Δεν «έχει αξιολογηθεί πλήρως ούτε η τεχνοοικονομική πολυπλοκότητα του εγχειρήματος της τροποποίησης ενός εν εξελίξει ναυπηγικού προγράμματος, ούτε η διεθνής συγκυρία στην παγκόσμια αγορά αμυντικού υλικού, ούτε και τα διδάγματα από τις πρόσφατες συγκρούσεις», ανέφερε ο υφυπουργός Εθνικής ‘Αμυνας Θανάσης Δαβάκης για τις τοποθετήσεις που ακούστηκαν κατά την εξέταση του νομοσχεδίου για την προμήθεια μίας επιπλέον Belharra, την αναβάθμιση των υπόλοιπων τριών στο επίπεδο Standard 2 ++ καθώς και την εν συνεχεία υποστήριξή τους.
Ο κ. Δαβάκης επεσήμανε ότι «οι επιχειρήσεις θαλάσσιου και εναέριου ελέγχου για την προστασία των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, απαιτούν δυνατότητες δράσης σε απόσταση από τις ακτές μας και επιτόπια παρουσία για μεγάλο χρονικό διάστημα. Απαιτούν επίσης ικανότητες άμυνας σε ένα επιχειρησιακό περιβάλλον πλούσιο σε απειλές και παρεμβολές, καθώς και δυνατότητα προβολής πυρός, σε μεγάλο ύψος, μεγάλη απόσταση και πέρα από τον ορίζοντα.
Η αγορά της 4ης φρεγάτας και η αναβάθμιση των άλλων τριών στο επίπεδο Standard 2++ συμβάλλουν τόσο στην ποσοτική όσο και στην ποιοτική ενίσχυση του Πολεμικού Ναυτικού, το οποίο καλείται να επιχειρήσει, στην πρώτη γραμμή προστασίας των εθνικών μας συμφερόντων και στα πλαίσια του ενιαίου αμυντικού δόγματος».
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε επίσης στη θεσμοθέτηση, για πρώτη φορά, ποσοστού συμμετοχής 25% της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας σε κεντρική προμήθεια των Ενόπλων Δυνάμεων, γεγονός που, όπως τόνισε, «δεν είναι απαραίτητο να υλοποιηθεί μόνο στο πλαίσιο αυτής της προμήθειας, αλλά ότι μπορεί να συμπληρωθεί και από συμμετοχή ελληνικών εταιρειών σε άλλα έργα του αναδόχου. Με άλλα λόγια, θεσμοθετείται εν δυνάμει και η μακροχρόνια ένταξη των ελληνικών εταιρειών στις εφοδιαστικές αλυσίδες της γαλλικής βιομηχανίας».