Τoυ Χρήστου Γούλα, PhD, γενικού διευθυντή του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ
Η ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑΣ για τους εργαζόμενους δεν ανήκε ποτέ μόνο στη σφαίρα της μνήμης.
Μαζί της έφερνε πάντα έναν ισχυρό συμβολισμό, που υπενθύμιζε ότι οι αγώνες των εργαζομένων δεν ήταν μόνο διεκδικήσεις δικαίου, αλλά και πράξεις στρατηγικής για το μέλλον.
Οι εργαζόμενοι δεν περιόρισαν τις διεκδικήσεις τους στο οκτάωρο ή στο δικαίωμα της απεργίας: άνοιξαν δρόμους για κοινωνίες περισσότερο δημοκρατικές, ανθεκτικές και δημιουργικές.
Κι αν δείχνει κάτι η ιστορία της μισθωτής εργασίας, είναι ότι οι μεγάλες αλλαγές δεν ξεκινούν με τη μοιρολατρική αποδοχή του πολιτικά «ρεαλιστικού», αλλά με τη διεκδίκηση του οραματικά αναγκαίου.
ΣΗΜΕΡΑ, Η ΕΡΓΑΣΙΑ μετασχηματίζεται ριζικά και με ρυθμούς πρωτοφανείς. Η τεχνολογική πρόοδος, η πράσινη μετάβαση, η αναδιάταξη των παγκόσμιων αλυσίδων παραγωγής και η πίεση για βιωσιμότητα μεταβάλλουν όχι μόνο το περιεχόμενο των επαγγελμάτων, αλλά και την ίδια τη σχέση ανθρώπου και εργασίας.
Νέες δεξιότητες γίνονται κρίσιμες, παραδοσιακές ειδικότητες επαναπροσδιορίζονται ή περιθωριοποιούνται, ενώ η ζήτηση για επαγγέλματα της γνώσης και της δημιουργικότητας αυξάνεται.
ΟΙ ΝΕΟΙ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ δεν παρακολουθούν παθητικά αυτές τις αλλαγές. Εκπαιδεύονται, προσαρμόζονται ενεργητικά και αναζητούν όχι απλώς μια οποιαδήποτε θέση εργασίας, αλλά έναν ενεργό ρόλο σε ένα μέλλον με αξιοπρέπεια, ασφάλεια και προοπτική εξέλιξης.
Η απαίτηση για ποιοτικότερη εργασία -εργασία δημιουργική, ασφαλή, με δίκαιες αμοιβές και δυνατότητες επαγγελματικής ανάπτυξης δεν είναι μια ρομαντική διεκδίκηση.
Είναι ζωτική ανάγκη και θεμέλιο για μια οικονομία που δεν θα αναπαράγει την υπερεκμετάλλευση, αλλά θα επενδύει στη βιώσιμη δημιουργία πλούτου και την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής.
ΩΣΤΟΣΟ, ΕΝΩ η εργασία εξελίσσεται, μεγάλο μέρος της επιχειρηματικότητας παραμένει αδρανές, αγκυλωμένο σε ξεπερασμένες πρακτικές χαμηλού κόστους και βραχυπρόθεσμης «ευελιξίας».
Ξεπερασμένα μοντέλα, που στηρίζονται στη συμπίεση του κόστους εργασίας, στη χαμηλή προστιθέμενη αξία της παραγωγής, προβάλλονται ως «ρεαλιστικές» επιλογές, αδυνατώντας να αντιληφθούν την κλίμακα και τη φύση των αλλαγών που συντελούνται παγκοσμίως.
Το αποτέλεσμα δεν είναι απλώς η στασιμότητα, είναι η όξυνση νέων ανισοτήτων, πιο βαθιών και πιο ανθεκτικών στον χρόνο.
ΟΙ ΝΕΕΣ ΑΝΙΣΟΤΗΤΕΣ έχουν υλική και κοινωνική διάσταση: η πρόσβαση στη γνώση, στις δεξιότητες, στις ευκαιρίες απασχόλησης και στην επαγγελματική ανέλιξη δεν κατανέμεται ισότιμα.
Εκείνοι που έχουν τη δυνατότητα και τα μέσα να επενδύσουν στη συνεχή αναβάθμιση των προσόντων τους προοδεύουν, ενώ οι υπόλοιποι κινδυνεύουν να παγιδευτούν σε χαμηλής ειδίκευσης, χαμηλά αμειβόμενες και επισφαλείς θέσεις εργασίας.
Ιδιαίτερα οι νέοι, παρά το υψηλό μορφωτικό τους επίπεδο, αντιμετωπίζουν ένα μέλλον συχνά κατώτερο των δυνατοτήτων και των φιλοδοξιών τους.
ΑΝΤΙ ΝΑ ΕΠΙΤΑΧΥΝΟΥΝ μια στρατηγική μετάβαση, οι δημόσιες αναπτυξιακές πολιτικές -με ελάχιστες εξαιρέσεις- εγκλωβίζονται σε μια λογική διεκπεραιωτικής διαχείρισης της «σταθερότητας».
Λείπει ένα συνεκτικό στρατηγικό σχέδιο που να επενδύει συντεταγμένα στη γνώση, στην καινοτομία και στην αναβάθμιση της εργασίας.
Κυριαρχεί η λογική της άτολμης συντήρησης και της εξισορρόπησης, ενώ ο κόσμος γύρω μεταβάλλεται με εκρηκτικούς ρυθμούς.
ΟΜΩΣ Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ είναι αμείλικτη: η αναγκαία μετάβαση σε ένα δίκαιο, ποιοτικό και βιώσιμο παραγωγικό μοντέλο δεν είναι πλέον επιλογή, αλλά όρος επιβίωσης και προόδου.
ΧΡΕΙΑΖΟΜΑΣΤΕ ένα νέο παραγωγικό υπόδειγμα, άξιο των ικανοτήτων και των φιλοδοξιών των εργαζομένων της χώρας. Ένα παραγωγικό υπόδειγμα:
- Που θα επενδύει συστηματικά στην ανθρώπινη εργασία, στη συνεχή αναβάθμιση δεξιοτήτων και στην ανάπτυξη της δημιουργικότητας.
- Που θα ενσωματώνει τη γνώση και την καινοτομία όχι περιθωριακά, αλλά ως κεντρικούς μοχλούς της παραγωγικής διαδικασίας.
- Που θα διαχέει την ανάπτυξη και δεν θα αναπαράγει αποκλεισμούς και περιθωριοποιήσεις.
- Που θα αντιμετωπίζει τους εργαζόμενους όχι ως «πρόβλημα προς επίλυση», αλλά ως το βασικό στρατηγικό πλεονέκτημα για ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο εργασίας.
Η ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ, η κοινωνική συνοχή και η ανάπτυξη δεν είναι απομονωμένες επιδιώξεις.
Είναι αλληλένδετα θεμέλια κάθε κοινωνίας που θέλει να είναι δίκαιη και κάθε οικονομίας που φιλοδοξεί να είναι βιώσιμη, ανθεκτική και προσανατολισμένη στο μέλλον.
Η ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ του 2025 υπενθυμίζει ότι καμία ιστορική πρόοδος δεν υπήρξε αυτονόητη.
Κάθε πρόοδος ήταν αποτέλεσμα αγώνα και επιμονής απέναντι σε συνθήκες αδράνειας ή αντίστασης στην αλλαγή.
Οι εργαζόμενοι και σήμερα προχωρούν μπροστά, αναζητώντας τρόπους να διαμορφώσουν το μέλλον τους σε έναν κόσμο που αλλάζει.
ΑΚΟΜΑ ΚΙ ΟΤΑΝ αναγκάζονται να δίνουν τη μάχη του αυτονόητου απέναντι σε αντιλήψεις και πρακτικές εγκλωβισμένες στον προηγούμενο αιώνα.
Καθημερινές μάχες για ουσιαστικές συλλογικές συμβάσεις, για μισθούς αξιοπρέπειας, για ασφαλείς συνθήκες εργασίας.
ΤΟ ΚΡΙΣΙΜΟ ερώτημα είναι αν οι πολιτικές και οικονομικές ηγεσίες θα σταθούν στο ύψος της ιστορικής στιγμής, αν θα τολμήσουν να ανταποκριθούν στις ανάγκες και τις δυνατότητες του σήμερα, ή αν θα περιοριστούν στην υπεράσπιση ενός παρελθόντος που ήδη υποχωρεί.
Το μέλλον δεν περιμένει. Το γράφουν εκείνοι που τολμούν να δουν μακρύτερα και να δράσουν αποφασιστικά.