Του Μιχάλη Διακομιχάλη
Καθηγητή στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών, Διεθνές Πανεπιστήμιο Ελλάδος
Παρά τη συνεχή ετήσια αύξηση των επισκεπτών που επιλέγουν την Ελλάδα για τις διακοπές τους, ιδιαίτερα στα μετά Covid έτη, η πραγματική συμβολή του τουρισμού στα μακροοικονομικά μεγέθη της χώρας απέχει πολύ από το επιθυμητό επίπεδο, και από αυτό των πραγματικών δυνατοτήτων της. Παράλληλα, η αύξηση των αφίξεων δεν συντελείται χωρίς κόστος για τους μόνιμους κατοίκους των τουριστικών προορισμών της χώρας. Τα τελευταία χρόνια, όλο και πιο συχνά εμφανίζονται διάφορα προβλήματα σε σημαντικούς ή και σε λιγότερο ανεπτυγμένους τουριστικούς προορισμούς της χώρας. Τα προβλήματα αυτά, όμως, μπορεί να διογκώνονται και να γίνονται γνωστά λόγω του μεγάλου αριθμού των τουριστών που τα βιώνει, αλλά επηρεάζουν αν όχι περισσότερο, τουλάχιστον εξίσου και τους μόνιμους κατοίκους.
Ενδεικτικά αναφέρονται τα παρακάτω σοβαρά προβλήματα:
” Υδροδότηση: Σε Ρόδο, Σαντορίνη, Κρήτη εμφανίζεται αυξημένη ζήτηση κατά την τουριστική περίοδο, με αυξήσεις στην κατανάλωση νερού πάνω από 100% από το 2017 έως το 2021, διαπιστώνεται υπερφόρτωση στα δίκτυα ύδρευσης με πολλές διακοπές στην παροχή νερού που προκαλούν πονοκέφαλο, ενώ πάντα ελλοχεύει ο κίνδυνος εξάντλησης υδάτινων πόρων.
” Αποχέτευση και ρύπανση: Στη Μύκονο κατέρρευσε το σύστημα αποχέτευσης σε περίοδο τουριστικής αιχμής, προκλήθηκε ρύπανση ακτών, και απαγορεύτηκε το κολύμπι.
” Απορρίμματα: Τεράστια προβλήματα από τα σκουπίδια στην Κέρκυρα, καθώς χιλιάδες τόνοι απορριμμάτων έχουν καταλάβει ολόκληρες γειτονιές, δρόμους και πλατείες. Καταγγελίες και διαμαρτυρίες από τους καταστηματάρχες στην περιοχή του Νιοχωριού, στη Ρόδο, εκεί όπου δραστηριοποιείται μεγάλος αριθμός τουριστικών επιχειρήσεων και πολλά καταστήματα εστίασης.
” Ηλεκτροδότηση με σοβαρά προβλήματα σε Ύδρα, Σκόπελο, Τήνο και άλλα νησιά, και περιοχές της Αττικής, από επαναλαμβανόμενες και πολύωρες διακοπές ρεύματος, που προκαλούν διακοπές και στην υδροδότηση, με τεράστιες ζημιές και επιβαρύνσεις για επιχειρήσεις και κατοίκους.
” Το πρόβλημα στέγης σε πολύ τουριστικά νησιά (Ρόδος, Κως, Σαντορίνη, Μύκονος, κ.λπ.), που οδηγεί σε εξαθλίωση τους εργαζόμενους σε τουριστικές επιχειρήσεις αφού στεγάζονται π.χ. σε κοντέινερ στη Μύκονο, σε σκηνές και παραπήγματα που θυμίζουν εικόνες από τριτοκοσμικές χώρες, δίχως βασικές υποδομές (πρόσβαση σε τουαλέτα, κλιματισμός) για τους ξενοδοχοϋπαλλήλους που προορίζονται να σερβίρουν, να καθαρίσουν, να εξυπηρετήσουν.
Παράλληλα, προκαλεί απόγνωση στους δημοσίους υπαλλήλους το υψηλό κόστος των ενοικίων, και ακόμα περισσότερο η έλλειψη στέγης, αφού οι ιδιοκτήτες επιλέγουν την τουριστική εκμετάλλευση των σπιτιών τους που τους αποφέρει περισσότερα έσοδα.
Τα μηνύματα από τα ενδεικτικά προβλήματα που αναφέρθηκαν και που δυστυχώς ισχύουν και για άλλα νησιά και πόλεις, συνθέτουν ένα ισχυρό καμπανάκι για το μέλλον του τουρισμού στην Ελλάδα, που αναδεικνύει ότι οι φυσικοί πόροι και οι υποδομές σε πολλούς τουριστικούς προορισμούς της χώρας έχουν ξεπεράσει τα όρια αντοχής τους. Η φέρουσα ικανότητα σε πολλά νησιά υπολείπεται των αυξημένων αναγκών σε νερό, ενέργεια, επεξεργασία λυμάτων και απορριμμάτων, στην αιχμή της τουριστικής περιόδου, με αρνητικές συνέπειες όχι μόνο για τους τουρίστες αλλά και για τους μόνιμους κατοίκους. Η πιεστική αύξηση της ζήτησης σε λίγους μήνες υπερφορτώνει τις υποδομές και υπονομεύει την κοινωνική συνοχή, προκαλώντας αύξηση στα ενοίκια, και σε έλλειψη στέγης. Κυρίως, δε, υποβαθμίζει την ποιότητα ζωής, τόσο για τους μόνιμους κατοίκους και τους εργαζόμενους σε τουριστικές επιχειρήσεις, όσο και για τους επισκέπτες.
Το συμπέρασμα για την ποιότητα του τουρισμού της Ελλάδας συνοψίζεται στα εξής:
1) Η χώρα σαν τουριστικό προϊόν «πουλιέται» σε χαμηλή τιμή, γιατί δεν ενσωματώνει τα πολύτιμα προϊόντα της, το μίγμα Πολιτισμού, Φιλοσοφίας, Τεχνών, Μυθολογίας, Ιστορίας, Λαογραφίας, Κουλτούρας, Γαστρονομίας, Φύσης και Περιβάλλοντος, κ.λπ., εμμένοντας στο κλασικό και τετριμμένο μοντέλο των τεσσάρων S (Sun, Sand, Sea, Sex), που απέχει ακόμα αρκετά από το μοντέλο των 4 Ε (Environment, Educational, Event, Entertainment).
2) Οι οικονομικές επιδράσεις είναι αρκετά μικρότερες από τις εκτιμώμενες, αφού η καταναλωτική κουλτούρα της προτίμησης των εισαγωγών για τις αναγκαίες εισροές των τουριστικών επιχειρήσεων ξεπερνά αυτή των μόνιμων κατοίκων που επίσης προτιμούν εισαγόμενα προϊόντα αντί εγχωρίων.
3) Το αλόγιστο κυνήγι της αύξησης των ετήσιων επισκεπτών της χώρας συμπιέζει τις φυσικές, χωροταξικές, και παραγωγικές δυνατότητες, που οδηγούν σε μείωση της ποιότητας, κατά κεφαλή δαπάνης, εσόδων και δυσμενή επιβάρυνση της ποιότητας ζωής μονίμων κατοίκων και επισκεπτών. Μια ολιστική τουριστική πολιτική, με στόχο την ποιότητα έναντι της ποσότητας, είναι βέβαιο ότι θα μπορούσε όχι απλά να συμβάλει με πολλαπλάσια οφέλη στην εθνική οικονομία, αλλά και στην ανασυγκρότηση και ανάταση της χώρας.
Οι πρακτικές προτάσεις για τη συγκράτηση της πίεσης σε υποδομές και την αναστροφή των αρνητικών συνεπειών του τουρισμού μπορούν να συνοψιστούν στα παρακάτω τρία βήματα, με παράλληλη στόχευση την προσέλκυση υψηλότερου οικονομικού επιπέδου τουριστών που θα είναι διατεθειμένοι να δαπανήσουν περισσότερα για να απολαύσουν ποιοτικότερα αγαθά και υπηρεσίες.
1. Εφαρμογή και λειτουργία του Δορυφόρου Λογαριασμού Τουρισμού (ΔΛΤ) με παράλληλη συλλογή δεικτών φέρουσας ικανότητας (π.χ. νερό/ημέρα/τουρίστα, απορρίμματα/τουρίστα, ημέρες αδυναμίας/ δυσκολίας στην παροχή υπηρεσιών σε κατοίκους/τουρίστες κ.ά.).
2. Καθορισμός ορίων με συμμετοχική διαδικασία, για να μετατραπούν οι δείκτες φέρουσας ικανότητας σε πρακτικά όρια (ημερήσια ή εποχικά), με συσχετισμό των οικονομικών ωφελειών (από τον Δορυφόρο Λογαριασμό Τουρισμού).
3. Εφαρμογή πολιτικών, όπως ορισμός δυναμικών τελών, ορίων παραμονής κρουαζιερόπλοιων, επενδύσεις υποδομών, με παράλληλη διαρκή αξιολόγηση με τη χρήση του Sustainable Tourism Development Index (SΤDI) (Diakomihalis & Diakomichalis, 2023) για συνεχή αναπροσαρμογή μέτρων και πολιτικών.
Συμπερασματικά, ο ΔΛΤ και η Φέρουσα Ικανότητα είναι συμπληρωματικά εργαλεία, αφού ο ΔΛΤ προσδιορίζει τα οικονομικά οφέλη, ενώ η φέρουσα ικανότητα προσδιορίζει τα όρια που μπορεί να φτάσει και να υποστηρίξει ένας προορισμός, χωρίς να κινδυνεύει να υποβαθμιστεί. Ο δείκτης SΤDI που συνδυάζει ΔΛΤ και Φέρουσα Ικανότητα, μπορεί να προσδιορίσει το τεκμηριωμένο πλαίσιο για τουριστική πολιτική που θα καθορίζει τη βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη, στηριζόμενη στην ποιότητα, διασφαλίζοντας την ισορροπία μεταξύ οικονομίας, κοινωνίας και περιβάλλοντος, καθιστώντας τους προορισμούς βιώσιμους τόπους για τους κατοίκους τους. Ας γίνει πεποίθηση όλων ότι δεν μπορεί να υπάρξει βιώσιμος τουρισμός χωρίς βιώσιμες κοινωνίες.