Η είδηση της εν ψυχρώ εκτέλεσης του 31χρονου Τσάρλι Κερκ στις ΗΠΑ συγκλόνισε τον διεθνή Τύπο – κυρίως για τα όσα αποκαλύπτει για τον ολισθηρό δρόμο που έχει πάρει η Αμερική και για την κανονικοποίηση της βίας.
Σε μεγάλα αμερικανικά δίκτυα, που καθόλου δεξιά δεν θεωρούνται και που έχουν έρθει σε μετωπική σύγκρουση με τον Τραμπ – CNN, New York Times, Associated Press – ο Κερκ περιγράφεται με τον όρο «συντηρητικός», «υποστηρικτής του Τραμπ», «πολιτικός ακτιβιστής». Με άλλα λόγια, με τις ιδιότητές του στον δημόσιο διάλογο.
Στην Ελλάδα, ωστόσο, είδαμε ένα αλλόκοτο φαινόμενο. «Αναλυτές» και σχολιαστές έσπευσαν να τον βαπτίσουν «ρατσιστή», «μισογύνη», «ξενοφοβικό», «ακροδεξιό». Από πού τεκμηριώθηκαν οι χαρακτηρισμοί αυτοί; Προφανώς από ενδελεχή έρευνα… 45 δευτερολέπτων σε λογαριασμούς ομοϊδεατών τους στα κοινωνικά δίκτυα. Σε εκείνη τη «φούσκα» όπου η άλλη άποψη όχι απλώς δεν ακούγεται, αλλά θεωρείται επικίνδυνη.
Η επιφανειακή αυτή ανάγνωση δεν θα ήταν τόσο προβληματική αν δεν συνοδευόταν από μια εντυπωσιακή αδιαφορία για το γεγονός καθαυτό: τη δολοφονία ενός νέου ανθρώπου σε πανεπιστημιούπολη – σε έναν χώρο ανοιχτών ιδεών.
Δημοσιογράφος (και δη παιδί του κομματικού σωλήνα) μάλιστα επέλεξε να «μαλώσει» όσους εξέφρασαν θλίψη και σοκ, επειδή – όπως μας υπενθύμισε – ο Κερκ ήταν ο άνθρωπος που βοήθησε τον Τραμπ να γίνει δημοφιλής στους νέους. Και λοιπόν; Από πότε η ανοιχτή στήριξη ενός υποψηφίου σε εκλογές αποτελεί έγκλημα; Από πότε η πολιτική επιρροή αποτελεί «ελαφρυντικό» για μια δολοφονία; Από πότε η θλίψη για την απώλεια μιας ζωής πρέπει να περνά πρώτα από φίλτρο ιδεολογικής καθαρότητας;
Προσωπικά διαφωνούσα με το 80% όσων έλεγε ο Κερκ. Δεν συμμεριζόμουν τις πολιτικές του στοχεύσεις. Αλλά αναγνώριζα τη σταθερότητα των απόψεών του και την ευγένεια με την οποία άκουγε τις θέσεις των άλλων. Ακριβώς γι’ αυτό σοκάρομαι από την ευκολία με την οποία τόσοι στη χώρα μας θεώρησαν ότι ανήμερα της δολοφονίας του είναι ωραίο να κουνήσουν το δάχτυλο και να θυμίσουν «τι ήταν» – δίνοντας βεβαίως μία εικόνα στρεβλωμένη από το δικό τους πειραγμένο φακό.
Μου είναι αδιανόητο να έχει κάποιος τέτοιες παρωπίδες, που να μην αντιλαμβάνεται το αυτονόητο: ότι η δολοφονία Κερκ είναι σήμα κινδύνου για το πού βαδίζουμε.
Ο συντηρητικός, ή και υπερσυντηρητικός αν θέλετε, Κερκ, σε αντίθεση με τους ίδιους τους επικριτές του, δεν έκλεινε τις πόρτες στους αντιπάλους. Όποιος παρακολούθησε ομιλίες του ξέρει ότι δεχόταν ερωτήσεις, συχνά σκληρές, από φοιτητές που διαφωνούσαν μαζί του. Δεν απέφευγε τη σύγκρουση, αλλά αναγνώριζε το δικαίωμα του άλλου να τον αντικρούσει. Αυτό και μόνο δείχνει μια ελάχιστη, αλλά ουσιώδη, αποδοχή της διαφορετικής φωνής.
Έχουμε πια φτάσει σε ένα σημείο να «ζυγίζουμε» τη διαφωνία μας με ό,τι αυτοαποκαλείται «προοδευτικό», να μην μας πουν «φασίστες». Και αυτοι που απορρίπτουν την άλλη άποψη είναι… δημοκρατες.
Η δολοφονία του Κερκ είναι τραγωδία και ταυτόχρονα καμπανάκι κινδύνου. Όχι γιατί χάθηκε ένας «συντηρητικός» ή ένας «τραμπικός», αλλά γιατί η πολιτική διαφωνία μετατράπηκε σε μίσος και το μίσος σε όπλο. Αν δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε έστω σε αυτό, τότε δεν έχουμε διαφωνία. Έχουμε απλώς μια βαθιά, επικίνδυνη ανοχή στη βία.