Skip to main content

«Bad Blue Boys»: Οι φασίστες οπαδοί της Ντιναμό Ζάγκρεμπ

Facebook/Bad Blue Boys Pictures

Η ιστορία της Ντιναμό και των BBB χαρακτηρίζεται από ακραίο εθνικισμό, συνεχείς πολιτικές παρεμβάσεις και ένα ανεπαρκώς επεξεργασμένο παρελθόν υπό φασιστική κυριαρχία.

Σεπτέμβρης του 2022: Εκατοντάδες αφηνιασμένοι οπαδοί της Ντιναμό Ζάγκρεμπ παρελαύνουν στους δρόμους του Μιλάνου χαιρετώντας φασιστικά, λίγο πριν τον αγώνα με τη Μίλαν για το Champions League. Είναι ο φασιστικός χαιρετισμός των Ουστάσα, των Κροατών συνεργατών των Ναζί στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ενας χαιρετισμός, που δεν μπορεί να διακριθεί από τον χιτλερικό χαιρετισμό και είναι το «σήμα κατατεθέν» των “Bad Blue Boys”, των φανατικών οπαδών της Ντιναμό.

Κατά τη διάρκεια του αγώνα στο Μιλάνο, η ιταλική αστυνομία συνέλαβε μάλιστα 23 οπαδούς της Ντιναμό για κατοχή μαχαιριών και ροπάλων. Σε 19 Κροάτες χούλιγκαν απαγορεύτηκε να επιστρέψουν στην Ιταλία για ένα χρόνο, για παραβίαση της δημόσιας ασφάλειας, αλλά το περιστατικό αποσιωπήθηκε από την UEFA.

Η Ντιναμό δεν έχει τιμωρηθεί για τη συμπεριφορά των οπαδών της, ούτε έχουν ανακοινωθεί έρευνες.

Οταν μάλιστα, μία από τις σημαντικότερες αρχές της UEFA είναι ο διαχωρισμός του ποδοσφαίρου από την πολιτική. Κάθε σύλλογος που συμμετέχει σε μια διοργάνωση της UEFA ευθύνεται για «τη διάδοση προκλητικών μηνυμάτων κάθε είδους που είναι ακατάλληλα για αθλητικό γεγονός, ιδίως για μηνύματα πολιτικού, ιδεολογικού, θρησκευτικού ή προσβλητικού περιεχομένου», όπως ρητά αναφέρεται στους κανονισμούς της ευρωπαικής ομοσπονδίας ποδοσφαίρου.

Δυστυχώς, το διοικητικό όργανο του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου δεν παίρνει πάντα πολύ σοβαρά τους δικούς του κανόνες συμπεριφοράς.

Φασιστική συμπεριφορά

Ωστόσο, τα επεισόδια στο Μιλάνο δεν ήταν δυστυχώς ασυνήθιστα για τους «BBB».Τα τελευταία χρόνια οι βιαιότητες και οι ρατσιστικές επιθέσεις ήταν επίσης συχνά η καθημερινότητα για τους Bad Blue Boys.

Το  2018 περίπου 15 μέλη των Bad Blue Boys» που ζούσαν σε γερμανόφωνες χώρες καταδικάστηκαν στο Σάλτσμπουργκ για φασιστική συμπεριφορά, αφού πόζαραν σε μια ομαδική φωτογραφία στο Theatergasse του Σάλτσμπουργκ με τον χαιρετισμό των “Ουστάσα”. Όταν η Ναζιστική Βέρμαχτ κατέλαβε την Γιουγκοσλαβία το 1941, το Ζάγκρεμπ έγινε το κέντρο ενός κροατικού υποτελούς κράτους της Χιτλερικής Γερμανίας. Το φασιστικό κίνημα των Ουστάσα με επικεφαλής τον Άντε Πάβελιτς κυβέρνησε αυτό το κράτος δικτατορικά – ένα σκοτεινό κεφάλαιο στην ιστορία της Κροατίας που στοίχισε τη ζωή σε εκατοντάδες χιλιάδες Σέρβους και δεκάδες χιλιάδες Εβραίους και Ρομά.

Wikimedia Commons/Bjz

Η ιστορία της Ντιναμό και των BBB χαρακτηρίζεται άλλωστε από ακραίο εθνικισμό, συνεχείς πολιτικές παρεμβάσεις και ένα ανεπαρκώς επεξεργασμένο παρελθόν υπό φασιστική κυριαρχία – τα “Bad Blue Boys” είναι απλώς το επιστέγασμα όλων αυτών των προβλημάτων.

Μόλις γεννήθηκαν, οι BBB παρασύρθηκαν άλλωστε από τον ανεμοστρόβιλο της ιστορίας.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, ο νέος κυρίαρχος στο Βελιγράδι, Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, ονειρευόταν μια «Μεγάλη Σερβία» που θα κάλυπτε τα δύο τρίτα της ομοσπονδίας, ενώ στη γειτονική Κροατία, οι βουλευτικές εκλογές της 6ης Μαΐου 1990 έφεραν την εξουσία στον  εθνικιστή Φράνιο Τούτζμαν.

Τα μέλη των  BBB υποστηρίζουν τον Τούτζμαν και τις φιλοδοξίες του για ανεξαρτησία της Κροατίας.

Πόλεμος μετά από αγώνα

Πολλοί θα πουν μάλιστα ότι ο πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία ξεκίνησε πραγματικά στις 13 Μαΐου 1990, μια εβδομάδα μετά την εκλογή του Τούτζμαν. Εκείνο το βράδυ, στο γήπεδο Μάξιμιρ του Ζάγκρεμπ, η Ντιναμό φιλοξένησε τον Ερυθρό Αστέρα Βελιγραδίου και μαζί τους και τους χούλιγκαν της ομάδας.Από τη σερβική πλευρά, τα συνθήματα που ακούγονταν  ήταν: «Θα σκοτώσουμε τον Τούτζμαν » ή «Το Ζάγκρεμπ είναι Σερβικό».

Οι Κροάτες απάντησαν με βρισιές και …καρέκλες. Ο αγωνιστικός χώρος σύντομα κατακλύστηκε από την αστυνομία . Ο Ζβόνιμιρ Μπόμπαν, 21 ετών τότε και αρχηγός της Ντιναμό, κλωτσάει έναν Γιουγκοσλάβο αστυνομικό που επιτέθηκε σε έναν Κροάτη οπαδό. Αποτελέσματα της βραδιάς: ακυρώθηκε ο αγώνας, 147 τραυματίες και ένας «εθνικός ήρωας»:Διότι αν η χειρονομία του Μπόμπαν , μπορεί να του κόστισε έξι μήνες αποκλεισμό και τη θέση του στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Ιταλίας, αλλά θα θεωρηθεί από ορισμένους Κροάτες εθνικιστές ως ο δράστης του πρώτου χτυπήματος στη Σερβία, στον πόλεμο για την ανεξαρτησία της Κροατίας.

Όταν ξέσπασε το 1991, αφού η Κροατία κήρυξε μονομερώς την ανεξαρτησία της, οι εθνικοί ανταγωνισμοί προστέθηκαν στις αθλητικές αντιπαλότητες και, από κάθε πλευρά, οι χούλιγκαν πήραν τα όπλα. Οι Bad Blue Boys, παρέμειναν πιστοί στον Πρόεδρο Τούτζμαν  και ήταν οι πρώτοι που κατατάχθηκαν μαζικά στον εκκολαπτόμενο κροατικό στρατό.

Η εκτέλεση του Ντάνιτς

Η εξύμνηση του φασιστικού καθεστώτος των Ουστάσα από τους Bad Blue Boys, που συνεχίζεται μέχρι σήμερα, είναι επίσης δύσκολο να γίνει κατανοητή, επειδή μία από τις πολλές φρικαλεότητες που διέπραξαν οι Κροάτες φασίστες Ουστάσα στο Ζάγκρεμπ ήταν η δημόσια εκτέλεση του Σέρβου ποδοσφαιριστή, Σβέτοτσαρ Ντάνιτς, που έπαιζε στην Γκραντάνσκι, όπως ονομαζόταν τότε η Ντιναμό.

Ο Ντάνιτς είχε χαρακτηριστεί ως το μεγαλύτερο ταλέντο στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο από τον τότε προπονητή του Μάρτον Μπούκοβι. Στις 15 Ιουνίου 1941, ο Ντάνιτς, που ήταν μόλις  24 ετών, έπαιξε το τελευταίο του παιχνίδι για την εθνική ομάδα της Γιουγκοσλαβίας, την ήττα 5-1 από τη Ναζιστική Γερμανία στη Βιέννη.

Αμέσως μετά την επιστροφή του από τον διεθνή αγώνα στο Ζάγκρεμπ, ο Ντάνιτς συνελήφθη από τους φασίστες Ουστάσα. «Συνεργασία με κομμουνιστές» ήταν η κατηγορία. Μετά από μια συνοπτική δίκη, ο Ντάνιτς εκτελέστηκε μαζί με άλλους 7.000 αντιφασίστες,υ διανοούμενους και ύποπτους κομμουνιστές στο δάσος Ντόρτσινα, στο κέντρο του Ζάγκρεμπ.

Σήμερα, στο πάρκο Ντόρτσινα, υπάρχει ένα μνημείο στη μνήμη του Ντάνιτς και των χιλιάδων άλλων θυμάτων των Ουστάσα. Λίγο περισσότερο όμως από τρία χιλιόμετρα μακριά, οι «Bad Blue Boys» γιορτάζουν τους δολοφόνους του Ντάνιτς εβδομάδα με την εβδομάδα στο στάδιο Μάξιμιρ της Ντιναμό.

Σκληροί εθνικιστές

Οι «Bad Blue Boys» εμφανίστηκαν για πρώτη φορά το 1986 ως συγκροτημένη ομάδα. Πήραν το όνομά του από την ταινία του Χόλιγουντ «Bad Boys» με πρωταγωνιστή τον Σον Πεν.

Ακόμη και τότε, οι «Bad Blue Boys» ήταν σκληροί εθνικιστές και αποτελούσαν μέρος του κινήματος ανεξαρτησίας της Κροατίας από την πάλαι ποτέ ενωμένη Γιουγκοσλαβία, στα τέλη της δεκαετίας του ’80. Υποστηρικτής και μάλιστα δημοσίως των  Bad Blue Boys υποστήριξε επίσης τον Φράνιο Τούντμαν, ο οποίος εξελέγη πρώτος πρόεδρος της ανεξάρτητης Κροατίας στις αρχές της δεκαετίας του 1990.

Με την έναρξη του Κροατικού πολέμου το 1991, διαλύθηκε το Γιουγκοσλαβικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου, το οποίο θεωρούνταν ένα από τα ισχυρότερα πρωταθλήματα στην Ευρώπη εκείνη την εποχή. Στη συνέχεια, η Ντιναμό άλλαξε πολλά ονόματα – γιατί ο τίτλος της θύμιζε …κομμουνισμό και το 1992 ονομάστηκε  HASK Gradanski.

Τελικά, από το 2000 η κροατική ομάδα ονομάστηκε ξανά Ντιναμό.

Σχέσεις με τη μαφία

Η ιστορία της Ντιναμό μετά την αλλαγή της χιλιετίας συνδέεται με τον αμφιλεγόμενο επιχειρηματία  Ζντράβκο Μάμιτς που εξελέγη Πρόεδρος της ομάδας το 2003. Ο Μάμιτς διοικούσε από τότε τον σύλλογο με δικτατορικό τρόπο. Η πρώτη του πράξη εκείνη την εποχή ήταν να πετάξει έξω όλα τα μέλη της επιτροπής των 50 ατόμων που τον καταψήφισαν – και αυτό ήταν απλώς μια γεύση από το τι θα έπρεπε να αντέξει η Ντιναμό τα επόμενα 13 χρόνια.

Διατηρώντας στενές σχέσεις με τη μαφία-όπως γράφει η Deutsche Welle – ο Μάμιτς κυριαρχούσε και στο πολιτικό τοπίο της Κροατίας.Θεωρούνταν μάλιστα «ανέγγιχτος» για πολλά χρόνια, λόγω της εγγύτητάς του με το δικαστικό σώμα.

Facebook/Bad Blue Boys Pictures

Όλοι οι παίκτες που είχαν συμβόλαιο με τη Ντιναμό είχαν και ιδιωτικό με τον Μάμιτς. Το συμβόλαιο του πρώην επιθετικού της ομάδας της Κροατίας, Εντουάρντο, ανέφερε ότι έπρεπε να μεταφέρει το 50 % των συνολικών(!) κερδών της καριέρας του στον Μάμιτς.Το  2009 όμως ο Εντουάρντο μήνυσε τον Μάμιτς και κατόρθωσε να κερδίσει τη δίκη.

Αλλά ο Μάμιτς λέγεται ότι διέπραξε σοβαρά εγκλήματα με μεταγραφικά κέρδη : ο Λούκα Μόντριτς, ο Βέντραν Κορλούκα, ο Ματέο Κόβατσιτς και ο Ντέγιαν Λόβρεν ήταν μόνο μερικοί αυτοδημιούργητοι παίκτες του Ζάγκρεμπ που η Ντιναμό πούλησε επί Μάμιτς για συνολικά πάνω από 55 εκατομμύρια ευρώ.

Σύμφωνα με κροατικά μέσα ενημέρωσης, στη Ντιναμό έμεινε μόνο με ένα κλάσμα από τις μεταγραφές καθώς η πλειονότητα των χρημάτων πήγε απευθείας στις τσέπες του Μάμιτς, όντας ανενόχλητος  από την κροατική οικονομική εποπτική αρχή.

Για να μπορέσει να ελέγξει καλύτερα τις μεταγραφικές κινήσεις του Ζάγκρεμπ, ο Μάμιτς τοποθέτησε επίσης τον αδελφό του Ζόραν ως αθλητικό διευθυντή του συλλόγου από το 2007. Τον Νοέμβριο του 2015, ο Mamic συνελήφθη τελικά με την κατηγορία της φορολογικής απάτης και του εκβιασμού. λίγους μήνες αργότερα παραιτήθηκε από πρόεδρος της Ντιναμό. Καταδικάστηκε σε εξήμισι χρόνια φυλάκιση στην Κροατία το 2018 για απάτη στις μεταγραφές των Μόντριτς και Λόβρεν. Ωστόσο, μία ημέρα πριν από την ανακοίνωση της ετυμηγορίας, ο Μάμιτς κατέφυγε στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, όπου από τότε ζει ελεύθερος.