρνηση στη Λιβύη, έτσι και σήμερα διερευνά πιθανούς τρόπους, αρκεί να συντρέχει η δυνατότητα συμφωνίας ad hoc.
Πρόκειται για σταθερό μοτίβο της τουρκικής στρατηγικής: επιλογή αποσταθεροποιημένων κρατών, με στόχο τη δημιουργία διμερών συμφωνιών, που της προσδίδουν νομιμοφάνεια και γεωπολιτικό βάθος.
ΟΡΙΣΜΕΝΟΙ κύκλοι στην Τουρκία -όπως προκύπτει από ρεπορτάζ του φιλοκυβερνητικού Τύπου- προτείνουν μάλιστα εμπλοκή και της κατεχόμενης Κύπρου, ώστε να ενισχυθεί το αφήγημα περί «τριμερούς νομιμοποίησης» και συνέχειας της «Γαλάζιας Πατρίδας» ως
περιφερειακού project, όχι διμερούς αυθαιρεσίας.
Η ΑΓΚΥΡΑ δεν προσπαθεί να αξιοποιήσει το Δίκαιο της Θάλασσας για να προωθήσει δικαιώματα αλλά το αποσταθεροποιημένο γεωπολιτικό περιβάλλον για να παράγει τετελεσμένα.
Η προσέγγισή της είναι πραγματιστική: εφόσον μια συνομιλία μπορεί να οδηγήσει σε συμφωνία -ανεξαρτήτως της διεθνούς αναγνώρισης του συνομιλητή-, τότε αυτή η συμφωνία μπορεί να «παράγει δικαιώματα» και να ενσωματωθεί στον χάρτη της.
ΑΞΙΟΣΗΜΕΙΩΤΟ είναι ότι ο Χακάν Φιντάν, απαντώντας στη σχετική ερώτηση, απέρριψε κάθε ευρωπαϊκή εμπλοκή, λέγοντας ότι πρόκειται για ζήτημα «δύο κυρίαρχων κρατών», στο
οποίο «δεν χωρά εξωτερική παρέμβαση».
Αντίστοιχα, τουρκικά δημοσιεύματα κάνουν λόγο και για επικείμενο πλαίσιο ναυσιπλοΐας και αδειοδότησης δραστηριοτήτων, εντός των υπό διαπραγμάτευση ζωνών. Αν η Τουρκία αποκτήσει ρόλο στον καθορισμό διαδρομών πλοίων και υπεράκτιων δραστηριοτήτων μέσω συμφωνίας με τη Συρία, τότε η ισορροπία στην Ανατολική Μεσόγειο δεν θα αλλάξει μόνο
σε επίπεδο δικαιωμάτων αλλά και σε επίπεδο πράξεων.
Θα έχει αποκτήσει έναν ακόμη κρίκο σε μια αλυσίδα πρακτικής επιρροής.
ΣΕ ΑΥΤΟ το περιβάλλον, δεν αρκεί να δηλώνουμε πως διατηρούμε «λειτουργικό διάλογο». Ο διάλογος είναι χρήσιμος και σίγουρα η Ελλάδα έχει κάνει κάποια σωστά βήματα: κατέθεσε δικό της σχέδιο για τα θαλάσσια πάρκα στην Ε.Ε., κινείται ξανά προς την κατεύθυνση της Λιβύης, διατηρεί επαφές με την Τουρκία σε στρατιωτικό και πολιτικό επίπεδο.
ΑΥΤΟΣ ο τρόπος σκέψης της Τουρκίας, τον οποίο προφανώς και η Ελλάδα υποτίμησε το 2019, επανέρχεται σήμερα πιο μεθοδευμένος και πιο ώριμος.
Η διεθνής κοινότητα και πρωτίστως η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει επιτέλους να αναγνωρίσει εγκαίρως ότι το ζήτημα δεν είναι μόνο νομικό, αλλά βαθιά γεωπολιτικό.