Skip to main content

Η πράσινη ανάκαμψη και οι δράσεις της Τράπεζας της Ελλάδος

Της Θεοδώρας Αντωνακάκη*

Στη σημερινή συγκυρία, η πανδημία Covid-19 έχει δημιουργήσει μια τεράστια πρόκληση για τις οικονομίες και τις κοινωνίες σε ολόκληρο τον κόσμο. Όμως αυτό δεν είναι λόγος για να εκτροχιαστεί η παγκόσμια προσπάθεια για τον περιορισμό της υπερθέρμανσης του πλανήτη και την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών προκλήσεων. Αντιθέτως, τα προγράμματα ανάκαμψης προσφέρουν την ευκαιρία να ευθυγραμμιστούν στενότερα οι δημόσιες πολιτικές με τους κλιματικούς στόχους. Έτσι, οι επενδύσεις μπορούν να προσανατολιστούν σε τομείς και τεχνολογίες που επιταχύνουν την ενεργειακή μετάβαση, βελτιώνουν την ανθεκτικότητα και αντιμετωπίζουν τις πιεστικές περιβαλλοντικές προκλήσεις.

Ήδη σε αντίστοιχο πλαίσιο κινείται η κοινή, σε επίπεδο Ε.Ε., δράση με τη δημιουργία του αναπτυξιακού ταμείου, όπου αναμένεται να δαπανηθεί πάνω από το 1/3 των αντίστοιχων εθνικών προγραμμάτων ανάκαμψης σε πολιτικές που συνδέονται με την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, σε συνέχεια της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και της στρατηγικής της Ε.Ε. ώστε η Ευρώπη να γίνει η πρώτη κλιματικά ουδέτερη ήπειρος έως το 2050. Αντίστοιχα, το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης θα στηρίξει τη μετάβαση περιοχών ιδιαίτερα εξαρτημένων από τον άνθρακα σε νέες μορφές οικονομικής δραστηριότητας, καθώς είναι σημαντικό στην πορεία προς το 2050 για μία κλιματικά ουδέτερη Ευρώπη να μη μείνει κανείς πίσω.

Στο πλαίσιο αυτό, το χρηματοπιστωτικό σύστημα μπορεί να συνεισφέρει σημαντικά μέσα από την προσαρμογή της επιχειρηματικής στρατηγικής και των καθιερωμένων πρακτικών. Σε αυτή την κατεύθυνση, ο ΟΗΕ, μέσω του Finance Initiative του Προγράμματος Περιβάλλοντος, UNEP FI, προτείνει αρχές αειφορίας για τη λειτουργία του χρηματοπιστωτικού συστήματος, της σύγχρονης τραπεζικής, ασφαλιστικής και επενδυτικής πρακτικής.

Πιο συγκεκριμένα, για τον τραπεζικό τομέα, πριν από έναν περίπου χρόνο, υπεγράφησαν οι Αρχές Υπεύθυνης Τραπεζικής του UNEP FI, με στόχο να προσδιοριστεί ο ρόλος και οι ευθύνες του τραπεζικού τομέα στη διαμόρφωση ενός βιώσιμου μέλλοντος.

Σήμερα, ένα χρόνο μετά, σχεδόν 200 ιδρύματα διεθνώς έχουν υιοθετήσει τις Αρχές, οι οποίες διευκολύνουν τις τράπεζες να θέσουν στόχους αειφορίας και διαφάνειας, να εντάξουν μετρήσιμους περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς στόχους στη στρατηγική τους, να ελέγχουν και να υπολογίζουν την επίδραση των χρηματοδοτήσεών τους και να δημοσιοποιούν και να βελτιώνουν τον αντίκτυπό τους, θετικό ή αρνητικό, στην κοινωνία και το περιβάλλον.

Η Τράπεζα της Ελλάδος είναι η πρώτη κεντρική τράπεζα παγκοσμίως που προσυπέγραψε τις Αρχές αυτές, ενώ συμμετέχει επίσης και σε αντίστοιχες πρωτοβουλίες κεντρικών τραπεζών, όπως το Network of Central Banks and Supervisors for Greening the Financial System. Πρόκειται για ένα δίκτυο που έχει συσταθεί με σκοπό την ενίσχυση της παγκόσμιας προσπάθειας για την επίτευξη των στόχων της Συμφωνίας των Παρισίων και την ενδυνάμωση του ρόλου του χρηματοπιστωτικού συστήματος στη βιώσιμη και αειφόρο ανάπτυξη.

Στην ίδια κατεύθυνση, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) στηρίζει ενεργά τις πρωτοβουλίες για τη μετάβαση σε μία πράσινη οικονομία. H Christine Lagarde, Πρόεδρος της ΕΚΤ, δήλωσε πρόσφατα ότι η ΕΚΤ θα διερευνήσει κάθε δυνατή οδό προκειμένου να αντιμετωπίσει την κλιματική αλλαγή. Είναι επίσης γνωστό ότι ένα από τα θέματα της εξεταζόμενης, αυτήν την περίοδο, στρατηγικής της ΕΚΤ είναι οι κίνδυνοι που δημιουργούνται από την κλιματική αλλαγή στην επίτευξη των στόχων της σταθερότητας του γενικού επιπέδου των τιμών και της χρηματοοικονομικής σταθερότητας, και οι τρόποι αντιμετώπισής τους.

Σημαντικό ρόλο στην τρέχουσα συνθήκη έχουν και οι αγορές ιδιωτικής ασφάλισης, καθώς μπορούν να απορροφούν, μέσω των αντίστοιχων ασφαλιστικών προϊόντων, τις ζημίες που προκαλούνται από ακραία κλιματικά φαινόμενα και να συμβάλλουν στην ενίσχυση τωνκλιματικών πολιτικών, μέσω της προσεκτικής επιλογής των επενδύσεών τους, με έμφαση σε δραστηριότητες που υποστηρίζουν το μετριασμό και την προσαρμογή στη μεταβολή του κλίματος.

Αυτή τη στιγμή, μεγάλο μέρος της παγκόσμιας χρηματοδότησης για την κλιματική δράση προορίζεται για το μετριασμό της κλιματικής αλλαγής. Επιτακτική είναι όμως και η χρηματοδότηση της ανθεκτικότητας και των έργων προσαρμογής στις μεταβολές του κλίματος, τη στιγμή που μεγάλο ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού αντιμετωπίζει ήδη τις συνέπειες των ακραίων καιρικών φαινομένων. Σύμφωνα με έκθεση της Global Commission on Adaptation, την οποία υπογράφουν ο Ban Kimoon, η Kristalina Georgieva και ο Bill Gates, οι επενδύσεις που χρειάζονται για την ενίσχυση της παγκόσμιας ανθεκτικότητας και την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή φτάνουν τα 1,8 τρισ. δολάρια, τα οποία μέσα στην επόμενη δεκαετία υπολογίζεται πως θα συμβάλουν σε 7,1 τρισ. δολάρια τριπλού οφέλους – οικονομικό όφελος από τη μείωση του κλιματικού κινδύνου, την αποφυγή ζημιών και εν τέλει το συνολικό περιβαλλοντικό και κοινωνικό όφελος.

Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η Τράπεζα της Ελλάδος συνεχίζει την ενασχόλησή της με τα θέματα της προσαρμογής, μέσα από πρωτοβουλίες όπως η συμμετοχή της στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα LIFE IP – AdaptInGr Boosting the implementation of adaptation policy across Greece (www.adaptivegreece.gr). Το οκταετές αυτό πρόγραμμα αποτελεί σήμερα το σημαντικότερο εθνικό έργο για την προσαρμογή της χώρας στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Τελεί υπό το συντονισμό του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, με τη συμμετοχή 19 φορέων, μεταξύ άλλων, της Ακαδημίας Αθηνών, του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, Περιφερειών και Δήμων της χώρας. Στους βασικούς στόχους του προγράμματος εντάσσεται η δημιουργία ενός αποτελεσματικού μηχανισμού παρακολούθησης, αξιολόγησης και επικαιροποίησης δράσεων και πολιτικών προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή και η υλοποίηση έργων επίδειξης σε Περιφέρειες και Δήμους της χώρας, σε τομείς προτεραιότητας, όπως διαχείριση κινδύνων πλημμύρας, διαχείριση παράκτιας ζώνης, δασικές πυρκαγιές σε περιοχές επιρρεπείς στην ξηρασία, διαχείριση υδατικών πόρων, πολεοδομικός σχεδιασμός και αστικές αναπλάσεις.